Παύλος ο μέγας Ομολογητής και Μάρτυς κατήγετο από την Θεσσαλονίκην, εχρημάτισε δε νοτάριος, ήτοι γραμματεύς Αλεξάνδρου του Αγιωτάτου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, και Διάκονος της Αγίας αυτής Εκκλησίας εν έτει τνα΄ (351). Τούτον λοιπόν εχειροτόνησαν οι Ορθόδοξοι Πατριάρχην Κωνσταντινουπόλεως μετά τον θάνατον του Αλεξάνδρου. Κωνστάντιος δε ο βασιλεύς, καθό Αρειανός, όταν επανήλθεν εκ της Αντιοχείας έξωσεν αυτόν από τον Πατριαρχικόν θρόνον, και αντί τούτου ανεκήρυξε Πατριάρχην τον Νικομηδείας Ευσέβιον, τον Αρειανόν. Ο δε Άγιος Παύλος μετέβη εις την Ρώμην και εκεί εύρε τον Μέγαν Αθανάσιον εκβεβλημένον όντα και αυτόν από τον θρόνον του.
Δια γραμμάτων λοιπόν του βασιλέως Κώνσταντος απολαμβάνουσι και οι δύο τους θρόνους των, αλλά πάλιν εκβάλλονται υπό του ιδίου Κωνσταντίου τη εισηγήσει των Αρειανών. Τότε γράφει ο Κώνστας προς τον αδελφόν αυτού Κωνστάντιον, ότι «αν ο Αθανάσιος και ο Παύλος δεν απολάβωσι τους θρόνους των, θέλω έλθει μετά στρατιωτικής δυνάμεως εναντίον σου». Όθεν απέλαβε πάλιν τον θρόνον του ο μακάριος Παύλος. Μετά δε τον θάνατον του Κώνσταντος εξορίζεται ούτος εις Κουκουσόν της Αρμανίας, ένθα απεκλείσθη εντός οίκου τινός. Λειτουργών δε εις τον Θεόν την αναίμακτον λειτουργίαν επνίγη από τους Αρειανούς με το ίδιόν του ωμοφόριον και ούτω παρέδωκε την αγίαν του ψυχήν ο τρισμακάριος εις χείρας Θεού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου