Γνήσια Ορθοδοξη Φωνη

Γνήσια Ορθοδοξη Φωνη

Σάββατο 13 Οκτωβρίου 2018

Τη ΙΔ΄ (14η) Οκτωβρίου, μνήμη των Αγίων Μαρτύρων ΝΑΖΑΡΙΟΥ, ΠΡΟΤΑΣΙΟΥ, ΓΕΡΒΑΣΙΟΥ και ΚΕΛΣΙΟΥ.

Ναζάριος, Προτάσιος, Γερβάσιος και Κέλσιος οι θαυμαστοί και ένδοξοι Άγιοι Μάρτυρες έλαμψαν ως λαμπροί αστέρες βασιλεύοντος του ασεβεστάτου Νέρωνος, εν έτει νζ΄ (57). Ήτο δε τότε ο πρώτος τούτων, ο μακάριος Ναζάριος, εις την περίφημον και περιβόητον Ρώμην, διότι από την Ρώμην ήτο αυτός και η μήτηρ του, ο δε πατήρ του ήτο από την Λιβύην, αμφότεροι πλούσιοι και ενάρετοι, οίτινες ήσαν μαθηταί του κορυφαίου των Αποστόλων Πέτρου, όστις και τους ωδήγησε προς την ευσέβειαν και τους εβάπτισεν, ο δε Πανάγαθος Θεός τους έδωκε κληρονόμον της αρετής και της περιουσίας αυτών τον Ναζάριον, τον οποίον εβάπτισεν ο Λίνος, όστις ήτο του θρόνου και της αρετής του Πέτρου διάδοχος.

Τη ΙΓ΄ (13η) Οκτωβρίου, η Αγία Νεομάρτυς ΧΡΥΣΗ, η αθλήσασα εν τινι χωρίω της επαρχίας Μογλενών, τω καλουμένω Σλάτενα, κατά το 1795 έτος, μεληδόν κατακοπείσα, τελειούται.

Χρυσή η νέα Παρθενομάρτυς και αμίαντος νύμφη του επουρανίου Βασιλέως Χριστού του Θεού, ήτις κατά την βουλγαρικήν διάλεκτον ελέγετο Σλάτω, ήτο από τα Μογλενά της Μακεδονίας, εκ τινος χωρίου καλουμένου Σλάτενα, πτωχή μεν κατά το γένος, διότι ήτο θυγάτηρ Χριστιανού τινος πένητος και ασήμου, έχοντος ομού με αυτήν θυγατέρας τέσσαρας. Όσον όμως ήτο πτωχή κατά την περιουσίαν τόσον ήτο πλουσία κατά τα προαιρετικά και φυσικά πλεονεκτήματα, προαιρετικά μεν κατά την εις Θεόν θερμήν πίστιν και την παρθενίαν και σωφροσύνην, φυσικά δε κατά το κάλλος του προσώπου και ωραιότητα, δια την οποίαν μάλιστα και ηξιώθη η μακαρία να τελειώση με ένδοξον και γενναίον Μαρτύριον.

Τη ΙΓ΄ (13η) Οκτωβρίου, μνήμη του Αγίου Ιερομάρτυρος ΒΕΝΙΑΜΙΝ του Διακόνου, του εν Περσία αθλήσαντος.

Βενιαμίν ο αοίδιμος Ιερομάρτυς ήτο κατά τους χρόνους του βασιλέως μεν της Περσίας Ισδιγέρδου, υιού Γορωράνη, βασιλέως χρηματίσαντος και αυτού των Περσών, του Ρωμαίων δε βασιλέως Θεοδοσίου του Μικρού εν έτει υιβ΄ (412). Φαίνεται δε ότι κατήγετο από την Περσίαν και ταύτην είχε πατρίδα του. Ούτος λοιπόν με το να ήτο Διάκονος της εν Περσία Εκκλησίας, πολλούς Έλληνας ομού και Πέρσας επέστρεψεν εις την θεογνωσίαν δια μέσου του λόγου της διδασκαλίας του. Όθεν εκ της αιτίας ταύτης κατηγγέλθη εις τον ρηθέντα βασιλέα ως κακοποιός. Δια τούτο παρασταθείς ενώπιον του βασιλέως εδάρη. Μετά δε τον δαρμόν βάλλεται εις την φυλακήν, εις την οποίαν έμεινε δύο ολοκλήρους χρόνους.

