Λάζαρος ο Δίκαιος και Άγιος, ο φίλος του Χριστού, τον οποίον ήγειρεν εκ νεκρών ο Κύριος, μετά την ανάστασιν αυτού, φεύγων τους Ιουδαίους, οίτινες ήθελον να αποκτείνωσιν αυτόν, διότι πολλοί δι’ αυτού επίστευον εις τον Χριστόν, κατέφυγεν εις την νήσον Κύπρον, ένθα και εδίδασκε την εις Χριστόν πίστιν, κατόπιν δε και Αρχιερεύς εχειροτονήθη της πόλεως του Κιτίου υπό των Αγίων Αποστόλων. Καλώς λοιπόν και θεοφιλώς πολιτευσάμενος, μετά τριάκοντα έτη από της αναβιώσεως αυτού θνήσκει και πάλιν και θάπτεται εκεί πολλά θαύματα κατεργασάμενος. Μετά παρέλευσιν δε πολλών ετών, ήτοι εν έτει 890, Λέων ΣΤ΄ (886-912) ο μακάριος και αοίδιμος και εν βασιλεύσι σοφώτατος και πιστότατος βασιλεύς, ορμηθείς εκ θείου ζήλου και οιονεί εκ θείας εμπνεύσεως, πρώτον μεν έκτισεν Εκκλησίαν μεγαλωτάτην και ωραιοτάτην εις το όνομα του Αγίου και Δικαίου Λαζάρου και Μοναστήριον ολόκληρον συνέστησε· μετά ταύτα δε έστειλε και έφερεν από την Κύπρον το άγιον αυτού λείψανον, το οποίον ευρέθη εις την γην τεθειμένον εντός μαρμαρίνου κιβωτίου, εις την πόλιν των Κιτιαίων. Ήσαν δε γεγλυμμένα εις το μάρμαρον με άλλην γλώσσαν τα γράμματα ταύτα· «Λάζαρος ο τετραήμερος και φίλος Χριστού». Όταν δε εφέρθη το άγιον λείψανον εις Κωνσταντινούπολιν, έβαλεν αυτό ο βασιλεύς εντός θήκης αργυράς και ούτως απεθησαύρισεν αυτό φιλοτίμως εις τον παρ’ αυτού κτισθέντα ως ανωτέρω Ναόν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου