Μάρκος ο πανεύφημος
Απόστολος του Χριστού εκήρυξε το Ευαγγέλιον της Νέας Χάριτος καθ’ όλην την
Αίγυπτον, την Λιβύην, την Βαρβαρίαν και την Πεντάπολιν από τους χρόνους του
βασιλέως Τιβερίου (14 - 37) μέχρι της εποχής του Νέρωνος (54 – 68), συνέγραψε
δε και το κατ’ αυτόν Άγιον Ευαγγέλιον, του οποίου το περιεχόμενον διηγείτο εις
αυτόν ο Κορυφαίος των Αποστόλων μακάριος Πέτρος.
Πορευθείς δε ο θείος ούτος Απόστολος εις την Κυρήνην της Πενταπόλεως, εποίησεν εκεί πολλά και εξαίσια θαύματα. Αναχωρήσας δε εκείθεν, μετέβη εις Αλεξάνδρειαν και έπειτα εις Πεντάπολιν, ενεργών πανταχού θαυμάσια. Αφού δε εστήριξεν ικανώς τας του Χριστού Εκκλησίας και εχειροτόνησεν Επισκόπους και διαφόρους άλλους Κληρικούς, επέστρεψε και πάλιν εις Αλεξάνδρειαν. Εκεί ευρών αδελφούς τινάς εις τόπον παράλιον καλούμενον του Βουκόλου συνανεστρέφετο μετ’ αυτών, ευαγγελιζόμενος και κηρύττων τον λόγον του Θεού. Όθεν, οι προσκυνηταί των ειδώλων, μη υποφέροντες να βλέπωσι την του Χριστού Πίστιν αυξανομένην και προκόπτουσαν, έδεσαν τον Απόστολον με σχοινία και έσυρον αυτόν επί πετρών, αι δε σάρκες του κτυπώμεναι εις τας πέτρας κατεξεσχίζοντο και το αίμα του έβαφε την γην. Έπειτα έρριψαν αυτόν εις την φυλακήν, ένθα εφάνη προς αυτόν ο Κύριος, αποκαλύψας την μέλλουσαν δόξαν την οποίαν έμελλε να λάβη εις τους ουρανούς. Μεθ’ ημέραν δε μίαν οι ειδωλολάτραι έδεσαν πάλιν αυτόν απανθρώπως και τον έσυρον εις την αγοράν. Εκεί λοιπόν επειδή εσπαράττοντο αι σάρκες του και κατεκόπτοντο υπό των πετρών, παρέδωκε το πνεύμα του τω Κυρίω ο μακάριος του Κυρίου Απόστολος. Κατά δε τον χαρακτήρα του σώματος ο θείος ούτος Ευαγγελιστής ήτο ούτε πολύ υψηλός, ούτε πάλιν πολύ χαμηλός, αλλά μετά της συμμετρίας του μεγέθους εστόλιζεν αυτόν και η επανθούσα λευκότης της κόμης του. Η ρις αυτού ήτο μακρά και ίση και όχι μικρά και πλατεία, ώστε να δεικνύη το πρόσωπόν του ως κολοβόν· αι οφρύς του ένευον εις τα έσω, το γένειόν του ήτο δασύ και μακρόν, η κεφαλή του φαλακρά και το χρώμα του προσώπου του άριστα συγκεκραμένον. Έτρεφε δε ο Απόστολος συμπάθειαν πολλήν εις τους δεομένους και ευπροσηγορίαν εις τους αυτόν πλησιάζοντας, ώστε αι αρεταί της ψυχής του αντέλαμπον με τας φυσικάς χάριτας του σώματός του. Τελείται δε η αυτού Σύναξις εις τον πάνσεπτον αυτού Ναόν, τον ευρισκόμενον πλησίον εις τόπον ονομαζόμενον του Ταύρου. Αξιόλογον είναι το θαύμα όπερ ετέλεσεν ο Άγιος Μάρκος έχον ούτω. Εις την Αλεξάνδρειαν ήτο υποδηματοποιός τις άπιστος, ο οποίος ράπτων ποτέ το εσχισμένον και παλαιόν υπόδημα του Αγίου Μάρκου, ετρύπησε την χείρα του με την βελόνην, πονέσας δε πολύ, εφώναζεν· «Ω, Θεέ μου». Όθεν ο Ευαγγελιστής εκ τούτου λαβών αφορμήν, εδίδαξεν αυτόν την του Χριστού Πίστιν και ευθύς τον ιάτρευσε με το πτύσμα του και βαπτίσας αυτόν εχειροτόνησεν Επίσκοπον του εκεί θρόνου.
Πορευθείς δε ο θείος ούτος Απόστολος εις την Κυρήνην της Πενταπόλεως, εποίησεν εκεί πολλά και εξαίσια θαύματα. Αναχωρήσας δε εκείθεν, μετέβη εις Αλεξάνδρειαν και έπειτα εις Πεντάπολιν, ενεργών πανταχού θαυμάσια. Αφού δε εστήριξεν ικανώς τας του Χριστού Εκκλησίας και εχειροτόνησεν Επισκόπους και διαφόρους άλλους Κληρικούς, επέστρεψε και πάλιν εις Αλεξάνδρειαν. Εκεί ευρών αδελφούς τινάς εις τόπον παράλιον καλούμενον του Βουκόλου συνανεστρέφετο μετ’ αυτών, ευαγγελιζόμενος και κηρύττων τον λόγον του Θεού. Όθεν, οι προσκυνηταί των ειδώλων, μη υποφέροντες να βλέπωσι την του Χριστού Πίστιν αυξανομένην και προκόπτουσαν, έδεσαν τον Απόστολον με σχοινία και έσυρον αυτόν επί πετρών, αι δε σάρκες του κτυπώμεναι εις τας πέτρας κατεξεσχίζοντο και το αίμα του έβαφε την γην. Έπειτα έρριψαν αυτόν εις την φυλακήν, ένθα εφάνη προς αυτόν ο Κύριος, αποκαλύψας την μέλλουσαν δόξαν την οποίαν έμελλε να λάβη εις τους ουρανούς. Μεθ’ ημέραν δε μίαν οι ειδωλολάτραι έδεσαν πάλιν αυτόν απανθρώπως και τον έσυρον εις την αγοράν. Εκεί λοιπόν επειδή εσπαράττοντο αι σάρκες του και κατεκόπτοντο υπό των πετρών, παρέδωκε το πνεύμα του τω Κυρίω ο μακάριος του Κυρίου Απόστολος. Κατά δε τον χαρακτήρα του σώματος ο θείος ούτος Ευαγγελιστής ήτο ούτε πολύ υψηλός, ούτε πάλιν πολύ χαμηλός, αλλά μετά της συμμετρίας του μεγέθους εστόλιζεν αυτόν και η επανθούσα λευκότης της κόμης του. Η ρις αυτού ήτο μακρά και ίση και όχι μικρά και πλατεία, ώστε να δεικνύη το πρόσωπόν του ως κολοβόν· αι οφρύς του ένευον εις τα έσω, το γένειόν του ήτο δασύ και μακρόν, η κεφαλή του φαλακρά και το χρώμα του προσώπου του άριστα συγκεκραμένον. Έτρεφε δε ο Απόστολος συμπάθειαν πολλήν εις τους δεομένους και ευπροσηγορίαν εις τους αυτόν πλησιάζοντας, ώστε αι αρεταί της ψυχής του αντέλαμπον με τας φυσικάς χάριτας του σώματός του. Τελείται δε η αυτού Σύναξις εις τον πάνσεπτον αυτού Ναόν, τον ευρισκόμενον πλησίον εις τόπον ονομαζόμενον του Ταύρου. Αξιόλογον είναι το θαύμα όπερ ετέλεσεν ο Άγιος Μάρκος έχον ούτω. Εις την Αλεξάνδρειαν ήτο υποδηματοποιός τις άπιστος, ο οποίος ράπτων ποτέ το εσχισμένον και παλαιόν υπόδημα του Αγίου Μάρκου, ετρύπησε την χείρα του με την βελόνην, πονέσας δε πολύ, εφώναζεν· «Ω, Θεέ μου». Όθεν ο Ευαγγελιστής εκ τούτου λαβών αφορμήν, εδίδαξεν αυτόν την του Χριστού Πίστιν και ευθύς τον ιάτρευσε με το πτύσμα του και βαπτίσας αυτόν εχειροτόνησεν Επίσκοπον του εκεί θρόνου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου