Γνήσια Ορθοδοξη Φωνη

Γνήσια Ορθοδοξη Φωνη

Τρίτη 28 Σεπτεμβρίου 2021

Τη ΚΗ΄ (29η) Σεπτεμβρίου, μνήμη των συν τω Αγίω ΓΟΒΔΕΛΑΑ αθλησάντων ΔΑΔΑ, ΚΑΣΔΟΟΥ και ΚΑΣΔΟΑΣ, της θυγατρός του αυτού Σαβωρίου βασιλέως Περσών.

Γοβδελαάς ο ένδοξος Μεγαλομάρτυς ήτο υιός του βασιλέως των Περσών Σαβωρίου του βασιλεύοντος εις Περσίαν κατά το έτος τλ΄ (330), προσήλθε δε εις την πίστιν του Χριστού κατά τον εξής τρόπον. Κατά την εποχήν εκείνην έζη εις ονόματι Δάδας, όστις κατά μεν το γένος ήτο Πέρσης, κατά δε την πίστιν Χριστιανός. Ούτος ήτο πρώτος εις το βασιλικόν παλάτιον και συγγενής προσφιλέστατος του βασιλέως. Επειδή δε απεστάλη παρ’ αυτού εις το να εξουσιάζη πόλεις τινάς των Περσών, δεν έκρινεν εύλογον να κρύπτη πλέον την ευσέβειαν, αλλ’ εσέβετο τον Χριστόν φανερά. Όθεν, καίτι διεβλήθη εις τον βασιλέα, ότι ήτο Χριστιανός, δεν του αφηρέθη όμως η εξουσία. Εστάλη δε από τον βασιλέα ο πρώτος των μεγιστάνων Αδραμέλεχ, δια να μάθη την ακρίβειαν. Ευρών δε ούτος τον Δάδαν εν αληθεία σεβόμενον τον Χριστόν, έγραψε περί τούτου εις τον βασιλέα· ο δε βασιλεύς έδωκε τότε εις τον Αδραμέλεχ εξουσίαν να τιμωρήση οίον δήποτε Χριστιανόν εύρη· ταύτην την έγραφον άδειαν έστειλεν εις τον Αδραμέλεχ δια μέσου Γοβδελαά του υιού του.

Τη ΚΗ΄ (29η) Σεπτεμβρίου, η Αγία Μάρτυς ΓΟΥΔΕΛΙΑ ξίφει τελειούται.

Γουδελία η Αγία Μάρτυς ήτο κατά τους χρόνους Σαβωρίου βασιλέως Περσών, εν έτει τλ΄ (330), και επειδή πολλούς απίστους Πέρσας επέστρεψεν εις την πίστιν του Χριστού, δια τούτο συνελήφθη από τον βασιλέα, και με πολλάς τιμωρίας εδασανίσθη η μακαρία· μη πεισθείσα δε να θυσιάση εις το πυρ, ερρίφθη εις την φυλακήν. Και εκεί διέμεινεν έτη πολλά, λιμοκτονούσα και μη έχουσα τι να φάγη. Μετά ταύτα εξήλθεν από την φυλακήν. Και επειδή δεν επείσθη να αρνηθή τον Χριστόν, πρώτον μεν εξεδάρη το δέρμα της κεφαλής της, έπειτα δε καρφωθείσα δυνατά επί ξύλου, ούτω παρέδωκε τω Κυρίω το πνεύμα της και έλαβε παρ’ αυτού τον της αθλήσεως στέφανον.

Τη ΚΘ΄ (29η) Σεπτεμβρίου, μνήμη του Οσίου Πατρός ημών ΚΥΡΙΑΚΟΥ του Αναχωρητού.

Κυριακός ο Όσιος Πατήρ ημών εγεννήθη εις την Κόρινθον της Πελοποννήσου, το έτος υμη΄(448), βασιλεύοντος εν Κωνσταντινουπόλει του αυτοκράτορος Θεοδοσίου του Μικρού· και ο μεν πατήρ του ήτο πρεσβύτερος της εν Κορίνθω Εκκλησίας, Ιωάννης ονόματι, η δε μήτηρ του εκαλείτο Ευδοξία, ήτο δε Επίσκοπος Κορινθίων ο από μητρός θείος του Πέτρος, όστις και τον έκαμεν Αναγνώστην. Αναγινώσκων λοιπόν συχνάκις ο μακάριος Κυριακός τας Ιεράς Γραφάς, εθαύμαζε πως ο Θεός εξ αρχής ωκονόμησε και εποίησε τα πάντα δια την σωτηρίαν του ανθρωπίνου γένους, και πως υπερεδόξασε τους ευαρεστήσαντας αυτώ παλαιούς Δικαίους και Προφήτας· μάλιστα δε εξίστατο, συλλογιζόμενος τα όσα γράφει το Ιερόν Ευαγγέλιον. Ταύτα τούτου διανοουμένου διεθερμάνθη η καρδία του υπό θείου ζήλου, και απεφάσισε να υπάγη εις την Ιερουσαλήμ, και εκεί να εφησυχάση. Νυχθημερόν δε τούτο μελετών ήκουσε Κυριακήν τινα επ’ Εκκλησίας το Ιερόν Ευαγγέλιον λέγον· «Ει τις θέλει οπίσω μου ελθείν, απαρνησάσθω εαυτόν, και αράτω τον Σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι» (Ματθ. ιστ: 24)· ευθύς λοιπόν εξήλθεν ησύχως έξω, και επήγεν εις τας Κεγχρεάς, απ’ εκεί δε ευρών πλοίον ανεχώρησεν εις τα Ιεροσόλυμα· ήτο δε τότε δεκαοκταετής, επί του ενάτου έτους της βασιλείας Λέοντος του Μεγάλου.