Μάρθα
η Οσία ήσκει παν είδος αρετής, και εν ταις Εκκλησίαις του Θεού σχολάζουσα
εγέννησεν εξ επαγγελίας τον Άγιον Συμεών. Προσηύχετο δε μετά κατανύξεως και ίστατο
πάντοτε ορθία, ουδείς δε είδεν αυτήν να καθήση κατά την ημέραν της Κυριακής ή
να συνομιλήση εν τω Ναώ μετά τινος. Έτρεφεν αγάπην πολλήν και έδιδεν
ελεημοσύνην εν ταπεινότητι. Ένιπτε τους πόδας όλων των ξένων και υπεδέχετο
αυτούς. Ενέδυε τους γυμνούς, έτρεφε τους πεινώντας, και εις τους λαμβάνοντας το
Άγιον Βάπτισμα και μη έχοντας σινδόνας καθαράς ίνα ενδυθώσιν, κατά το έθιμον,
αυτή εδώριζεν εις αυτούς τοιαύτας.
Ομοίως έδιδε σινδόνας εις τους πτωχούς, όσοι
απέθνησκον και δεν είχον να ενταφιασθώσιν. Είχε δε και βαθείαν πίστιν και
ευλάβειαν εις την Κυρίαν Θεοτόκον και ηξιώθη παρά της Θεομήτορος να θεωρήση,
προ του θανάτου της, την απόλαυσιν των ουρανίων αγαθών, τα οποία έμελλε να λάβη
μετά θάνατον. Προγνωρίσασα όθεν τον θάνατόν της προ τριών μηνών, μετέβη ίνα
αποχαιρετήση τον υιόν της, τον Συμεών, ο οποίος προγνωρίσας και αυτός τούτο,
είπεν εις την μητέρα του: «Τείχισόν με, ω μήτερ, με τας ευχάς σου, διότι
πορεύεσαι προς Κύριον». Η δε μήτηρ του είπε: «Τούτο, τέκνον μου, και εγώ
μαθούσα παρά του Κυρίου, ήλθον δια να λάβω τας ευχάς σου». Όθεν ευχηθέντες
αλλήλοις και ευφρανθέντες εχωρίσθησαν. Όταν δε εκοιμήθη η Οσία ετάφη εις την
Αντιοχεία Δάφνην. Βραδύτερον δε μετεκομίσθη το άγιον αυτής λείψανον υπό του
υιού της και απετέθη πλησίον του στύλου του. Ποιήσαντος δε του Αγίου προσευχήν
υπέρ της μητρός του, εθαυματούργει ο τάφος της, και αφού απήλθε προς Κύριον
εφάνη εις τους παρισταμένους εις τον τάφον της και εχαροποίησεν αυτούς ειπούσα,
ότι εύρε μεγάλην χάριν παρά Θεού, και ευρίσκεται εις φως και χαράν ανεκλάλητον,
όχι μόνον δια της πρεσβείας του υιού της, αλλά και διότι αύτη υπέμεινε τον
Κύριον, υποστάσα δι’ Αυτόν διαφόρους θλίψεις και πειρασμούς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου