Γνήσια Ορθοδοξη Φωνη

Γνήσια Ορθοδοξη Φωνη

Δευτέρα 2 Αυγούστου 2021

Τη Γ΄ (3η) Αυγούστου, μνήμη της Οσίας ΘΕΟΚΛΗΤΟΥΣ της θαυματουργού εν ειρήνη τελειωθείσης.

Θεοκλητώ η Οσία έζησε κατά τους χρόνους του βασιλέως Θεοφίλου του μισοχρίστου και εικονομάχου, εν έτει ωκθ΄ (829), κατήγετο δε εκ της τοποθεσίας της καλουμένης των Οπτιμάτων, των γονέων αυτής Κωνσταντίνου και Αναστασίας ονομαζομένων. Αύτη λοιπόν εκ νεαράς ηλικίας ανατραφείσα θεαρέστως, προσείχεν εις εαυτήν· αναγκασθείσα όμως υπό των γονέων της συνεζεύχθη με άνδρα όμοιον με αυτήν εις την αγαθήν γνώμην, ονομαζόμενον Ζαχαρίαν. Αφού δε υπανδρεύθη, εποίει πολλάς και αμετρήτους ελεημοσύνας η μακαρία· επεδόθη μάλιστα εις την ανάγνωσιν και μελέτην των θείων Γραφών, και όχι μόνον ανεγίνωσκεν, αλλά και έπραττε συμφώνως προς τα εν αυταίς δια των έργων, παν καλόν και πάσαν αρετήν μεταχειριζομένη. Ειργάζετο δε καθ’ όλην την ημέραν και εβοήθει εις τας χρείας των πτωχών των ερχομένων εις τον οίκόν της· ωσαύτως υπηρέτει και τους ανθρώπους της οικίας της ως εκ της πολλής ταπεινώσεως. Όταν δε έμελλε να απέλθη η αοίδιμος προς Κύριον, τότε προσεκάλεσεν όλους τους φίλους και γνωστούς, και προείπεν εις αυτούς την ημέραν κατά την οποίαν μέλλει να αποθάνη· και τη αληθεία ούτως ηκολούθησε, καθώς η Αγία προείπεν. Όσα δε θαύματα έγιναν μετά την κοίμησιν αυτής δια του αγίου λειψάνου της, δεν δυνάμεθα να τα περιγράψωμεν, επιδιώκοντες την συντομίαν· εν δε μόνον είναι αναγκαίον να διηγηθώμεν, το οποίον, και εάν θέλωμεν, δεν δυνάμεθα να παραλείψωμεν, καθότι το ύψος και μέγεθος αυτού δεν μας αφήνει να το παραδράμωμεν. Οι συγγενείς της Οσίας ταύτης έχουσι συνήθειαν να σηκώνωσι κατ’ έτος το τρισόσιον εκείνο και πάντιμον αυτής λείψανον, το οποίον είναι σώον και ολόκληρον, και ν’ αλλάσσωσι τα ιμάτια τα παλαιά και ενδύωσιν αυτό με νέα, ευτρεπίζουν δε και τας τρίχας της κεφαλής της, αι οποίαι είναι λευκαί, και έπειτα κόπτουσι τους όνυχας των χειρών και των ποδών της, ως αν ήτο ζωντανή και μετά ταύτα λέγουσι το τρισάγιον, και ούτως αποθέτουσι πάλιν το σώμά της εις την θήκην.

Τη Γ΄ (3η) Αυγούστου, μνήμη του Αγίου Ιερομάρτυρος ΣΤΕΦΑΝΟΥ Πάπα Ρώμης και των συν αυτώ.

Στέφανος ο Πάπας και Μάρτυς ήκμασε κατά τους χρόνους Δεκίου, Ουαλλερίου και Γαλλιηνού των βασιλέων εν έτει σν΄ (250). Δια δε τον κατά των Χριστιανών διωγνόν εκρύπτετο εν Ρώμη, και τους προς αυτόν ερχομένους Έλληνας εδίδασκε και κατήχει εις τον Χριστιανισμόν, βαπτίζων αυτούς και χειροτονών εξ αυτών πρεσβυτέρους, διακόνους και αναγνώστας. Τινές τούτων συλληφθέντες ωμολόγησαν, δια παρακινήσεως αυτού, τον Χριστόν και έλαβον του Μαρτυρίου τον στέφανον. Όθεν δια ταύτα εφανερώθη ο μακάριος ούτος εις τον ηγεμόνα· προσαχθείς δε εις τον ναόν του Άρεως και προσευχηθείς, έσεισε τον ναόν και μέρος αυτού εκρήμνισε. Τότε οι μεν στρατιώται φοβηθέντες έφυγον, ο δε Άγιος ανεχώρησε και μετέβη εις τον τάφον της Μάρτυρος Λουκίας, τον ευρισκόμενον εν Καμπανία της Ιταλίας ένθα ετέλει την αναίμακτον θυσίαν. Ύστερον δε ζητήσαντες αυτόν οι στρατιώται και ευρόντες, τον ετιμώρησαν πολύ και τελευταίον τον απεκεφάλισαν, ούτω δε έλαβεν ο αοίδιμος διπλούν τον ομώνυμον στέφανον, και ως Αρχιερεύς, και ως αθλητής Κυρίου.