Τη ΙΓ΄ (13η) Οκτωβρίου, μνήμη του Οσίου Πατρός ημών ΝΙΚΗΤΑ Πατρικίου του Ομολογητού.

Νικήτας ο Άγιος Ομολογητής και Πατρίκιος εγεννήθη εις την χώραν των Παφλαγόνων, από γονείς ευσεβείς και φιλοθέους, οίτινες ως λέγεται, ήσαν συγγενείς Θεοδώρας της κατόπιν βασιλίσσης συζύγου του Θεοφίλου. Παιδιόθεν λοιπόν εις τα σχολεία έμαθε τα ιερά γράμματα και κατόπιν επήγεν εις την Κωνσταντινούπολιν, όταν ήτο ετών δεκαεπτά. Μαθούσα δε η τα σκήπτρα της βασιλείας τότε κρατούσα Ειρήνη, ότι όταν ο Άγιος ήτο νήπιον ευνουχίσθη από τους γονείς του, δια τούτο επήρεν αυτόν εις τα βασιλικά παλάτια και εις ολίγον καιρόν έγινε πρώτος από τους οικείους ανθρώπους της.

Τη ΙΓ΄ (13η) Οκτωβρίου, ο Άγιος Μάρτυς ΔΙΟΣΚΟΡΟΣ ξίφει τελειούται.

Διόσκορος ο Άγιος Μάρτυς εμαρτύρησε κατά τους χρόνους του βασιλέως Διοκλητιανού εν έτει σπη΄ (288), και κατά μεν το γένος κατήγετο από τους καλουμένους Σκηνοπολίτας, κατά δε το αξίωμα ήτο βουλευτής. Ούτος απορρίψας ως σκύβαλα όλα του κόσμου τούτου τα αγαθά δια να κερδήση τον Χριστόν, επαρρησιάσθη έμπροσθεν του άρχοντος Λουκιανού, τον οποίον ήλεγξε τόσον δριμύτατα, ώστε ούτος έμεινεν εμβρόντητος από την κατάπληξιν, είτα δε περιεγέλα αυτόν και εις ουδέν υπελόγιζε τόσον τας απειλάς του, όσον και τας κολακείας του. επειδή δε ο άρχων μετεχειρίσθη κατά του Αγίου και πυρ και στρεβλωτήρια όργανα και παν άλλο είδος βασάνων, το οποίον εφεύρισκε, όλα δε ταύτα παρέμειναν ανενέργητα και εφαίνοντο ως ουδέν έμπροσθεν εις την ανδρείαν και μεγαλοψυχίαν του Μάρτυρος, δια τούτο, τελευταίον, απέτεμε με το ξίφος την αγίαν του κεφαλήν και ούτως ο αοίδιμος έλαβε του Μαρτυρίου τον στέφανον.

Τη ΙΓ΄ (13η) Οκτωβρίου, μνήμη του Αγίου Μάρτυρος ΦΛΩΡΕΝΤΙΟΥ.

Φλωρέντιος ο Άγιος Μάρτυς ήτο από τη Θεσσαλονίκην. Επειδή δε ήτο Χριστιανός και ζηλωτής της ευσεβείας και της αρετής, εξουθένει μεν και κατηγόρει έμπροσθεν εις όλους τους θεούς των Ελλήνων, εστήριζε δε τους Χριστιανούς εις την του Χριστού πίστιν και με κάθε τρόπον ωδήγει αυτούς εις την εργασίαν της αρετής και των του Θεού εντολών. Ταύτα δε πράττων και μεταχειριζόμενος συνελήφθη από τον ηγεμόνα της Θεσσαλονίκης, και ερωτηθείς παρ’ αυτού, τον μεν Χριστόν παρρησία ωμολόγησεν έμπροσθεν πάντων, ότι είναι Θεός προαιώνιος και ποιητής του παντός, τους δε θεούς των Ελλήνων περιεγέλασεν, ότι είναι ξύλα και λίθοι, αργύριον και χρυσίον, χάλκωμα και σίδηρος και είδωλα άψυχα και αναίσθητα. Όθεν, επειδή ταύτα είπε, δέρεται δυνατά. Έπειτα κρεμάται επάνω εις ξύλον και καταξεσχίζεται. Είτα ρίπτεται εντός ανημμένης πυράς. Και ούτω χαίρων και προσευχόμενος και ευχαριστών τον Θεόν ετελειώθη ο μακάριος εντός αυτής και έλαβε του Μαρτυρίου τον στέφανον.