Γνήσια Ορθοδοξη Φωνη

Γνήσια Ορθοδοξη Φωνη

Πέμπτη 19 Ιουλίου 2018

Τη Κ΄ (20) Ιουλίου, η ως εις Ουρανόν πυρφόρος ανάβασις του Αγίου ενδόξου Προφήτου ΗΛΙΟΥ του Θεσβίτου.


Ηλίας ο ένδοξος Προφήτης ήτο υιός Σωβάκ, καταγόμενος εκ Θέσβης, πόλεως της Γαλαάδ πέραν του Ιορδάνου, εκ της φυλής του Ααρών, η δε Θέσβη, εξ ης και θεσβίτης εκλήθη ο Άγιος, ήτο δεδομένη εις τους ιερείς. Όταν δε ούτος εγεννήθη, είδεν ο πατήρ του Σωβάκ οπτασίαν, ότι άνδρες λευκοφόροι τον ωνόμαζον Ηλίαν (όπερ δηλοί Θεός ή θείος, παραγόμενον εκ του Ηλί, το οποίον σημαίνει εβραϊστί Θεός), ότι τον εσπαργάνωναν με πυρ, και πυρ έδιδον εις αυτόν να φάγη. Όθεν μεταβάς εις την Ιερουσαλήμ εφανέρωσε την οπτασίαν ταύτην εις τους ιερείς, οι οποίοι είπον εις αυτόν δια χρηματισμού προφητικού και αποκαλύψεως ταύτα· «Μη φοβηθής, ω άνθρωπε, ότι η κατοίκησις του τέκνου θα είναι φως, ο λόγος του απόφασις, η ζωή του κατά Κύριον, και ο ζήλος του θα φανή ευάρεστος εις τον Θεόν, θέλει δε κρίνει τον Ισραήλ δια πυρός και μαχαίρας». Ούτος ο Άγιος ήκμασε περί τα εννεακόσια έτη προ της ελεύσεως του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και προεφήτευσεν έτη είκοσι πέντε (921- 896 π.Χ.), ας ίδωμεν δε ποία και πόσα έργα και θαύματα έκαμεν.

Τη ΙΗ΄ (19η) Ιουλίου, μνήμη του Οσίου Αββά ΔΙΟΚΛΕΟΥΣ.


Διοκλής ο Όσιος πατήρ, αφού εσπούδασε γραμματικήν και φιλοσοφίαν, εις τους εικοσιοκτώ χρόνους της ηλικίας του άφησεν όλα και έγινεν αναχωρητής, κλείσας εαυτόν εις εν σπήλαιον, εις το οποίον είχε ζήσει έως τότε, όπου τον είδε ο συγγραφεύς του Λαυσαϊκού Ηρακλείδης, όστις και γράφει ταύτα, χρόνους τριάκοντα πέντε. Προσθέτει δε ο αυτός Ηρακλείδης τα εξής: Ούτος ο μακάριος μας εδίδασκε λέγων· «Ένας νους εάν και μόνον αποχωρήση από τον καλόν συλλογισμόν, ήτοι από το να εννοή πως έχει να γίνη μετά θάνατον, άραγε σώζεται ή απόλλυται»; Θέλων δηλαδή με τούτο να είπη, ότι, εάν τις δεν έχη αυτήν την έννοιαν, πίπτει εν ευκολία εις τας κακάς ορέξεις. Έλεγε δε ακόμη, ότι η κακή όρεξις κάμνει τον άνθρωπον άλογον ζώον, ο δε θυμός τον κάμνει δαίμονα. Είπα και εγώ (λέγει ο Ηρακλείδης) εις τον Όσιον· «Πως είναι δυνατόν, πάτερ,  ο ανθρώπινος νους να ευρίσκεται πάντοτε εις τα θεία νοήματα»; Ο δε Όσιος απεκρίθη· «Καθώς συνηθίση ο άνθρωπος, είτε με καλά νοήματα είτε με κακούς συλλογισμούς, έτσι και πολιτεύεται».

Τη ΙΗ΄ (19η) Ιουλίου, μνήμη του εν Αγίοις πατρός ημών ΘΕΟΔΩΡΟΥ του κατά την Λαύραν του Αγίου Σάββα ασκήσαντος, έπειτα γεγονότος Αρχιεπισκόπου Εδέσσης·


Τον βίον έγραψεν ο Επίσκοπος Εμέσσης Βασίλειος.                                                                                             
Ανήρ τις από την Έδεσσαν, Συμεών ονόματι, έλαβε γυναίκα καλουμένην Μαρίαν και διήγον εναρέτως αμφότεροι. Δεν απέκτησαν δε άρρεν τέκνον, μόνον μίαν θυγατέρα, ήτις εγέννησεν εμέ τον Εμέσσης Επίσκοπον χρηματίσαντα. Μετέβαινον λοιπόν λυπούμενοι οι εμοί προπάτορες πολλάκις εις τον Ναόν του Κυρίου, δεόμενοι να τους δώση υιόν και να του τον αφιερώσουν εκ νεότητος. Και μίαν ημέραν, όπου ήτο το πρώτον Σάββατον των αγίων Νηστειών, απήλθε πάλιν η γυνή με τον άνδρα της εις τον Ναόν των Αγίων Αποστόλων, και εδέοντο του Θεού να τους δώση υιόν ως άνωθεν. Κατά την επομένην νύκτα είδον αμφότεροι εις το ενύπνιόν των τον Άγιον Θεόδωρον, και έλεγε ταύτα προς τον Μέγαν Παύλον· «Ιδού, μαθητά του Κυρίου, πως παρακαλεί αυτό το ζεύγος, να γεννήσουν υιόν· λοιπόν δος εις αυτούς την αίτησιν, συ όστις έχεις μεγάλην παρρησίαν προς Κύριον». Ο δε απεκρίνατο· «Ο Κύριος θέλει δώσει εις αυτούς υιόν τάχιστα, και συ δος εις αυτόν την κλήσιν, ότι όντως δώρον Θεού έσται το τεχθησόμενον». Η μεν Μαρία εξύπνησε χαίρουσα, και έλεγε προς τον άνδρα το όραμα. Ο δε εβεβαίου, ότι είδε και αυτός τα όμοια. Εις ολίγας ημέρας συνέλαβεν η γυνή και εγέννησεν υιόν χωρίς λύπην και βάσανον.