Τη Γ΄ (3η) Αυγούστου, μνήμη των Οσίων Πατέρων ημών ΔΑΛΜΑΤΟΥ, ΦΑΥΣΤΟΥ και ΙΣΑΚΙΟΥ ή ΙΣΑΑΚΙΟΥ.

Δαλμάτος, Φαύστος και Ισάκιος οι Όσιοι Πατέρες ήκμασαν κατά τον Δ΄ αιώνα. Εκ τούτων, ο μεν Δαλμάτος ήτο στρατιώτης εις το δεύτερον στρατιωτικόν σχολείον, κατά τους χρόνους του βασιλέως Θεοδοσίου του Μεγάλου, εν έτει τοθ΄ (379) ζων ευσεβώς και θεαρέστως· ύστερον δε εγκαταλείψας γυναίκα, τέκνα και όλα τα κοσμικά πράγματα, και παραλαβών μεθ΄εαυτού μόνον τον υιόν του Φαύστον, επήγεν εις τον Άγιον Ισαάκιον, και εκεί γενόμενος Μοναχός έφθασεν εις βαθμόν αρετής. Ο δε θαυμαστός ούτος Ισάκιος κατώκησεν εις την έρημον και ησυχίαν, από της νεαράς του ηλικίας μεταχειριζόμενος παν είδος αρετής, και διότι ήτο εστολισμένος με ζωήν ενάρετον, δια τούτο και ο λόγος του ήτο λαμπρότατος. Όταν δε ο βασιλεύς Ουάλης ο Αρειανός εξήλθεν όπως πολεμήση τους Σκύθας και Γότθους, προσελθών εις αυτόν ο Ισάκιος τω είπεν· «Άνοιξον, ω βασιλεύ, τας Εκκλησίας εις τους Ορθοδόξους, και θέλεις νικήσει εις τον πόλεμον». Ο δε βασιλεύς όχι μόνον δεν επείθετο, αλλά μάλιστα οργισθείς είπεν εις τον Όσιον· «Όταν επανέλθω εκ του πολέμου, θέλω σε τιμωρήσει δια τους λόγους σου τούτους». Ο δε Όσιος είπεν· «Εάν συ επανέλθης εκ του πολέμου, δεν ελάλησεν εις εμέ Κύριος ο Θεός, διότι θα συνάψης μεν μάχην, αλλά θα φύγης έμπροσθεν των εχθρών σου, και μέλλεις να κατακαής ζων». Τούτο δε και έγινε, διότι κλεισθείς ούτος εις αχυρώνα, εκεί κατεκάη. Ούτος λοιπόν ο Όσιος, μέλλων να απέλθη προς Κύριον, κατέστησεν Ηγούμενον του Μοναστηρίου τον Δαλμάτον, όταν ήτο Πατριάρχης εις την Κωνσταντινούπολιν ο Άγιος Αττικός. Ο δε Όσιος Δαλμάτος διαπρέψας εν τη ασκήσει, έμεινε νήστις τεσσαράκοντα ημέρας, και εις άλλας τόσας ήλθεν εις έκστασιν· όθεν έγινεν αιδέσιμος και σεβάσμιος εις τε τους βασιλείς και την Σύγκλητον, ως και εις τους Αγίους Πατέρας τους εν Εφέσω συνελθόντας κατά την τρίτην Σύνοδον εν έτει υλα΄ (431), οι οποίοι εψήφισαν αυτόν Αρχιμανδρίτην, και τους μεταγενεστέρους αυτού διώρισαν παντοτεινούς εξουσιαστάς του Μοναστηρίου του. Εις ταύτα διαπρέψας ο αοίδιμος, προς Κύριον εξεδήμησε, και κατετέθη εις το Μοναστήριον αυτού.