Ιωάννης ο εν Αγίοις Πατήρ ημών ήκμασε κατά τους χρόνους Λέοντος του Ισαύρου, εν έτει ψιστ΄ (716), έφθασε δε και έως Κωνσταντίνου και Ειρήνης των βασιλέων εν έτει ψπ΄ (780) βασιλευσάντων, καταγόμενος εκ της χώρας των Ταυροσκυθών, ευρισκομένης κατά την νυν λεγομένην Κριμαίαν και υποκειμένης εις τους Γότθους. Ούτος λοιπόν ήτο υιός Λέοντος και Φωτεινής, και εγεννήθη μεν κατ’ επαγγελίαν, ηγιάσθη δε εκ βρέφους, ως ο μέγας Σαμουήλ και Ιερεμίας ο Προφήτης· δια τούτο άμα γεννηθείς, αφιερώθη εις τον Θεόν.
Όταν δε έφθασεν εις μέτρον ηλικίας και της σωματικής και της πνευματικής και έλαβον χρείαν οι συμπατριώται αυτού να αναβιβάσωσιν αυτόν εις τον θρόνον της αρχιερωσύνης, τον απέστειλαν εις τον καθολικόν Μητροπολίτην της Ιβηρίας και παρ’ εκείνου έλαβε την χειροτονίαν, καθότι επεκράτει τότε εις Κωνσταντινούπολιν η αίρεσις των εικονομάχων και δεν εδέχετο ο Άγιος να λάβη παρά των μισοχρίστων εκείνων την χειροτονίαν. Αφού δε ετελεύτησεν ο Ίσαυρος και οι μετ’ αυτόν εικονομάχοι βασιλείς, τότε επήγεν ο Άγιος εις την βασιλεύουσαν και συναντήσας την βασίλισσαν Ειρήνην πολλά είπεν εις αυτήν περί της Ορθοδόξου πίστεως, και πάλιν επέστρεψεν εις την Γοτθίαν. Επειδή δε οι στρατιώται του Χαγάνου επανεστάτησαν εις την Γοτθίαν και πολλούς Χριστιανούς διεπέρασαν εν στόματι μαχαίρας δια τον Χριστόν, τούτου ένεκα έφυγεν εκείθεν ο Άγιος, μεταβάς δε εις την Αμάστριδα, πόλιν παραθαλάσσιον του Ευξείνου Πόντου, εκεί διέμεινε τέσσαρα έτη. Ακούσας δε ότι ετελεύτησεν ο Χαγάνος, είπε προς τους συν αυτώ· «μετά τεσσαράκοντα ημέρας θα υπάγω και εγώ να κριθώ μετ’ αυτού ενώπιον του Χριστού», τούτο δε και εγένετο, διότι μετά τεσσαράκοντα ημέρας, ενώ εδίδασκεν εις τον λαόν τα προς σωτηρίαν ψυχής, παρέδωκε το πνεύμα του τω Θεώ· ευθύς δε έφθασεν εκεί το πλοιάριον αυτού, καθώς και τούτο είχε προείπει ο Άγιος, ότι δηλαδή ευθύς μετά τον θάνατόν του θέλει φθάσει εκεί, εις την Αμάστριδα, το πλοίον του δια να τον παραλάβη. Τότε ο αγιώτατος Επίσκοπος της Αμάστριδος Γεώργιος εναπέθηκε το λείψανον του Αγίου εντός θήκης και με κηρία και θυμιάματα, προϋπαντώντος και όλου του λαού, κατεβίβασεν αυτό εις το πλοίον του Αγίου, διαπεράσαντες δε το στενόν της θαλάσσης το έφερον εις τον ιδικόν του Παρθενώνα, ήτοι εις το Μοναστήριον των Μοναζουσών, το επ’ ονόματι των Αγίων Αποστόλων τιμώμενον, αποθησαυρίσαντες αυτό εκεί, υπό του λειψάνου δε τούτου πολλά θαύματα εγένοντο και έως του νυν γίνονται εις τους μετά πίστεως προς αυτό προστρέχοντας, τα οποία άδονται υπό των εγχωρίων. Αλλά και ζων ο Άγιος πολλά εποίησε υαύματα, δέκα δε μόνον εύρομεν γεγραμμένα, τα οποία αφήκαμεν δια την πολυλογίαν, της συντομίας φροντίζοντες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου