Γνήσια Ορθοδοξη Φωνη

Γνήσια Ορθοδοξη Φωνη

Παρασκευή 3 Ιανουαρίου 2014

ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΚΑΤΑ ΘΕΟΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ

Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος μιλώντας περὶ ἐλευθερίας ἔλεγε: «Στὸν ἄνθρωπο, σὰν ὑλοπνευματικὸ ὂν ἐμφανίζονται δύο θελήσεις σὰν ἐνδόμυχες ἑνὸς μὲν προσώπου, ἀλλὰ δύο ὑποστάσεων, ἡ θέληση τοῦ πνεύματος κι ἡ θέληση τῆς σάρκας. Ὁ ἐσωτερικὸς ἄνθρωπος θέλει κι ἐπιθυμεῖ τὸ καλὸ σὰν οἰκεῖο ἐπιθυμητό, σὰν συμφυὲς ἀγαθό, σὰν δικό του νόμο. Ἀλλὰ ὁ νόμος τῆς σάρκας, τῆς ἁμαρτίας ἀντιστρατεύεται πρὸς τὶς ἐνέργειες τῆς ἀληθινῆς μας ἐλευθερίας κι ἐμποδίζει τὴν ἐμφάνιση τοῦ καλοῦ, ἐνῶ μᾶς ὑπαγορεύει τὴν ἐργασία τοῦ κακοῦ. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος κάνει τὸ καλὸ ἐργάζεται ἐλεύθερα καὶ σύμφωνα πρὸς τὴ θέληση τοῦ ἐσωτερικοῦ ἀνθρώπου, κι εἶναι ἀληθινὰ ἐλεύθερος. Κι ὅταν κάνει τὸ κακό, ἐργάζεται δουλικά, γιατί ἔχει ὑποταχθεῖ στὸ νόμο τῆς ἁμαρτίας καὶ εἶναι ἀνελεύθερος καὶ δοῦλος τῆς ἁμαρτίας. Σύμφωνα μὲ αὐτὰ ἐλεύθερος εἶναι αὐτὸς ποὺ κάνει τὸ καλὸ καὶ δοῦλος ὅποιος κάνει τὸ κακό. Κι ἀληθινὴ ἐλευθερία εἶναι ἡ κυριαρχία τοῦ φρονήματος τοῦ πνεύματος ποὺ κάνει τὸ καλό, ψεύτικη ἐλευθερία εἶναι ἡ      ἐπικράτηση τοῦ φρονήματος τῆς σάρκας, ποὺ κάνει τὸ κακό».

Ωδή ζ΄. Ο Ειρμός. (Aγ. Νικοδήμου) :

Σε τον εν πυρί δροσίσαντα, Παίδας θεολογήσαντας, και Παρθένω ακηράτω ενοικήσαντα, Θεόν Λόγον υμνούμεν, ευσεβώς μελωδούντες· ευλογητός ο Θεός, ο των Πατέρων ημών.

Ερμηνεία.


Ο παρών Ειρμός αυτός αφ΄ εαυτού σχεδόν είναι εξηγημένος, διότι είναι σαφής εις όλους και εύληπτος. Λέγει δε ο Μελωδός, ότι ημείς οι ορθόδοξοι Χριστιανοί υμνούμεν εσέ τον ενυπόστατον Λόγον και Θεόν: «Εν αρχή, φησίν, ην ο Λόγος, και ο Λόγος ην προς τον Θεόν, και Θεός ην ο Λόγος» (Ιω. α: 1), διότι εσύ πάλαι μεν εδρόσισας με το πυρ της καμίνου τους αγίους τρεις Παίδας, οίτινες εθεολόγησαν εσέ έμπροσθεν του Βασιλέως Ναβουχοδονόσορος· έλεγον γαρ οι τρισμακάριοι μετά παρρησίας: «Ου χρείαν έχομεν ημείς περί του ρήματος τούτου αποκριθήναί σοι· έστι γαρ Θεός ημών εν Ουρανοίς, ω ημείς λατρεύομεν, δυνατός εξελέσθαι ημάς εκ της καμίνου του πυρός της καιομένης, και εκ των χειρών σου, Βασιλεύ, ρύσεται ημάς» (Δαν. γ: 16-17). Εσύ, λέγω, Κύριε, το πυρ το καταναλίσκον, κατά το γεγραμμένον (Δευτ. δ: 24), πάλαι μεν εδρόσισας τους τρεις Παίδας· τώρα δε επ΄ εσχάτων των χρόνων εκατοίκησας αφλέκτως εις την άφθορον Παρθένον· το αυτό γαρ θαύμα ηκολούθησε και τότε και τώρα, και εκεί εν τη καμίνω και εδώ εν τη Παρθένω· μάλλον δε και αληθέστερον ειπείν, το εν τη Παρθένω θαύμα είναι φοβερώτερον και παραδοξότερον από το εις τους τρεις Παίδας γενόμενον· εκεί μεν γαρ εν τη καμίνω το υλικόν πυρ αλησμόνησε να καίη, εδώ δε εν τη Παρθένω το πυρ το άϋλον και θειότατον δεν έκαιε, και εκεί μεν το έξωθεν πυρ της καμίνου δεν έκαιε τους ένδοθεν όντας νέους, εδώ δε συ το ένδοθεν άϋλον πυρ δεν έκαιες την έξωθεν περιέχουσάν σε κοιλίαν της Θεοτόκου. Δια τούτο λοιπόν ημείς ευσεβώς μελωδούμεν και λέγομεν: ευλογητός είσαι, ω Θεέ των Πατέρων ημών.