Βλάσιος ο Άγιος Μάρτυς
ήτο από την Καισάρειαν της Καππαδοκίας, υιός γονέων πλουσιωτάτων, ηύξανε δε τον
πλούτον των το πλήθος των ζώων, τα οποία είχον, και εκ του πλούτου τούτου
έδιδον αφθονοπαρόχως και εις τους πτωχούς ελεημοσύνην. Όταν δε εκινήθη διωγμός
υπό των Ελλήνων κατά των Χριστιανών, εζητείτο και ο μακάριος ούτος Βλάσιος,
αλλά δεν ευρίσκετο· τούτου ένεκα ηρευνώντο ερημίαι και λαγκάδια υπό των
Ελλήνων.
Όθεν, τούτο μαθών ο του Χριστού ανδρείος αγωνιστής, παραδίδεται εις τους διώκοντας αυθορμήτως και μετά τοσαύτης χαράς, ωσάν να ήτο κεκλημένος εις βασιλικόν δείπνον, ξενοδοχεί και φιλεύει τους διώκτας και φονείς αυτού ως ευεργέτας και καλοθελητάς του. Παρασταθείς λοιπόν εις το κριτήριον ο γενναίος του Χριστού Αθλητής, και ερωτηθείς υπό του ηγεμόνος, εφανέρωσε το όνομά του, την πίστιν του και την τέχνην του· διο πάραυτα εξαπλώνεται από τα τέσσαρα μέρη του σώματος και δέρεται με ωμά νεύρα. Ο Θεός όμως ελάφρυνε τους πόνους του και ιάτρευσε τας πληγάς του. Βλέπων το θαύμα τούτο ο ηγεμών, ωνόμαζεν αυτό μαγείαν. Είτα βάλλει τον Άγιον εντός λέβητος πλήρους βεβρασμένου ύδατος, προστάξας να μείνη εκεί ημέρας πέντε· Άγγελοι δε Θεού καταβάντες παρεκίνουν τον Μάρτυρα να μη φοβήται, αλλά να έχη θάρρος και συγχρόνως διεσκόρπιζον το πυρ και τηνεξ αυτού βλάβην. Όθεν, μετά πέντε ημέρας, ελθόντες οι στρατιώται, ίνα εκβάλωσι τον Άγιον εκ του λέβητος, βλέπουσιν αυτόν ζώντα και άδοντα μετά των Αγγέλων· δια τούτο παρευθύς εκήρυξαν εαυτούς Χριστιανούς. Τούτο μαθών ο ηγεμών έστειλεν άλλους στρατιώτας, ίνα τον εκβάλωσι· πορευθέντες δε και εκείνοι και ιδόντες το θαύμα, επίστευσαν εις τον Χριστόν. Έπειτα επήγε και αυτός ο ίδιος ο ηγεμών και βλέπων τον Άγιον εντός του βράζοντος ύδατος, ενόμισεν ότι εψυχράνθη το ύδωρ, όθεν διέταξε να του φέρωσιν εξ εκείνου, ίνα νίψη το πρόσωπόν του· τούτου δε γενομένου, ευθύς ετυφλώθη ο άθλιος και συγχρόνως απώλεσε την μιαράν του ψυχήν. Ο δε του Χριστού Μάρτυς δι’ εκείνου του ύδατος εβάπτισεν όλους τους πιστεύσαντας στρατιώτας εις το όνομα της Αγίας Τριάδος· έπειτα μεταβάς πλησίον εις την μάνδραν των ζώων του, παρήγγειλεν εις την μητέρα του και τους συγγενείς του τα πρέποντα δια την σωτηρίαν των και ούτω παρέδωκε την ψυχήν του εις χείρας Θεού. Όσοι δε έτυχον εις την μακαρίαν του τελείωσιν είδον την αγίαν του ψυχήν εξελθούσαν του σώματος, ως λευκήν και φωτεινήν περιστεράν, ήτις επέταξεν εις τον Ουρανόν. Το δε ιερόν του σώμα ενεταφιάσθη εις τον ίδιον εκείνον τόπον και το ραβδίον του εβλάστησε πλησίον του εκεί θυσιαστηρίου και γενόμενον δένδρον μέγα, επεσκίασε το αυτό θυσιαστήριον.
