Γνήσια Ορθοδοξη Φωνη

Γνήσια Ορθοδοξη Φωνη

Τρίτη 14 Αυγούστου 2018

ΛΟΓΟΣ Α΄ Εις την Κοίμησιν της Υπερευλογημένης Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας. (Δαμασκηνού του Στουδίτου)

Τρεις καταστάσεις υπάρχουν των ανθρώπων όλων, ευλογημένοι Χριστιανοί, ως το λέγουν τα βιβλία μας· πρώτη μεν είναι των ανθρώπων εκείνων, οίτινες χωρίς άλλο τι, άμα επινοήσωσι το αγαθόν, το πράττουσιν· ως ο Αβραάμ, καθώς το μαρτυρούν αι θείαι Γραφαί ότι χωρίς να ακούση διδαχήν, έπραξε το καλόν. Που να ακούση διδαχήν ο Αβραάμ αφού ο πατήρ του, ο Θάρρας, και το γένος του όλον ήσαν ειδωλολάτραι; Τι δε λέγω το γένος του; Ο κόσμος ολόκληρος ελάτρευε τότε τα είδωλα, αλλ’ αυτός, ως έχων αγίαν ψυχήν, καθό έτοιμος να κάμη το καλόν, βλέπων τον ουρανόν πλήρη αστέρων, επίστευσεν απ’ αυτό εις τον Θεόν, και εμίσησε τα είδωλα του πατρός, σκεφθείς νοερώς, ότι εάν οι αστέρες, η σελήνη και ο ήλιος είναι τόσον λαμπρά και ωραιότατα τω όντι ποιήματα, πόσον μάλλον είναι εκείνος, όστις έπλασεν αυτά. Συλλογισθείς είτα ο Αβραάμ ως φρονιμώτατος, ότι ο πατήρ του και το γένος του όλον προσκυνεί τα είδωλα, και λέγουν, ότι αυτά είναι θεοί, διελογίσθη καθ’ εαυτόν και είπε·

Τη ΙΕ΄ (15η) του Αυγούστου, η σεβασμία Μετάστασις της Υπερενδόξου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου ΜΑΡΙΑΣ.

Όταν ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός ηθέλησε να παραλάβη παρ’ εαυτώ την Μητέρα Του, τότε εφανέρωσεν εις αυτήν προ τριών ημερών δι’ Αγγέλου (όστις λέγουσιν ότι ήτο ο Αρχάγγελος Γαβριήλ) την από γης εις ουρανόν μετάστασιν αυτής. Ελθών δε προς αυτήν ο Άγγελος είπε· «Τάδε λέγει ο Υιός σου – Καιρός είναι να παραλάβω πλησίον μου την Μητέρα μου – Όθεν μη ταραχθής δια τούτο, αλλ’ ευφροσύνως δέξαι το μήνυμα, επειδή μεταβαίνεις εις ζωήν αθάνατον». Τούτο μαθούσα η Θεοτόκος εχάρη χαράν μεγάλην, και φλεγομένη υπό του πόθου να μεταβή προς τον Υιόν της, ανέβη μετά σπουδής και προθυμίας εις το όρος των Ελαιών, ίνα προσευχηθή (διότι η πανύμνητος είχε τοιαύτην συνήθειαν, να αναβαίνη συχνότατα εις το όρος τούτο). Εγένετο δε θαύμα παράδοξον κατά την εκεί ανάβασιν της Θεοτόκου, διότι έκλιναν την κορυφήν αυτών τα δένδρα, τα εν τω όρει πεφυτευμένα, ως να ήσαν έμψυχα και λογικά, και ούτω προσεκύνησαν και απέδωκαν, κατά το πρέπον, σέβας και τιμήν εις την Κυρίαν και Δέσποιναν του κόσμου.

Τη ΙΔ΄ (14η) του Αυγούστου, ο Άγιος Νεομάρτυς ΣΥΜΕΩΝ ο Τραπεζούντιος, ο μαρτυρήσας εν Κωνσταντινουπόλει κατά το έτος αχνγ΄ (1653) αγχόνη τελειούται.

Συμεών ο νέος του Χριστού Μάρτυς ήθλησεν εν Κωνσταντινουπόλει κατά το αχνγ΄ (1653) έτος, τα δε κατά το μαρτύριον αυτού έλαβον χώραν ως ακολούθως. Τρεις Χριστιανοί εν τη βασιλίδι των πόλεων έτυχε να κατέρχωνται οδόν τινά μεταβαίνοντες εις τας οικίας των πέραν εις τον Γαλατάν. Διερχόμενοι δε εκ της εβαϊκής συνοικίας, συνήντησαν Εβραίον τινά εξαιρετικώς μεγαλόσωμον, ο δε εις των Χριστιανών, όστις ήτο μικρόσωμος, εθεώρει τον Εβραίον όστις ίστατο όμοιος με τέρας. Ο δε Εβραίος δυσαρεστηθείς, διότι τον έβλεπεν ο Χριστιανός περιγελαστικώς, τον έλαβεν από την ζώνην και τον εσήκωσεν εις τον ώμον του, και περιεπάτησεν ολίγον, ο δε Χριστιανός δεινοπαθήσας ανέσπασε το μαχαίριόν του, και τον εκτύπησεν εις την ράχιν· ο δε Εβραίος, ων ολίγον μεθυσμένος, δεν τον ηννόησεν· όθεν τον άφησε και διέβη· το δε αίμα ήρχισε να τρέχη και η πληγή να τον πονή.

Τη ΙΔ΄ (14η) του Αυγούστου, μνήμη του Αγίου Μάρτυρος ΟΥΡΣΙΚΙΟΥ.

Ουρσίκιος ο Άγιος Μάρτυς ήτο κατά τους χρόνους του βασιλέως Μαξιμιανού εν έτει τ΄ (300) καταγόμενος εκ της πόλεως Σιβεντού, της εν τη Άνω Ιλλυρία (ήτοι Σλαβονία), στρατιώτης ων το επάγγελμα. Επομένως, καθό Χριστιανός, διεβλήθη εις τον βασιλέα Μαξιμιανόν, ο οποίος παρέδωκεν αυτόν εις τον έπαρχον Αριστείδην, ίνα τον κρίνη. Ούτος έδειρεν αυτόν εις την ράχιν με βούνευρα, και τας πλευράς του επλήγωσεν ισχυρώς, είτα ετύλιξε τας χείρας του με λινάρια βεβρεγμένα με έλαιον, επ’ αυτών δε επέπασε θείον και ρητίνην, και ούτως έδωκε πυρ εις αυτά. Πάσχων δε τας τιμωρίας ταύτας ο Άγιος, έλεγεν ότι δικαίως πάσχουσιν αι χείρες του, διότι ελύτρωσαν τον τύραννον, ο οποίος έμελλε κακώς να απολεσθή.

Τη ΙΔ΄ (14η) του Αυγούστου, μνήμη του Αγίου Ιερομάρτυρος ΜΑΡΚΕΛΛΟΥ Επισκόπου Απαμείας.

Μάρκελλος ο θείος Ιερομάρτυς ήκμασε κατά τους χρόνους του βασιλέως Θεοδοσίου του Μεγάλου εν έτει τοθ΄ (379), κατήγετο δε εκ της νήσου Κύπρου, εις την οποίαν, αναλαβών κοσμικήν εξουσίαν, εξέπληξε πάντας δια την ευσέβειαν και δικαιοσύνην, την οποίαν εφήρμοζεν εις την διοίκησιν των πολιτικών πραγμάτων. Ύστερον δε εισελθών εις την εκκλησιαστικήν τάξιν και εξουσίαν, έγινεν Επίσκοπος της Απαμείας της εν τη Συρία, επολιτεύθη δε δικαίως και οσίως και εις τα άλλα πράγματα, μάλιστα δε και κατ’ εξοχήν εγένετο θερμός της του Χριστού πίστεως ζηλωτής, Εκκλησίας μεν και θείους Ναούς εις δόξαν Θεού ανεγείρων, τους δε ναούς των ειδώλων κατακρημνίζων.