Γνήσια Ορθοδοξη Φωνη

Γνήσια Ορθοδοξη Φωνη

Τετάρτη 3 Φεβρουαρίου 2021

Τη Δ΄ (4η) του αυτού μηνός Φεβρουαρίου, ο Άγιος Νεομάρτυς ΙΩΣΗΦ ο Χαλεπλής, μαρτυρήσας εν έτει αχπστ΄ (1686), ξίφει τελειούται.

Ιωσήφ ο Άγιος Μάρτυς ήτο από το Χαλέπιον της Συρίας. Κατά δε το έτος αχπστ΄ (1686) συλλαβόντες αυτόν Αγαρηνοί τινες τον παρουσίασαν σπρώχνοντες και δέρνοντες εις τον κριτήν με την συκοφαντίαν ότι είπε να γίνη Τούρκος, αυτός όμως κατ’ ουδένα τρόπον εδέχετο τούτο. Ως δε είδεν ο κριτής τον Μάρτυρα, λέγει προς αυτόν· «Έλα, άνθρωπε, να γίνης μουσουλμάνος, να εξέλθης από την ψεύτικην πίστιν και να έλθης εις την αληθινήν, να σε έχω κοντά μου, να γίνης μέγας άρχων». Ταύτα ως ήκουσεν ο Μάρτυς απεκρίθη με μεγάλην παρρησίαν και είπεν· «Ω! πίστιν όπου έχετε και παρακινείτε και άλλους να πιστεύσουν! Τρισάθλιοι, κακορρίζικοι και δυστυχείς όπου είσθε! Που την ηύρετε σεις την πίστιν και την εκάματε και αληθινήν; Σεις, ταλαίπωροι, ούτε την νηστείαν σας ηξεύρετε πότε είναι, ούτε το μπαϊράμι σας· μόνον αναμένετε πότε να ιδήτε την σελήνην, να αρχίσητε την νηστείαν σας ή, μάλλον ειπείν, την πολυφαγίαν σας· όπου κάθεσθε όλην την ημέραν ωσάν νεκροί εις τον τάφον και αν εξυπνήσετε, παρατηρείτε τον ήλιον πότε να βασιλεύση να ορμήσητε πάλιν εις το φαγητόν· έπειτα φυλάττετε πάλιν πότε να ιδήτε την σελήνην να κάμετε το μπαϊράμι σας· και αν τύχη συννεφία, το κάνετε άλλοι εμπρός και άλλοι οπίσω και σας έχουν όλα τα έθνη παίγνιον και γελούν μαζί σας. Αυτή είναι η πίστις σας και μου λέγετε να πιστεύσω εις αυτήν; Πως δε να ειπώ τα άλλα σας μυθώδη και μυσαρά θρησκεύματα, τα οποία είναι πως ο Θεός σας τρώγει και πίνει και πως σεις έχετε να απολαύσετε εις τον κατεσκευασμένον από υμάς παράδεισον φαγητά και ποτά και ασελγείας περισσοτέρας, όπου κάμνετε εδώ»; Ταύτα και άλλα πλείονα δημηγορήσας ο Μάρτυς και εκφαυλίσας την θρησκείαν των εσιώπησεν. Οι δε, ακούσαντες, έτριξαν κατ’ αυτού τους οδόντας και ο αλιτήριος κριτής έδωκε κατ’ αυτού την δια ξίφους απόφασιν. Παραλαβόντες λοιπόν αυτόν τον επήγαν δέροντες εις τον τόπον της καταδίκης και εκεί γονατίσας ο Μάρτυς εδέχθη το μακάριον τέλος και έλαβε χαίρων του Μαρτυρίου τον στέφανον, εις δόξαν Χριστού.

 

Τη Δ΄ (4η) του αυτού μηνός Φεβρουαρίου, μνήμη του Αγίου Ιερομάρτυρος ΑΒΡΑΜΙΟΥ, Επισκόπου Αρβήλ της Περσίδος.

Αβράμιος ο ένδοξος του Χριστού Ιερομάρτυς ήτο Επίσκοπος πόλεως τινος της Περσίας ονομαζομένης Αρβήλ. Κατά δε το πέμπτον έτος του διωγμού, ο οποίος έγινεν εις την Περσίαν εναντίον των Χριστιανών συνελήφθη ούτος υπό Αδερφορά αρχιμάγου του βασιλέως, και εβιάσθη υπ’ αυτού να αρνηθή μεν τον Χριστόν, να προσκυνήση δε τον ήλιον. Ο δε μακάριος Αβράμιος έλεγεν εις αυτόν· «Άθλιε και ταλαίπωρε, πως δεν φοβείσαι παρακινών με να πράξω τα μη πρέποντα; Και είναι δυνατόν να αφήσω τον Ποιητήν του ηλίου και όλων των κτισμάτων και να προσκυνήσω τον ήλιον, τον του Θεού κτίσμα και ποίημα άψυχον»; Οι λόγοι ούτοι του Επισκόπου ετάραξαν ουχί ολίγον τον αρχιμάγον. Όθεν πάραυτα προστάσσει να εκδύσωσι τον Άγιον, να ρίψωσιν αυτόν εις την γην και να τον δέρωσιν αγρίως με ράβδους. Επειδή δε είδε τον Μάρτυρα ότι υπέφερε με γενναιοκαρδίαν την τιμωρίαν ταύτην και ότι προσηύχετο δια τους τιμωρούντας αυτόν και έλεγε «Κύριε, μη στήσης αυτοίς την αμαρτίαν ταύτην, διότι δεν ηξεύρουν τι πράττουσι», τούτου ένεκα διέταξεν ο θηριώδης και απέκοψαν την αγίαν αυτού κεφαλήν και ούτως ετελειώθη ο μακάριος Αβράμιος εν κώμη καλουμένη Θελμάν και έλαβε παρά Κυρίου του Μαρτυρίου τον στέφανον.

Τη Δ΄ (4η) του αυτού μηνός Φεβρουαρίου, μνήμη του Οσίου Πατρός ημών ΝΙΚΟΛΑΟΥ του Ομολογητού του Στουδίτου.

Νικόλαος ο Όσιος Πατήρ ημών ο Στουδίτης εγεννήθη μεν εις την νήσον Κρήτην, επιθυμών δε να ίδη συγγενή του τινά, ονόματι Θεοφάνην, ανεχώρησεν εκ της πατρίδος του και επορεύθη εις την Κωνσταντινούπολιν, ένθα ευρών εκείνον ει το Μοναστήριον του Στουδίου συνηριθμημένον μετά των λοιπών αδελφών, ενδύεται και αυτός το σχήμα των Μοναχών. Αφ’ ου δε διήλθε πάσαν πνευματικήν παιδείαν και εδιδάχθη ακριβέστατα ποία είναι τα σημεία και ιδιώματα της Μοναχικής πολιτείας και αφ’ ου έφθασεν εις το άκρον της αρετής, εχειροτονήθη Ιερεύς.

Τη Δ΄ (4η) του αυτού μηνός Φεβρουαρίου, μνήμη του Οσίου Πατρός ημών ΙΣΙΔΩΡΟΥ του Πηλουσιώτου.

Ισίδωρος ο θείος Πατήρ ημών ο Πηλουσιώτης κατήγετο εκ της Αιγύπτου, υιός ων γονέων ευγενών και θεοφιλών, συγγενής δε Θεοφίλου και Κυρίλλου των της Αλεξανδρείας Αρχιεπισκόπων, ακμάσας περί το υιβ΄ (412) έτος. Oύτος λοιπόν επειδή ήτο γεγυμνασμένος εις το άκρον, τόσον κατά την εσωτερικήν και θείαν φιλοσοφίαν, όσον και κατά την εξωτερικήν, δια τούτο και πάμπολλα συγγράμματα αφήκεν εις τους φιλομαθείς, λόγου και ενθυμήσεως άξια. Αυτός δε παραιτήσας πλούτον και γένος λαμπρόν, και ευδαιμονίαν ζωής, μετέβη εις το Πηλούσιον όρος και ενδυθείς το Μοναχικόν σχήμα, εκεί εσχόλαζε προσευχόμενος και συνομιλών νοερώς μετά του Θεού. Εκ του Πηλουσίου όρους εδίδασκεν ο Όσιος όλην την οικουμένην και εφώτιζεν αυτήν δια των θείων λόγων του, τους εναρέτους εις την αρετήν επιστηρίζων, τους απειθείς παρακινών εις ευπείθειαν και με τον αυστηρόν των ελέγχων του και εις αυτούς τους ιδίους τους βασιλείς υπομιμνήσκων και παραινών τα συμφέροντα εις την οικουμένην και γενικώς, εις όλους εκείνους, όσοι ηρώτων αυτόν δι’ απορίας εκ των Αγίων Γραφών, έδιδε σοφωτάτας λύσεις και ερμηνείας. Λέγουσι δε τινες, ότι αι επιστολαί του θείου τούτου Πατρός αριθμούνται, ως έγγιστα, εις δέκα χιλιάδας. Ούτω λοιπόν κάλιστα διανύσας την ζωήν του και κατά Θεόν πολιτευσάμενος, με γήρας βαθύ ετελείωσε τον Βίον του περί το υν΄ (450) έτος της σωτηρίας.