Όθεν, τούτο μαθών ο του Χριστού ανδρείος αγωνιστής, παραδίδεται εις τους διώκοντας αυθορμήτως και μετά τοσαύτης χαράς, ωσάν να ήτο κεκλημένος εις βασιλικόν δείπνον, ξενοδοχεί και φιλεύει τους διώκτας και φονείς αυτού ως ευεργέτας και καλοθελητάς του. Παρασταθείς λοιπόν εις το κριτήριον ο γενναίος του Χριστού Αθλητής, και ερωτηθείς υπό του ηγεμόνος, εφανέρωσε το όνομά του, την πίστιν του και την τέχνην του· διο πάραυτα εξαπλώνεται από τα τέσσαρα μέρη του σώματος και δέρεται με ωμά νεύρα. Ο Θεός όμως ελάφρυνε τους πόνους του και ιάτρευσε τας πληγάς του. Βλέπων το θαύμα τούτο ο ηγεμών, ωνόμαζεν αυτό μαγείαν. Είτα βάλλει τον Άγιον εντός λέβητος πλήρους βεβρασμένου ύδατος, προστάξας να μείνη εκεί ημέρας πέντε· Άγγελοι δε Θεού καταβάντες παρεκίνουν τον Μάρτυρα να μη φοβήται, αλλά να έχη θάρρος και συγχρόνως διεσκόρπιζον το πυρ και τηνεξ αυτού βλάβην. Όθεν, μετά πέντε ημέρας, ελθόντες οι στρατιώται, ίνα εκβάλωσι τον Άγιον εκ του λέβητος, βλέπουσιν αυτόν ζώντα και άδοντα μετά των Αγγέλων· δια τούτο παρευθύς εκήρυξαν εαυτούς Χριστιανούς. Τούτο μαθών ο ηγεμών έστειλεν άλλους στρατιώτας, ίνα τον εκβάλωσι· πορευθέντες δε και εκείνοι και ιδόντες το θαύμα, επίστευσαν εις τον Χριστόν. Έπειτα επήγε και αυτός ο ίδιος ο ηγεμών και βλέπων τον Άγιον εντός του βράζοντος ύδατος, ενόμισεν ότι εψυχράνθη το ύδωρ, όθεν διέταξε να του φέρωσιν εξ εκείνου, ίνα νίψη το πρόσωπόν του· τούτου δε γενομένου, ευθύς ετυφλώθη ο άθλιος και συγχρόνως απώλεσε την μιαράν του ψυχήν. Ο δε του Χριστού Μάρτυς δι’ εκείνου του ύδατος εβάπτισεν όλους τους πιστεύσαντας στρατιώτας εις το όνομα της Αγίας Τριάδος· έπειτα μεταβάς πλησίον εις την μάνδραν των ζώων του, παρήγγειλεν εις την μητέρα του και τους συγγενείς του τα πρέποντα δια την σωτηρίαν των και ούτω παρέδωκε την ψυχήν του εις χείρας Θεού. Όσοι δε έτυχον εις την μακαρίαν του τελείωσιν είδον την αγίαν του ψυχήν εξελθούσαν του σώματος, ως λευκήν και φωτεινήν περιστεράν, ήτις επέταξεν εις τον Ουρανόν. Το δε ιερόν του σώμα ενεταφιάσθη εις τον ίδιον εκείνον τόπον και το ραβδίον του εβλάστησε πλησίον του εκεί θυσιαστηρίου και γενόμενον δένδρον μέγα, επεσκίασε το αυτό θυσιαστήριον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου