Ουράνιες αξίες
Στην υπερεκτίμηση και
απολυτοποίηση των υλικών αγαθών σε βαθμό θεοποίησής τους, αλλά και στην
ειδωλοποίηση του εγωισμού του ανθρώπου, αναφέρεται η περικοπή του Ευαγγελίου
που ακούσαμε σήμερα. Για να ξεπεράσει τα εμπόδια αυτά που υψώνονται τόσο
αμείλικτα μπροστά του, ο άνθρωπος καλείται να παραδώσει με εμπιστοσύνη τον εαυτό
του στην αγάπη του Χριστού. Όπως ακριβώς προσφέρεται το υπόδειγμα του μικρού
παιδιού που το βλέπουμε να παραδίδεται στην αγάπη των γονέων του και να τους
εμπιστεύεται πλήρως. Δεν είναι άλλωστε καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι το
περιστατικό της ευλογίας των παιδιών από τον Κύριο, προηγείται της συνάντησης
με τον πλούσιο νέο της περικοπής μας.
Ο πλούσιος νέος
Στην απορία του νέου τι έπρεπε να κάνει για να κληρονομήσει την αιώνια ζωή, ο Κύριος τον παρέπεμψε στο μωσαϊκό νόμο. Σε καθήκοντα που ήδη είχε εφαρμόσει από την παιδική του ηλικία. Ο Νόμος λειτουργούσε ως «παιδαγωγός εις Χριστόν». Η εφαρμογή του οδηγούσε τον άνθρωπο της Παλαιάς Διαθήκης στην αγάπη, την αλήθεια και τη Χάρη του Χριστού.
Ωστόσο, ο πλούσιος νέος αδυνατούσε να αισθανθεί τον Θεό στην ύπαρξή του, παρόλο που είχε εφαρμόσει τις εντολές Του. Και αυτό γιατί το κίνητρό του δεν ήταν ασφαλώς η αγάπη του Θεού, αλλά η ανύψωση και η εγωιστική ανάδειξη του εαυτού του. Παραμέρισε το Θεό από τη ζωή του και έψαχνε εναγωνίως στηρίγματα για τον εαυτό του σε λάθος δρόμο και αντίστροφη για την αξία του ανθρώπου πορεία.
Γι΄ αυτό και τον βλέπουμε να είναι ασφυκτικά εναγκαλισμένος με τα υλικά αγαθά, στην περιουσία και τα χρήματά του. Καλλιεργούσε επίσης μια επικίνδυνη αυταρέσκεια που εκφραζόταν με τη φήμη του ως καλού, ηθικού και θρησκευτικού ανθρώπου. Όλα όμως αυτά τον οδηγούσαν μόνο στην ειδωλοποίηση του εαυτού του και κατ΄ επέκταση στην αφροσύνη. Αποκλειστικό του στήριγμα είχαν γίνει οι φυσικές και βιολογικές του δυνάμεις, παρόλο που γνώριζε ότι αυτά είναι εντελώς πρόσκαιρα και προσωρινά.
Ο πλούσιος νέος
Στην απορία του νέου τι έπρεπε να κάνει για να κληρονομήσει την αιώνια ζωή, ο Κύριος τον παρέπεμψε στο μωσαϊκό νόμο. Σε καθήκοντα που ήδη είχε εφαρμόσει από την παιδική του ηλικία. Ο Νόμος λειτουργούσε ως «παιδαγωγός εις Χριστόν». Η εφαρμογή του οδηγούσε τον άνθρωπο της Παλαιάς Διαθήκης στην αγάπη, την αλήθεια και τη Χάρη του Χριστού.
Ωστόσο, ο πλούσιος νέος αδυνατούσε να αισθανθεί τον Θεό στην ύπαρξή του, παρόλο που είχε εφαρμόσει τις εντολές Του. Και αυτό γιατί το κίνητρό του δεν ήταν ασφαλώς η αγάπη του Θεού, αλλά η ανύψωση και η εγωιστική ανάδειξη του εαυτού του. Παραμέρισε το Θεό από τη ζωή του και έψαχνε εναγωνίως στηρίγματα για τον εαυτό του σε λάθος δρόμο και αντίστροφη για την αξία του ανθρώπου πορεία.
Γι΄ αυτό και τον βλέπουμε να είναι ασφυκτικά εναγκαλισμένος με τα υλικά αγαθά, στην περιουσία και τα χρήματά του. Καλλιεργούσε επίσης μια επικίνδυνη αυταρέσκεια που εκφραζόταν με τη φήμη του ως καλού, ηθικού και θρησκευτικού ανθρώπου. Όλα όμως αυτά τον οδηγούσαν μόνο στην ειδωλοποίηση του εαυτού του και κατ΄ επέκταση στην αφροσύνη. Αποκλειστικό του στήριγμα είχαν γίνει οι φυσικές και βιολογικές του δυνάμεις, παρόλο που γνώριζε ότι αυτά είναι εντελώς πρόσκαιρα και προσωρινά.