Φρουμέντιος ο εν Αγίοις Πατήρ ημών ήτο εις τας ημέρας του βασιλέως Κωνσταντίνου του Μεγάλου εν έτει τλ΄ (330). Τότε εις φιλόσοφος, καταγόμενος από την Τύρον, μετέβη να περιηγηθή την τελευταίαν Ινδίαν, έχων μεθ’ εαυτού δύο νέους, εξ ων ο εις ήτο ο Άγιος ούτος Φρουμέντιος και ο έτερος άλλος τις νέος, Αιδέσιος καλούμενος. Όταν δε επανήρχοντο από τας Ινδίας, ηγκυροβόλησαν εις ένα λιμένα προς προμήθειαν ύδατος. Εκεί έπεσον εις χείρας κλεπτών και βαρβάρων, οι οποίοι άλλους μεν από τους εν τω πλοίω κατεβύθισαν εις την θάλασσαν, άλλους δε κατέσφαξαν. Μεταξύ των φονευθέντων εις ήτο και ο ρηθείς φιλόσοφος.
Όσοι δε έμειναν ζωντανοί, μετά των οποίων ήσαν και οι δύο ούτοι νέοι Αιδέσιος και Φρουμέντιος, τους έδεσαν και τους προσέφεραν εις τον βασιλέα της Ινδίας. Ο βασιλεύς λοιπόν βλέπων τους δύο τούτους νέους καταλλήλους δια τον σκοπόν, τον οποίον εμελέτα, κατέστησεν αυτούς επιμελητάς και οικονόμους του βασιλικού παλατίου του· αλλά και ο υιός του βασιλέως, ο διαδεξάμενος τον αποθανόντα πατέρα του, ηξίωσε τους νέους μεγαλυτέρας τιμής και παρρησίας· όθεν επειδή ούτοι είχον μεγάλην δύναμιν και παρρησίαν πλησίον του βασιλέως της Ινδίας, διέτασσον μετά θάρρους τους εμπόρους, οι οποίοι ήρχοντο από τα μέρη των Ρωμαίων, να συνάγωνται εις την Εκκλησίαν, κατά την αυτών συνήθειαν και να επιτελώσι την θείαν Λειτουργίαν. Αφ’ ου δε παρήλθον έτη τινά, παρουσιάζονται εις τον βασιλέα και ζητούν να τους χαρίση μισθόν και δωρεάν δια την αγάπην, την οποίαν προς αυτούς έτρεφεν· μισθός δε και δωρεά ήτο δι’ αυτούς να τους αφήση να επανέλθωσιν εις την πατρίδα των· επιτυχόντες δε του ποθουμένου, πρώτον επορεύθησαν εις την γην των Ρωμαίων και ο μεν Αιδέσιος μετέβη εις την Τύρον ζητών να εύρη τους γονείς και συγγενείς του, ο δε Φρουμέντιος προετίμησε κάλλιον την περί τα θεία σπουδήν ή το να ίδη και απολαύση τους γονείς του. Όθεν φθάσας ούτος εις την Αλεξάνδρειαν, εφανέρωσεν εις τον Μέγαν Αθανάσιον, όστις ήτο τότε εκείνης Αρχιεπίσκοπος και εστόλιζε τον θρόνον αυτής, ότι οι Ινδοί σφόδρα επιθυμούσι να δεχθώσι το φως της ευσεβείας και της πίστεως, προς τα οποία απεκρίθη ο Μέγας Αθανάσιος λέγων· «Και ποίος, αγαπητέ μοι, είναι καλλίτερος και επιτηδειότερός σου, εις το να αποδιώξη μεν από τας ψυχάς εκείνων το σκότος της πλάνης, να μεταδώση δε εις αυτούς το φως του θείου κηρύγματος»; Ταύτα ειπών εχειροτόνησεν αυτόν Αρχιερέα και τον έστειλεν εις Ινδίαν δια να γεωργήση το έθνος εκείνο με το άροτρον της διδασκαλίας. Ο δε θείος Φρουμέντιος ουδέ τότε εφρόντισε δια να υπάγη να ίδη τους γονείς του, αλλά δια την ευσέβειαν της πίστεως και δια την αγάπην του πλησίον αφήσας πατρίδα και συγγενείς, ετόλμησε να ταξιδεύση τόσον φοβερόν και μέγιστον πέλαγος, έως ότου φθάση και πάλιν εις τας Ινδίας. Εκεί λοιπόν ο αοίδιμος προθύμως εγεώργησε και εκαλλιέργησε τας κεχερσωμένας καρδίας των Ινδών, καταβάλλων εις αυτάς τον σπόρον της πίστεως· διο και εποίησεν αυτάς επιτηδείας εις καρποφορίαν θεογνωσίας και αρετής έχων συνεργόν την του Θεού Χάριν· διότι αυτός μεταχειριζόμενος καθ’ εκάστην διδασκαλίας αποστολικάς και ποιών θαυματουργίας πολλάς, όχι μόνον ηλευθέρωνε τους δαιμονιζομένους από τα δαιμόνια και ιάτρευε τους ασθενείς από πάσαν ασθένειαν, αλλά προσέτι και εκ των αντιστρατευομένων και μη δεχομένων τους λόγους του άλλους μεν παρέδιδεν εις τον Σατανάν, ως ο Απόστολος εποίησεν, ειπών περί του εν Κορίνθω με την μητρυιάν του συνευρεθέντος· «Παράδοτε αυτόν τω σατανά εις όλεθρον της σαρκός αυτού, ίνα το πνεύμα σωθή» (Α΄ Κορ. ε: 5), άλλους δε εξήραινε και άλλων ετύφλωνε τους οφθαλμούς. Όθεν εκ της αιτίας ταύτης όλοι εδέχθησαν εις τας ψυχάς των τον σπόρον της του Χριστού πίστεως και εκαρποφόρησαν· διο και εις μικρόν διάστημα χρόνου μόνος ο ιερός Φρουμέντιος με την βοήθειαν και Χάριν του Θεού εβάπτισεν όλην την χώραν των Ινδών, έκτισεν Εκκλησίας, εχειροτόνησεν Ιερείς και εκρήμνισε ναούς των ειδώλων και τα είδωλα κατέθραυσε. Δι’ όλα δε ταύτα εθαύμαζον άπαντες και αυτός ο ίδιος βασιλεύς και έλεγεν ειςτον Άγιον· «Διατί, αγαπητέ μου, εις το διάστημα τοσούτων ετών, κατά τα οποία έζησας πρότερον μεθ’ ημών, ουδέν ουδέποτε σημείον και θαύμα εποίησας; Αλλά τώρα πόθεν σοι εδόθη η τοιαύτη Χάρις και δύναμις, φίλτατε»; Ο δε μακάριος Φρουμέντιος απεκρίνατο· «Δεν είναι ιδικόν μου δώρον τούτο, τιμιώτατοι και γνήσιοι φίλοι του Χριστού, αλλ’ είναι της ιερωσύνης, την οποίαν έλαβον, μάλλον δε το δώρον τούτο εχαρίσθη εις εμέ υπό του Δεσπότου Χριστού. Διότι βλέπων εγώ την ιδικήν σας αγαθήν γνώμην, δι’ αυτήν και μόνην αφήκα γονείς και πατρίδα και όλους τους συγγενείς, κατά την φωνήν του Κυρίου, και μετέβην εις την Αλεξάνδρειαν, ένθα φανερώσας την καλήν σας διάθεσιν εις τον πρώτον της Εκκλησίας εκείνης Μέγαν Αθανάσιον εχειροτονήθην υπ’ αυτού και εχρίσθην με το μυστικόν χρίσμα της Αρχιερωσύνης· και αφ’ ου δια της προσευχής εκείνου εστολίσθην με Αποστολικόν χάρισμα, απεστάλην εις υμάς. Όθεν επειδή και σεις με εδέχθητε με πίστιν και αγάπην, δια τούτο και η χάρις της Αρχιερωσύνης ή, μάλλον ειπείν, η Χάρις του Θεού ενεργεί, καθώς βλέπετε, δι’ εμού και ποιεί τα τοιαύτα θαυμάσια». Ούτος λοιπόν ο Ισαπόστολος Φρουμέντιος συζήσας θεαρέστως έτη πολλά με τους επαρχιώτας του Ινδούς, εδίδαξεν αυτούς τας εντολάς του Κυρίου και τους έπεισε να τας εκτελώσι και δια των έργων· και ούτω τελειώσας την μακαρίαν αυτού ζωήν, απήλθε προς Κύριον. Το δε τίμιον αυτού λείψανον χαρίζει παντοειδείς ιατρείας εις τους μετά πίστεως αυτό ασπαζομένους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου