Γνήσια Ορθοδοξη Φωνη

Γνήσια Ορθοδοξη Φωνη

Παρασκευή 7 Σεπτεμβρίου 2018

Λόγος Γ΄ εις το Γενέσιον της Θεομήτορος.


Τις αύτη η εκκύπτουσα ωσεί όρθρος; (Άσμα Ασμάτων 6, 10).

Και ποίος νους πλέον δύναται να εννοήση το μεγαλείον τής χαράς τής σημερινής εορτής; Ποία γλώσσα ημπορεί να διηγηθή το ύψος της Παρθένου, οπόταν το Πνεύμα το Άγιον δια να φανερώση το μέγεθος, την τιμήν, την καθαρότητα της σήμερον τικτομένης Μαριάμ, προβάλλει ωσάν με απορίαν ερωτηματικώς: «Τις αύτη η εκκύπτουσα ωσεί όρθρος;» Ποίος νους, λέγω, δύναται να εννοήση τους προσήκοντας ύμνους της Παρθένου, οπόταν ιλιγγιά εις το να υμνή την Θεοτόκον και ο υπερκόσμιος και Αγγελικός νους;  Ποία γλώσσα ημπορεί να είπη τους πρέποντας της Παρθένου επαίνους, οπόταν ορώμεν ως ιχθύας αφώνους εις το ύψος της Θεοτόκου και τους πολυφθόγγους ρήτορας; Φθάνει η γραφική αυτή απορία, οπού φανερά ερμηνεύει, ότι τούτο είναι υπέρ δύναμιν, διότι τούτο είναι το έθος της Γραφής εις τα δυσνόητα και υψηλά. Όθεν και δια τον Χριστόν έλεγεν ο Δαβίδ: «Τις ούτος ο Βασιλεύς της δόξης;» Και ο Ησαϊας: «Τις ούτος ο παραγενόμενος εξ Εδώμ, και ίνα τι ερυθρά αυτού τα ιμάτια;» Και δια την Μετάστασιν της Θεοτόκου λέγεται εις το Άσμα:

ΛΟΓΟΣ Β΄ εις το Γενέσιον της υπεραγίας Θεοτόκου και Αειπαρθένου ΜΑΡΙΑΣ.

Του Οσίου και θεοφόρου πατρός ημών Ιωάννου Μοναχού και Πρεσβυτέρου του Δαμασκηνού.

Δεύτε πάντα τα έθνη, παν γένος ανθρώπων και γλώσσα και ηλικία πάσα και άπαν αξίωμα, μετ΄ ευφροσύνης το της παγκοσμίου ευφροσύνης Γενέθλιον εορτάσωμεν· ει γαρ Ελλήνων παίδες, δαιμόνων ψεύδη, μύθω κλεπτόντων τον νουν και συσκιαζόντων την αλήθειαν, και βασιλέων γενέσια δια πάσης ήγον τιμής, δώρον έκαστος προσφέρων το κατά δύναμιν, και ταύτα λυμαινομένων τον βίον, πόσω μάλλον ημάς εχρήν της Θεοτόκου τιμάν το Γενέθλιον, δι΄ ης άπαν το βρότειον επανώρθωται γένος, δι΄ ης της προμήτορος Εύας η λύπη εις χαράν μεταβέβληται; Εκείνη μεν γαρ, «Εν λύπαις τέξη τέκνα» δι΄ αποφάσεως θείας ακήκοεν· αύτη: «Χαίρε, κεχαριτωμένη»· εκείνη: «Προς τον άνδρα η αποστροφή σου»· αύτη:

Λογος Α΄ εις την Γέννησιν της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας.

Του εν Αγίοις Πατρός ημών Ανδρέου Αρχιεπισκόπου Κρήτης του Ιεροσολυμίτου.
Εκ του υπ΄ αριθ. 52 χειρογράφου Μεγίστης Λαύρας.

Αρχή μεν εορτών η παρούσα πανήγυρις, πρώτη δε μετά τον νόμον και τας σκιάς, και μέντοι και προς την χάριν και την αλήθειαν είσοδος·  έστι δε η αυτή και πρώτη και μέση και τελευταία. Αρχήν μεν έχουσα την του νόμου περαίωσιν, μεσότητα δε την προς τα άκρα συνάφειαν, τέλος δε την της αληθείας φανέρωσιν·  τέλος γαρ Νόμου Χριστός, ου μάλλον ημάς απάγων του γράμματος, όσον επανάγων επί το πνεύμα·  τούτο γαρ η τελείωσις, καθ΄ ην αυτός ο του Νόμου δοτήρ άπαντα συμπεράνας, επί το πνεύμα το γράμμα μετήνεγκεν, ανακεφαλαιώσας εις εαυτόν τα πάντα, και διαιτήσας Νόμω και Χάριτι· και τον μεν υποζεύξας, την δε συνάψας εναρμονίως· ου φύρας τα θατέρου προς θάτερον ίδια, μετοχετεύσας δε και λίαν θεοπρεπώς επί το κούφον τε και ελευθέριον, όσον δυσαχθές τε και δούλον και υποχείριον, «ίνα μηκέτι υπό τα στοιχεία του κόσμου ώμεν δεδουλωμένοι», καθώς φησιν ο Απόστολος, μηδέ ζυγώ δουλείας του νομικού γράμματος ενεχώμεθα· τούτο γαρ το περί ημάς ευεργετημάτων Χριστού το κεφάλαιον. Τούτο η του μυστηρίου φανέρωσις· τούτο η κενωθείσα φύσις, Θεός και άνθρωπος, και η του προσχήματος θέωσις. 

Τη Η΄ (8η) του αυτού μηνός η Γέννησις της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών ΘΕΟΤΟΚΟΥ και αειπαρθένου ΜΑΡΙΑΣ.

Μαριάμ της Θεόπαιδος και Θεοτόκου τα άγια Γενέθλια εορτάζομεν σήμερον. Ταύτης ο πατήρ Ιωακείμ και η μήτηρ Άννα είλκον αμφότεροι το γένος από την βασιλικήν φυλήν του Δαβίδ· όθεν ήσαν και κατά το σώμα και κατά την ψυχήν ευγενέστατοι από όλους. Επειδή δε παρέμενον άτεκνοι και ωνειδίζοντο δια την ατεκνίαν των ταύτην, τούτου ένεκεν δεν έπαυον από του να προσφέρουν εις τον Θεόν διπλά τα δώρα των ως πλούσιοι και φιλόθεοι. Επειδή όθεν και οι δύο ελυπούντο δια το όνειδος της ατεκνίας, ο μεν Ιωακείμ επήγεν εις το όρος, η δε Άννα εισήλθεν εις τον κήπον και οι δύο ομού παρεκάλουν με δάκρυα τον Θεόν δια να χαρίση εις αυτούς καρπόν κοιλίας· δια τούτο και έτυχον του ποθουμένου, και εγέννησαν την Θεοτόκον Μαρίαν, την πάντων Αγίων Αγιωτάτην· και ούτω απέκτησαν μίαν καλλιτεκνίαν ασύγκριτον και εξοχωτάτην, ήτις υπερείχεν όλας τας καλλιτεκνίας των ανθρώπων· και μακάριοι όντες καθ’ εαυτούς δια την ενάρετον και θεοφιλή αυτών γνώμην, πολλώ μάλλον μακαριώτεροι έγιναν δια την ασύγκριτον χάριν και θείαν τεκνογονίαν ης ηξιώθησαν· επειδή από την ιδικήν των θυγατέρα, ήτοι την αειπάρθενον Μαριάμ, κατεδέχθη να γεννηθή ο Υιός του Θεού.

Τη Ζ΄ (7η) του αυτού μηνός Σεπτεμβρίου, ο Άγιος Μάρτυς ΕΥΨΥΧΙΟΣ ξίφει τελειούται.

Ευψύχιος ο Μάρτυς ήτο γέννημα και θρέμμα της πόλεως Καισαρείας· επειδή δε ο πατήρ του απέθανεν, αυτός εβαπτίσθη και εδέχθη την εις Χριστόν πίστιν· και διαμοιράσας εις τους πτωχούς όλα τα υπάρχοντά του, εκήρυττεν εις όλους τους απίστους τον Χριστόν. Δια τούτο συλλαμβάνεται από τον άρχοντα της Καππαδοκίας, κατά τους χρόνους του βασιλέως Ανδριανού, εν έτει ριζ΄ (117), και αφού εξέσθη εις τας πλευράς, ρίπτεται εις την φυλακήν. Άγγελος δε Κυρίου φανείς ιάτρευσεν αυτόν· όθεν πάλιν κρεμάται και ξέεται δυνατά και τελευταίον αποκεφαλισθείς, αντί αίματος εκβάλλει γάλα και ύδωρ και ούτω λαμβάνει παρά Κυρίου τον στέφανον της αθλήσεως.

Τη Ζ΄ (7η) του αυτού μηνός Σεπτεμβρίου, μνήμη των Αγίων Αποστόλων ΕΥΟΔΟΥ και ΟΝΗΣΙΦΟΡΟΥ.

Εύοδος  ο Άγιος Απόστολος ήτο εις από τους Εβδομήκοντα Αποστόλους και έγινεν Επίσκοπος εις την μεγάλην Αντιόχειαν, ύστερον από τον Απόστολον Πέτρον. Αυτός λοιπόν, αφ’ ου έγινε κήρυξ μεγαλόφωνος του Ευαγγελίου και έλαμψεν εις όλας τας αρετάς, απήλθε προς Κύριον. Ο δε Άγιος Ονησιφόρος, τον οποίον αναφέρει ο Απόστολος Παύλος εν τη προς Τιμόθεον Δευτέρα Επιστολή λέγων· «Δώη Κύριος έλεος τω Ονησιφόρου οίκω, ότι πολλάκις με ανέψυξε και την άλυσίν μου ουκ επησχύνθη» (Β΄ Τιμοθέου, α: 16)· ούτος, λέγω, έγινεν Επίσκοπος Κολοφώνος, της εν τη Μικρά Ασία ευρισκομένης· φανείς δε επιτήδειος εις τους λόγους και ανδρειότατος και μέχρις αίματος στερεώσας την του Χριστού πίστιν, μετέβη εις ουρανούς και τώρα συναγάλλεται εις τας αιωνίους μονάς, συναποτελών τον χορόν των Αποστόλων και των κηρύκων της πίστεως.