Θεόδουλος ο Όσιος ήτο υιός του Οσίου πατρός ημών Νείλου, όστις έγινε πρότερον μεν έπαρχος της Κωνσταντινουπόλεως, ύστερον δε αφήσας την δόξαν του κόσμου, επήγεν εις το όρος Σινά και έγινε Μοναχός μετά του υιού του τούτου Θεοδούλου. Ενώ λοιπόν αυτοί εκεί ησύχαζον, αιφνιδίως ώρμησαν κατ’ αυτών βάρβαροι, και ήρχισαν να σφάζωσι τους Αγίους Πατέρας· και ο μεν Πατήρ Νείλος ηδυνήθη να φύγη, ο δε υιός αυτού Θεόδουλος ηχμαλωτίσθη μεθ’ ενός άλλου νέου, και δεθέντες εσύροντο υπό των βαρβάρων.
Φθάσαντες δε εις τας σκηνάς των οι βάρβαροι, εβουλήθησαν να κατασφάξωσι τους νέους και να θυσιάσωσιν αυτούς εις τον αστέρα της Αφροδίτης, τον Αυγερινόν, όστις ανατέλλει προ του ηλίου. Τότε ο νεώτερος αδελφός ηδυνήθη να φύγη, ο δε Θεόδουλος έμεινε μόνος. Οι βάρβαροι λοιπόν, κυριευθέντες από την καρηβαρίαν της μέθης, εκοιμήθησαν πολύ, και δεν εξύπνησαν ειμή μετά την ανατολήν του ηλίου· όθεν μη ιδόντες τον Αυγερινόν, δεν έσφαξαν τον Θεόδουλον, αλλ’ εσκέφθησαν να τον πωλήσωσιν. Επειδή δε οι αγοράζοντες έδιδον μόνον δύο φλωρία για την εξαγοράν του, εις βάρβαρος γυμνώσας το ξίφος του ηθέλησε να τον κατασφάξη, και τούτο βλέπων ο Επίσκοπος ηγόρασεν αυτόν, και έπειτα τον ηλευθέρωσεν. Μετά ταύτα επανελθόντες οι Όσιοι εις την έρημον έζησαν ομού αρκετόν καιρόν με πολλήν εγκράτειαν, θαυμασίαν διαγωγήν και υπέρμετρον άσκησιν. Έγραψε δε ο Όσιος Νείλος, ως σοφός όπου ήτο, λόγους ασκητικούς γέμοντας σοφίας και ωφελείας πολλής, και επιστολάς πολλάς και κεφάλαια θαυμάσια, με τα οποία παρακινεί τους αναγινώσκοντας εις την θείαν αγάπην και του κόσμου την απάρνησιν. Ζήσας λοιπόν ούτος, πολιτείαν ισάγγελον, απήλθε προς Κύριον. Μετά τούτο και ο όντως δούλος του Θεού Θεόδουλος παρέδωκε και αυτός εν ειρήνη το πνεύμα του εις τας αχράντους χείρας του Παντοκράτορος. Εις δε τας ημέρας Ιουστίνου του αυτοκράτορος έφεραν τα άγια αυτών λείψανα με άλλα τινών Ασκητών και τα ενεταφίασαν εις την Κωνσταντινούπολιν εις τον Ναόν του Αγίου Αποστόλου Παύλου τον ευρισκόμενον εις το Ορφανοτροφείον, εις το οποίον έγιναν και πολλά θαυμάσια εις δόξαν Πατρός, Υιού και Αγίου Πνεύματος της μιας Θεότητος. Η πρέπει κράτος, τιμή και προσκύνησις πάντοτε, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου