Ανθούσα η βασιλόπαις και Οσία
Μήτηρ ημών ήτο θυγάτηρ του μισοχρίστου βασιλέως Κωνσταντίνου Ε΄ του Κοπρωνύμου
του βασιλεύσαντος κατά τα έτη ψμα΄ - ψοε΄ (741-775). Μολονότι δε η μακαρία αύτη
ανετράφη εις τα βασιλικά ανάκτορα εν μέσω των ασεβώς εικονομάχων και των
φιλοσάρκων ανθρώπων, αύτη υπήρξεν ευσεβεστάτη της Ορθοδοξίας υπέρμαχος σεβομένη
και προσκυνούσα τας αγίας Εικόνας και αποστρεφομένη τας απολαύσεις της σαρκός
και τας εν γένει αναπαύσεις του σώματος.
Καίτοι δε αναγκασθείσα πολλάκις η μακαρία υπό του πατρός της να υπανδρευθή, δεν επείσθη. Όταν δε ο κακός εκείνος βασιλεύς κακώς την ψυχήν απέρρηξε, τότε και η μακαρία Ανθούσα ευρούσα ευκαιρίαν διένειμε την περιουσίαν της εις τους πτωχούς, εις τας Εκκλησίας, εις τους ευαγείς οίκους και εις τα Μοναστήρια, πολλών ορφανών μήτηρ και χηρών υπερασπίστρια ούτω κατασταθείσα η αοίδιμος. Πολλάκις δε βιαζομένη δια πολλών και μεγάλων παρακλήσεων υπό της Ορθοδόξου βασιλίσσης Ειρήνης, ίνα μένη πλησίον της και συμβασιλεύη μετ’ αυτής, ουδέποτε συγκατένευσεν. Εν όσω δε η μακαρία Ανθούσα διέτριβεν εις το παλάτιον, έξωθεν μεν εφόρει βασιλικά φορέματα, έσωθεν δε τρίχινα. Η τροφή της ήτο ασκητική, ποτόν της ήτο το καθαρόν ύδωρ, τα δάκρυα ευρίσκοντο πάντοτε εις τους οφθαλμούς της, ο ύμνος δε και η ψαλμωδία δεν έλειπον από του στόματος αυτής. Ούτω λοιπόν πολιτευομένη η μακαρία έγινε κατόπιν και Μοναχή, κουρευθείσα δια χειρός του εν Αγίοις Πατριάρχου Ταρασίου, εν τω Μοναστηρίω τω καλουμένω της Ομονοίας· έκτοτε δε ούτε αυτή εξήλθεν εκ του Μοναστηρίου, ούτε άλλη τις Μοναχή, ούτε απουσίασε ποτέ εκ της Εκκλησίας, ούτε ητόνησεν, ούτε ημέλησε την προσευχήν και προ πάντων η ταπείνωσις αυτής ήτο απέραντος. Υπηρέτει όλας τας αδελφάς, εστόλιζε την Εκκλησίαν, έφερεν ύδωρ, παρίστατο εις την τράπεζαν και διηκόνει εν αυτή, αλλά και πάσαν άλλην διακονίαν, η οποία ήθελε τυχόν της ανατεθή, την εξετέλει μετά πάσης προθυμίας. Με τοιαύτα λοιπόν θεάρεστα έργα διελθούσα την ζωήν της η μακαρία, απήλθε προς Κύριον με τα φορτία των αρετών, ούσα ετών πεντήκοντα δύο.
Καίτοι δε αναγκασθείσα πολλάκις η μακαρία υπό του πατρός της να υπανδρευθή, δεν επείσθη. Όταν δε ο κακός εκείνος βασιλεύς κακώς την ψυχήν απέρρηξε, τότε και η μακαρία Ανθούσα ευρούσα ευκαιρίαν διένειμε την περιουσίαν της εις τους πτωχούς, εις τας Εκκλησίας, εις τους ευαγείς οίκους και εις τα Μοναστήρια, πολλών ορφανών μήτηρ και χηρών υπερασπίστρια ούτω κατασταθείσα η αοίδιμος. Πολλάκις δε βιαζομένη δια πολλών και μεγάλων παρακλήσεων υπό της Ορθοδόξου βασιλίσσης Ειρήνης, ίνα μένη πλησίον της και συμβασιλεύη μετ’ αυτής, ουδέποτε συγκατένευσεν. Εν όσω δε η μακαρία Ανθούσα διέτριβεν εις το παλάτιον, έξωθεν μεν εφόρει βασιλικά φορέματα, έσωθεν δε τρίχινα. Η τροφή της ήτο ασκητική, ποτόν της ήτο το καθαρόν ύδωρ, τα δάκρυα ευρίσκοντο πάντοτε εις τους οφθαλμούς της, ο ύμνος δε και η ψαλμωδία δεν έλειπον από του στόματος αυτής. Ούτω λοιπόν πολιτευομένη η μακαρία έγινε κατόπιν και Μοναχή, κουρευθείσα δια χειρός του εν Αγίοις Πατριάρχου Ταρασίου, εν τω Μοναστηρίω τω καλουμένω της Ομονοίας· έκτοτε δε ούτε αυτή εξήλθεν εκ του Μοναστηρίου, ούτε άλλη τις Μοναχή, ούτε απουσίασε ποτέ εκ της Εκκλησίας, ούτε ητόνησεν, ούτε ημέλησε την προσευχήν και προ πάντων η ταπείνωσις αυτής ήτο απέραντος. Υπηρέτει όλας τας αδελφάς, εστόλιζε την Εκκλησίαν, έφερεν ύδωρ, παρίστατο εις την τράπεζαν και διηκόνει εν αυτή, αλλά και πάσαν άλλην διακονίαν, η οποία ήθελε τυχόν της ανατεθή, την εξετέλει μετά πάσης προθυμίας. Με τοιαύτα λοιπόν θεάρεστα έργα διελθούσα την ζωήν της η μακαρία, απήλθε προς Κύριον με τα φορτία των αρετών, ούσα ετών πεντήκοντα δύο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου