Γνήσια Ορθοδοξη Φωνη

Γνήσια Ορθοδοξη Φωνη

Σάββατο 13 Φεβρουαρίου 2021

Ο νεομάρτυς Γεώργιος Παϊζάνος

Ἡ ἐργασία αὐτή τοῦ Ι.Μ.Φουντούλη με τίτλο ο νεομάρτυς Γεώργιος Παϊζάνος – τριακόσια χρόνια από το μαρτύριο του (1693- 1993) δημοσιεύθηκε στό περιοδικό τῆς Ι.Μ. Μυτιλήνης «Ὁ Ποιμήν», τ. ΝΘ΄(1994), σελ.1820. Πρὶν ἀπὸ τριακόσια ἀκριβῶς χρόνια, στὶς 14 Φεβρουαρίου 1693, μαρτύρησε διὰ ξίφους στὴν Κωνσταντινούπολη ὁ Λέσβιος νεομάρτυς Γεώργιος Παϊζάνος ἢ Πασγιάνος, ὁ ράπτης.Πολὺ λίγα γνωρίζουμε γιʹ αὐτόν: Τὸν μνημονεύει ὁ ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης στὸ «Νέον Μαρτυρολόγιον» (πρώτη ἔκδοση, Βενετία 1799, σελ. 129 καὶ δευτέρα ἔκδοση, Ἀθῆναι 1856, σελ. 104):

Τη ΙΔ΄ (14ην) Φεβρουαρίου, μνήμη της Αθλήσεως του εν Αγίοις Οσιομάρτυρος ΔΑΜΙΑΝΟΥ του νέου, του κτίτορος της κατά τον εν Δημητριάδι Κίσσαβον σεβασμίας Μονής του Τιμίου Προδρόμου, αθλήσαντος εν έτει αφξη΄ (1568).

Δαμιανός ο νέος Αθλητής του Χριστού, είχε πατρίδα την Αράχωβαν του τέως δήμου Παρακαμπυλίων της Ευρυτανίας, εις την οποίαν εγεννήθη από γονείς ευσεβείς. Ότε δε ήτο ακόμη νέος επόθησε την μοναδικήν πολιτείαν· όθεν εγκαταλείψας τον κόσμον και τα εν κόσμω, επήγεν εις το Άγιον Όρος εις την ιεράν Μονήν του Φιλοθέου και έγινε Μοναχός. Αφού δε έμεινεν ολίγον καιρόν εις το Μοναστήριον, ανεχώρησεν εις την ησυχίαν, δια να αγωνίζεται  περισσότερον εις τας αρετάς· ευρών δε σημειοφόρον τινά Ασκητήν, όστις ησύχαζεν εις τόπον ερημικόν, Δομέτιον ονομαζόμενον, έμεινε μαζί του τρεις χρόνους σχεδόν, εργαζόμενος όλας τας αρετάς με τόσην προθυμίαν και ακρίβειαν, ώστε ηξιώθη να ακούση και θείαν φωνήν, η οποία του έλεγε· «Δαμιανέ, δεν πρέπει να ζητής μόνον το συμφέρον το ιδικόν σου, αλλά και το των άλλων». Όθεν ευθύς αφήσας το Άγιον Όρος επήγεν εις τα όρη του Ολύμπου, και εκήρυττεν εις τα χωριά, τα οποία ευρίσκονται εκεί, τον λόγον του Θεού λαμπρά τη φωνή διδάσκων και παρακινών τους Χριστιανούς να μετανοήσωσι και απέχωσιν από τας αδικίας και από όλας τας άλλας κακίας, να φυλάττωσι δε τας εντολάς του Θεού, εργαζόμενοι τα καλά και θεάρεστα έργα. Αλλ’ ο μισόκαλος διάβολος παρεκίνησε πολλούς από τους κατ’ όνομα μόνον Χριστιανούς κατά δε τα έργα ασεβείς, και κατηγόρουν τον Άγιον, λέγοντες ότι είναι πλάνος και απατεών, κατέτρεχον δε αυτόν διαφόρως, επιβουλευόμενοι την ζωήν του. Ο δε Άγιος μιμούμενος τον Χριστόν ανεχώρησεν εκείθεν δια να ειρηνεύσουν οι Χριστιανοί και επήγεν εις τα μέρη του Κισσάβου και της Λαρίσσης, εκήρυττε δε πάλιν εκεί τον λόγον του Θεού· παθών δε και εκεί τα ίδια, ανεχώρησεν εις τα υψηλά μέρη των Αγράφων, και εκεί εδίδασκε τους Χριστιανούς να μένουν στερεοί εις την πίστιν και να φυλάττουν τας εντολάς του Κυρίου. Ο διάβολος όμως δεν ησύχασεν, αλλά και εκεί ήγειρεν εναντίον του Αγίου ανευλαβείς τινας και αθεοφόβους, οι οποίοι τον κατέτρεχον, καλούντες αυτόν πλάνον και ψευδομόναχον. Όθεν αφήσας και αυτά τα μέρη ο Άγιος επέστρεψε πάλιν εις τον Κίσσαβον, δια να μένη δε ατάραχος ωκοδόμησεν εκεί Μοναστήριον, εις το οποίον έμεινε μαζί με άλλους Μοναχούς, αναπέμποντες εις τον Θεόν καθ’ εκάστην τας ευχάς των. Όμως και εκεί επήγαιναν πολλοί δια να ωφελούνται εις την ψυχήν από τας ψυχωφελείς διδασκαλίας του, επειδή ήτο κατά πολλά γνωστικός και γεμάτος από θεία χαρίσματα. Καιρόν δε τινα, μεταβάς δια τινας ανάγκας του Μοναστηρίου, και μάλιστα δια την ωφέλειαν των Χριστιανών εις εν χωρίον, Βουλγαρίνην καλούμενον, συνελήφθη υπό Αγαρηνών τινών και παρεδόθη εις τον εξουσιαστήν της Λαρίσης, εις τον οποίον ανέφερον ότι εμποδίζει τους Χριστιανούς να πωλούν και να αγοράζουν την Κυριακήν, και τους διδάσκει να μένουν στερεοί εις την πίστιν του Χριστού· όθεν ο εξουσιαστής επρόσταξε να τον δείρουν σφοδρώς, να του βάλωσι βαρείας αλύσεις εις τον τράχηλον και εις τους πόδας, και να τον ρίψωσιν εις την φυλακήν. Εκεί επί δέκα πέντε ημέρας τον εβασάνιζον με διάφορα σκληρά παιδευτήρια, και πότε με φοβερισμούς, πότε με κολακείας και υποσχέσεις τον εβίαζον να αρνηθή την πίστιν του Χριστού. Μη δυνάμενος λοιπόν ο άρχων να καταπείση τον Άγιον, αλλά βλέπων μάλιστα αυτόν να ελέγχη με γενναιότητα την θρησκείαν των και τον προφήτην των, και με πολλήν παρρησίαν κηρύττοντα τον Χριστόν Θεόν αληθινόν, και ότι είναι πρόθυμος να υπομείνη δια την αγάπην του μύρια βάσανα, ήναψεν όλος από τον θυμόν, και παρευθύς προστάζει να θανατωθή πρώτον δια της αγχόνης και έπειτα να ριφθή εις το πυρ. Λαβόντες λοιπόν αυτόν οι δήμιοι τον εκρέμασαν· επειδή δε εις απ’ αυτούς εκτύπησε τον Μάρτυρα εις την κεφαλήν με πέλεκυν, εκόπη το σχοινίον και έπεσεν ο Μάρτυς εις την γην ημιθανής· εκείνοι δε λαβόντες αυτόν έτι ζώντα, τον έρριψαν εις το πυρ και τον έκαυσαν, την δε στάκτην αυτού έρριψαν εις τον ποταμόν Πηνειόν, εν έτει  αφξη΄ (1568). Ούτως έλαβεν ο μακάριος Δαμιανός του Μαρτυρίου τον στέφανον. Ου ταις αγίαις πρεσβείαις ρυσθείημεν και ημείς των παγίδων του εχθρού, και αξιωθείημεν της Βασιλείας των ουρανών. Αμήν.

Τη ΙΔ΄ (14ην) Φεβρουαρίου, μνήμη του Αγίου Νεομάρτυρος ΝΙΚΟΛΑΟΥ του εξ Ιχθύος (Ψάρι) της Κορινθίας καταγομένου, μαρτυρήσαντος δε εν Κωνσταντινουπόλει κατά το έτος αφνδ΄ (1554).

Νικόλαος ο νεοφανής και γενναίος Μάρτυς του Χριστού κατήγετο από κάποιο ασήμαντο χωρίον, το οποίον υπό των εντοπίων ωνομάζετο Ψάρι και ευρίσκετο περίπου εις τα όρια της Κορινθίας. Οι γονείς του ωνομάζοντο Ιωάννης και Καλή, ήσαν δε και οι δύο θεοσεβείς και πιστοί εις τον Χριστόν. Ούτοι κατά το δωδέκατον έτος της ηλικίας του Μάρτυρος απήλθον του κόσμου τούτου και άφησαν αυτόν μόνον εις την οικίαν των. Ο δε παις, μη υποφέρων την στέρησιν των γονέων του, έρχεται με μερικούς νέους εις πόλιν λεγομένην Σηλύβριαν, η οποία απέχει από την Κωνσταντινούπολιν πορείαν μιας ημέρας. Εις την πόλιν αυτήν εισήλθεν εις την υπηρεσίαν τινός εκ των επισημοτέρων κατοίκων, φροντίζων δια τα πράγματα του κυρίου του.

Τη ΙΔ΄ (14ην) Φεβρουαρίου, μνήμη του Οσίου Πατρός ημών ΑΒΡΑΑΜΟΥ.

Αβραάμης ο Όσιος Πατήρ ημών ήκμασε κατά τους χρόνους Θεοδοσίου του Μεγάλου του βασιλεύσαντος κατά τα έτη 379 – 395, κατήγετο δε εκ της πόλεως Κύρου, εις την οποίαν εγεννήθη και ανετράφη και συνέλεξε τον πλούτον της ασκητικής πολιτείας και αρετής. Διότι δια τοσαύτης αγρυπνίας και ολονυκτίου στάσεως και νηστείας κατεδαπάνησε το σώμα του ο μακάριος, ώστε έμεινεν ακίνητος επί πολλά έτη, χωρίς να δύναται να περιπατή.

Τη ΙΔ΄ (14ην) Φεβρουαρίου, μνήμη του Οσίου Πατρός ημών ΜΑΡΩΝΟΣ.

Μάρων ο Όσιος Πατήρ ημών επιθυμήσας να ζήση ζωήν άνευ στέγης και οροφής, επήγεν επί της κορυφής όρους τινός της εν Αντιοχείας Κύρου, η οποία ετιμάτο υπό των παλαιών Ελλήνων· όθεν και τον ναόν των δαιμόνων, ο οποίος ήτο εκεί εκτισμένος υπ’ εκείνων, καθιέρωσεν εις τον Θεόν και κατώκησεν εις αυτόν, κατασκευάσας σκηνήν τινα πολύ μικράν, υπό την οποίαν σπανίως εισήρχετο. Καίτοι δε έζη ο αοίδιμος με πόνους όχι μικρούς, αυτός όμως δεν ηυχαριστείτο εις εκείνους, αλλά επενόει και άλλους μεγαλυτέρους· ο δε αγωνοθέτης Θεός κατά το μέτρον των πόνων έδωκεν εις αυτόν και το μέτρον της ιδικής του Χάριτος, διότι έβλεπε τις, ότι δια της προσευχής του Οσίου τούτου οι πυρετοί και αι θέρμαι εθεραπεύοντο, το ρίγος έπαυεν, οι δαίμονες έφευγον και αι διάφοροι ασθένειαι ιατρεύοντο. Ούτος ο Όσιος πολλά Μοναστήρια και Ασκητήρια έκτισε και πολλούς προσήνεγκε σεσωσμένους και ηγιασμένους εις τον Θεόν. Όθεν δια της ασκήσεως, τοιαύτην πνευματικήν γεωργίαν μεταχειριζόμενος ο αοίδιμος, πολλά φυτά φιλοσοφίας και αρετής υπέδειξεν εν τη χώρα της Κύρου, διότι όχι μόνον τα σώματα αλλά και τας ψυχάς εθεράπευε. Αρρωστήσας δε ο Όσιος ολίγον, εξήλθεν εν ειρήνη εκ της παρούσης ζωής και ανήλθεν εις ουρανούς, ίνα απολαύση τους καρπούς των ιδρώτων του.

Τη ΙΔ΄ (14η) Φεβρουαρίου, μνήμη του Οσίου Πατρός ημών ΑΥΞΕΝΤΙΟΥ του εν τω όρει.

Αυξέντιος ο Όσιος Πατήρ ημών έζησε κατά τους χρόνους της βασιλείας Θεοδοσίου του Μικρού του κατά τα έτη υη΄ - υν΄ (408 – 450) βασιλεύσαντος, καταγόμενος μεν εκ της Ανατολής, Σχολάριος δε ων το αξίωμα. Γενόμενος Μοναχός, ανέβη εις το όρος, όπερ κείται αντικρύ της Οξείας, μικράς νήσου πλησίον της Χάλκης και των άλλων νήσων, αι οποίαι κείνται παρά την Κωνσταντινούπολιν. Ήτο δε ο Όσιος ούτος εις την άσκησιν καρτερικώτατος και εις την πίστιν ορθοδοξότατος, διότι την μεν κακοδοξίαν του Νεστορίου και του Ευτυχούς σφοδρώς ήλεγξεν, απεδέχθη δε την εν Χαλκηδόνι Αγίαν και Οικουμενικήν τετάρτην Σύνοδον.