Αχεμενίδης ο Άγιος Ομολογητής ήτο κατά τας ημέρας Ισδιγέρδου υιού του βασιλέως των Περσών Γοροράνη και Θεοδοσίου του Μικρού βασιλέως των Χριστιανών εν έτει υιβ΄ (412), ανήρ θαυμαστός, υιός υπάρχων του επάρχου της πόλεως. Ούτος παραιτήσας την θρησκείαν του πατρός του επίστευσεν εις τον Χριστόν· τούτο δε μαθών ο βασιλεύς πολλά ηγωνίσθη να τον γυρίση εις την προτέραν θρησκείαν του· και επειδή δεν ηδυνήθη, εστέρησεν αυτόν του πλούτου, τον οποίον εκέκτητο, των ενδυμάτων, τα οποία εφόρει, και των αξιωμάτων, τα οποία τον εστόλιζον, και προσέταξε να σύρη γυμνός τας καμήλους του στρατεύματος, έχων μόνον εν περίζωμα εις την μέσην του.
Αφ’ ου δε παρήλθον πολλαί ημέραι, έσκυψεν ο βασιλεύς εκ του εξώστου και είδε τον άριστον εκείνον άνδρα φλογιζόμενον υπό του ηλίου και γεμάτον από κονιορτόν· τότε ενεθυμήθη την περιφάνειαν και δόξαν, την οποίαν είχε πατρόθεν, και προσέταξε να έλθη ενώπιόν του και να φορέση υποκάμισον. Έπειτα νομίσας, ότι εμαλάχθη εκ της σκληραγωγίας και καταισχύνης, την οποίαν έπαθε, λέγει εις αυτόν· «Τώρα καν, ότε ηλευθερώθης από την προτέραν επιμονήν σου, απόβαλε του τέκτονος τον υιόν, ήτοι τον Χριστόν». Ο δε Άγιος, πλησθείς ζήλου, έσχισε το δοθέν υποκάμισον και ρίψας αυτό κατά πρόσωπον του βασιλέως είπεν· «Εάν συ νομίζης, ότι δια το υποκάμισόν σου τούτο εγώ θα αφήσω την ευσέβειάν μου, έχε αυτό μετά της ασεβείας σου». Ταύτην την παρρησίαν βλέπων ο βασιλεύς, εδίωξεν αυτόν γυμνόν από τα ανάκτορα. Ούτος λοιπόν ευσεβώς και θεαρέστως διανύσας την ζωήν του, εν ειρήνη εκοιμήθη ο τρισμακάριος, λαβών και τον της Ομολογίας στέφανον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου