Πέτρου του ενδοξοτάτου και Πρωτοκορυφαίου των Αποστόλων την τιμίαν
άλυσιν προσκυνούμεν κατά την σήμερον, δι’ ης προσεδέθη εν τη φυλακή δια τον
Χριστόν, ότε κατά προσταγήν του τετράρχου Ηρώδου συνελήφθη, καθώς ο Απόστολος
Λουκάς ιστορεί εν κεφαλαίω ΙΒ΄ των Πράξεων, εν αις λέγει ότι Ηρώδης ο Αγρίππας,
ο Ηρώδου του μεγάλου έγγονος και των Ιουδαίων βασιλεύς, εκμανείς κατά της
Εκκλησίας του Χριστού, κατέσφαξεν εν Ιερουσαλήμ το έτος μγ΄ (43) Ιάκωβον τον
αδελφόν Ιωάννου του Ευαγγελιστού. Ιδών δε ότι τούτο εφάνη αρεστόν εις τους
Ιουδαίους, συνέλαβεν ομοίως και τον Πέτρον και κατέκλεισεν αυτόν εις την
φυλακήν τηρών αυτόν έως ου, παρελθούσης της εορτής του νομικού Πάσχα,
προσενέγκη και τούτον εις τον λαόν ως κεχαρισμένον σφάγιον· αλλ’ ο Απόστολος,
δι’ Αγγέλου παραδόξως απολυθείς των δεσμών, διεσώθη (Πράξεις ΙΒ΄ 1-19).
Τα δεσμά ταύτα είναι η Άλυσις εις την οποίαν εδεσμεύθη ο θείος Απόστολος, λαβούσα εκ του πανιέρου αυτού σώματος αγιαστικήν και ιαματικήν χάριν, ήτις εις τους μετά πίστεως προσερχομένους εις αυτήν λύει τα δεσμά πάσης κακής ασθενείας. Ότε δε έπεσεν από το σώμα του Αποστόλου Πέτρου η Άλυσις αύτη δια μέσου της επιφανείας του θείου Αγγέλου, διότι, λέγει· «Και εξέπεσον αυτού αι αλύσεις εκ των χειρών» (Πρ. ΙΒ΄ 7), τότε τινές Χριστιανοί, ευρόντες αυτήν, την εφύλαξαν ο ένας εις τον άλλον κατά διαδοχήν. Ύστερον δε παρά των ευσεβών βασιλέων εφέρθη εις Κωνσταντινούπολιν και απεθησαυρίσθη εις τον Ναόν του Αγίου Αποστόλου Πέτρου, τον ευρισκόμενον εντός της μεγάλης Εκκλησίας, όπου ετελείτο κατ’ έτος και η αυτού σύναξις και εορτή εις προσκύνησιν αυτής, προς αγιασμόν των Χριστιανών. Ότι δε τα τοιαύτα ενήργουν θαύματα και ιάσεις πολλάς, μαρτυρεί η Αγία Γραφή, λέγουσα περί του Παύλου, ότι εν Εφέσω οι Χριστιανοί τοσούτον σέβας προσέφερον εις αυτόν, ώστε και τα μανδήλια και περιζώματα αυτού μετά πολλής ευλαβείας λαμβάνοντες εθεράπευον δι’ αυτών των ασθενών τας αρρωστίας· «Ώστε επί τους ασθενούντας επιφέρεσθαι από του χρωτός αυτού σουδάρια ή σιμικίνθια, και απαλλάσσεσθαι απ’ αυτών τας νόσους» (Πράξ. ιθ΄ 12). Και όχι μόνον τα ιμάτια, τα οπωσδήποτε εγγίσαντα εις τα σώματα αυτών, αλλά και μόνη η σκιά τας αυτάς εποίει θεραπείας· και τούτο βλέποντες οι άνθρωποι, βάλλοντες τους ασθενείς αυτών επί κλινών και κραβάτων, έφερον αυτούς και εις τας ευρυχώρους οδούς ετίθουν, «ίνα ερχομένου Πέτρου, καν η σκιά επισκιάση τινί αυτών» (Πράξ. ε: 15) καθότι, εάν αυτοί δεν εθεραπεύοντο, οι μετά κόπου εκφέροντες αυτούς δεν θα εδέχοντο να κοπιάζουν ματαίως. Εκ τούτου έμαθεν η Ορθόδοξος Εκκλησία το σέβας και την ευλάβειαν όχι μόνον των λειψάνων, αλλά και των ιματίων των Αγίων ανδρών.
Τα δεσμά ταύτα είναι η Άλυσις εις την οποίαν εδεσμεύθη ο θείος Απόστολος, λαβούσα εκ του πανιέρου αυτού σώματος αγιαστικήν και ιαματικήν χάριν, ήτις εις τους μετά πίστεως προσερχομένους εις αυτήν λύει τα δεσμά πάσης κακής ασθενείας. Ότε δε έπεσεν από το σώμα του Αποστόλου Πέτρου η Άλυσις αύτη δια μέσου της επιφανείας του θείου Αγγέλου, διότι, λέγει· «Και εξέπεσον αυτού αι αλύσεις εκ των χειρών» (Πρ. ΙΒ΄ 7), τότε τινές Χριστιανοί, ευρόντες αυτήν, την εφύλαξαν ο ένας εις τον άλλον κατά διαδοχήν. Ύστερον δε παρά των ευσεβών βασιλέων εφέρθη εις Κωνσταντινούπολιν και απεθησαυρίσθη εις τον Ναόν του Αγίου Αποστόλου Πέτρου, τον ευρισκόμενον εντός της μεγάλης Εκκλησίας, όπου ετελείτο κατ’ έτος και η αυτού σύναξις και εορτή εις προσκύνησιν αυτής, προς αγιασμόν των Χριστιανών. Ότι δε τα τοιαύτα ενήργουν θαύματα και ιάσεις πολλάς, μαρτυρεί η Αγία Γραφή, λέγουσα περί του Παύλου, ότι εν Εφέσω οι Χριστιανοί τοσούτον σέβας προσέφερον εις αυτόν, ώστε και τα μανδήλια και περιζώματα αυτού μετά πολλής ευλαβείας λαμβάνοντες εθεράπευον δι’ αυτών των ασθενών τας αρρωστίας· «Ώστε επί τους ασθενούντας επιφέρεσθαι από του χρωτός αυτού σουδάρια ή σιμικίνθια, και απαλλάσσεσθαι απ’ αυτών τας νόσους» (Πράξ. ιθ΄ 12). Και όχι μόνον τα ιμάτια, τα οπωσδήποτε εγγίσαντα εις τα σώματα αυτών, αλλά και μόνη η σκιά τας αυτάς εποίει θεραπείας· και τούτο βλέποντες οι άνθρωποι, βάλλοντες τους ασθενείς αυτών επί κλινών και κραβάτων, έφερον αυτούς και εις τας ευρυχώρους οδούς ετίθουν, «ίνα ερχομένου Πέτρου, καν η σκιά επισκιάση τινί αυτών» (Πράξ. ε: 15) καθότι, εάν αυτοί δεν εθεραπεύοντο, οι μετά κόπου εκφέροντες αυτούς δεν θα εδέχοντο να κοπιάζουν ματαίως. Εκ τούτου έμαθεν η Ορθόδοξος Εκκλησία το σέβας και την ευλάβειαν όχι μόνον των λειψάνων, αλλά και των ιματίων των Αγίων ανδρών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου