και των συν αυτώ τελειωθέντων Δισχιλίων Πεντακοσίων Ενενήκοντα
Τριών.
Ανδρέας
ο ένδοξος Μάρτυς και Στρατηλάτης ήκμασε κατά τους χρόνους του ασεβεστάτου
Μαξιμιανού, εν έτει σπθ΄ (289), στρατιώτης ων εν τη Ανατολή, υπό τον Αντίοχον
αρχιστράτηγον του βασιλικού στρατού. Αποσταλείς δε υπ’ αυτού μετ’ άλλων
συστρατιωτών, ίνα πολεμήση τους Πέρσας, οίτινες, διαβάντες τα όριά των και
ελθόντες εις τα όρια των Ρωμαίων, ελεηλάτουν αυτά και ηφάνιζον, επεκαλέσθη τον
Χριστόν, πείσας δε και τους συντρόφους του να επικαλεσθώσιν Αυτόν, ενίκησε τους
Πέρσας και τους κατετρόπωσεν. Όθεν ένεκα της ανελπίστου ταύτης νίκης
προσείλκυσεν εις την πίστιν του Χριστού τους στρατιώτας του. Διαβληθέντες
λοιπόν ο τε Άγιος και οι τούτου σύντροφοι προς τον αρχιστράτηγον αυτών
Αντίοχον, παρεστάθησαν όλοι προς αυτόν και ωμολόγησαν την του Χριστού πίστιν·
διο τον μεν Άγιον Ανδρέαν ήπλωσαν επί σιδηράς πεπυρωμένης κλίνης, των δε
συντρόφων του τας χείρας εκάρφωσαν επί τετραγώνων ξύλων.
Είτα κατά προσταγήν
του Αντιόχου εδίωξαν τους Αγίους εκ των ορίων της χώρας εκείνης χίλιοι άλλοι
στρατιώται, τους οποίους κατηχήσας ο Άγιος Ανδρέας ωδήγησε και τούτους εις την
πίστιν του Χριστού. Τούτο δε μαθών ο Αντίοχος κατεδίωξεν όλους, προστάξας να
θανατώσωσιν αυτούς τε και τους εξ αρχής όντας συντρόφους του Αγίου, ως και
αυτόν τον ίδιον πανένδοξον Ανδρέαν και ούτως έλαβον όλοι τους στεφάνους της
αθλήσεως.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου