Γαβριήλ ο μακάριος ήτο Αρχιερεύς Γάνου και Χώρας κατά τον καιρόν, κατά τον οποίον ο Άγιος Ιερομάρτυς Παρθένιος απήλθεν εις τας ουρανίους σκηνάς με μαρτυρικόν θάνατον, ευρισκόμενος δε τότε εις την βασιλεύουσαν επέβη εις τον θρόνον τον Πατριαρχικόν· μετ΄ ολίγον όμως, επειδή ήτο άπειρος γραμμάτων, λαβών προεδρικώς την Προύσαν, επήγεν εκεί και ησύχαζεν εις τα ίδια. Μετά παρέλευσιν όμως δύο ετών, επειδή εβάπτισεν Εβραίον τινά, όστις επίστευσεν εις τον Χριστόν, οι εκεί ευρισκόμενοι Εβραίοι, ως χριστιανομάχοι, επήγαν εις τον βεζύρην, ευρισκόμενον τότε με τον βασιλέα εις την Προύσαν, και κατηγόρησαν ψευδώς τον Αρχιερέα, ότι εβάπτισε Τούρκον.
Ο δε βεζύρης, παραστήσας έμπροσθέν του τον Άγιον, του λέγει με μεγάλον θυμόν· «Επειδή ετόλμησες να βαπτίσης Τούρκον είσαι άξιος θανάτου και πρέπει να κρεμασθής, εκτός εάν θέλης να τουρκεύσης και ούτω να σου χαρίσωμεν την ζωήν και να σε αξιώσωμεν μεγάλης τιμής και δόξης και να γίνης μέγας και πολύς εις όλον το βασίλειον». Ταύτα ακούσας ανελπίστως ο αοίδιμος, χωρίς να δειλιάση παντελώς, απεκρίθη λέγων· «Εγώ μεν δεν εβάπτισα Τούρκον και ψευδώς με κατηγορούν οι Εβραίοι από την κακίαν των, είναι δε φανερόν τοις πάσι και σεις οι ίδιοι το γνωρίζετε πολύ καλά, ότι αυτό το γένος των Εβραίων, από των παλαιοτάτων χρόνων μάς κατατρέχουν και καθώς εθανάτωσαν τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, τοιουτοτρόπως, αν ήτο εις την εξουσίαν των, θα εθανάτωναν και όλους ημάς τους Χριστιανούς, όθεν αδίκως πάσχω· το δε να αφήσω την πίστιν μου και να γίνω Τούρκος δια να λυτρώσω την ζωήν, κατ΄ ουδένα τρόπον δεν θέλω κάμει ποτέ εις τον αιώνα, να αρνηθώ τον γλυκύτατόν μου Ιησούν Χριστόν τον αληθινόν Θεόν, αλλ΄ είμαι έτοιμος να αποθάνω, όχι μίαν φοράν, αλλ΄ εκατόν, αν είναι δυνατόν, δια το Όνομά Του το άγιον». Τότε ο βεζύρης προσέταξε να τον φυλακίσωσι και να τον βασανίσωσι με διάφορα κολαστήρια, έως ότου τον κάμουν και βιαίως να δεχθή την θρησκείαν των· αλλ΄ ο γενναίος του Χριστού στρατιώτης έμεινεν ακατάπειστος και στερεός εις την πίστιν του Χριστού, καίτοι οι ανηλεείς εκείνοι και ωμοί τύραννοι τον επαίδευον με πολλά και πάνδεινα μαρτύρια, τα οποία υπέφερεν ο ευλογημένος με χαράν μεγάλην της ψυχής του, δοξάζων τον Θεόν και παρακαλών να τον ενδυναμώση να υπομείνη και άλλα περισσότερα δι΄ αγάπην του. Βλέποντες λοιπόν εκείνοι το αμετάθετον της γνώμης του, το ανήγγειλαν εις τον βεζύρην και ούτω διέταξεν εκείνος να τον κρεμάσωσιν. Όθεν παραλαβών τον Άγιον ο δήμιος, τον επήγεν εις τον τόπον της καταδίκης χαίροντα και εκεί τον εκρέμασε, ούτω δε έλαβεν ο τρισμακάριος τον στέφανον του Μαρτυρίου εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών, Ω η δόξα εις τους αιώνας. Αμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου