Γρηγόριος ο Όσιος πατήρ ημών κατήγετο εκ της περιφήμου νήσου Κρήτης, ήτο δε υιός γονέων ευσεβεστάτων, Θεοφάνους και Ιουλιανής καλουμένων. Αφού δε διέτριψεν αρκετόν χρόνον εις τα μαθήματα, διετάχθη κατόπιν υπό των γονέων του να βόσκη πρόβατα. Καταφλεχθείς δε υπό θείου ζήλου και έρωτος, ανεχώρησεν εκ της πατρίδος του και μετέβη εις την Σελεύκειαν, ένθα διαμείνας ολίγον χρόνον, έχη ο αοίδιμος με ολίγιστον μόνον άρτον και ύδωρ. Ότε δε έφθασεν εις το εικοστόν έκτος έυος της ηλικίας του και απώλεσε την ζωήν ο εικονομάχος Λέων ο Δ΄, ο βασιλεύσας κατά τα έτη 775 – 780, η δε Ορθοδοξία δια της βασιλίσσης Ειρήνης εθριάμβευσεν, τότε και ο Όσιος ούτος μετέβη εις Ιεροσόλυμα, επιθυμών να προσκυνήση τους Αγίους Τόπους.
Όσα δε εκεί υπέμεινε δεινά από τους Αγαρηνούς και Εβραίους, εν διαστήματι δώδεκα ολοκλήρων ετών, αδύνατον είναι να περιγράψη τις, θέλων να φυλάξη την συντομίαν. Αναχωρήσας μετά ταύτα εκ των Ιεροσολύμων, μετέβη εις την Ρώμην, ένθα λαβών το Αγγελικόν σχήμα των Μοναχών, εδάμαζε το σώμα του με την εγκράτειαν. Αφού δε απέθανεν ο βασιλεύς Σταυράκιος, και εγένετο βασιλεύς Μιχαήλ ο Κουροπαλάτης, ο και Ραγκαβέ επιλεγόμενος, ο βασιλεύσας εν έτει ωια΄ (811), Πατριάρχης δε Κωνσταντινουπόλεως εγένετο ο Άγιος Νικηφόρος, εστάλη εις την Ρώμην προς τον αγιώτατον Πάπαν ο Άγιος Μιχαήλ ο Συνάδων, ο Ομολογητής, ο οποίος ευρών εκεί τον Όσιον τούτον Γρηγόριον, τον παρέλαβε μεθ’ εαυτού κατά την εις Κωνσταντινούπολιν επάνοδόν του, και τον έφερεν εις το Μοναστήριον, το ευρισκόμενον εν τόπω Ακρίτα (κειμένω παρά την Χαλκηδόνα, και ήδη Κάβο Ακρίτα καλουμένω), και συνηρίθμησεν αυτόν μετά των εκεί Μοναχών. Εκεί λοιπόν ο Όσιος διήγε τον βίον ανυπόδητος, έχων μόνον εν υποκάμισον, κοιμώμενος επί ψιάθου, τρώγων δε και πίνων, ανά δύο ή τρεις ημέρας, ολιγώτατον άρτον και ύδωρ. Είτα εγκλείσας εαυτόν εντός λάκκου βαθυτάτου, εθρήνησεν εκεί επί πολλά έτη την γενομένην ταραχήν εις την Εκκλησίαν του Χριστού, δια την αθέτησιν των Αγίων Εικόνων. Ύστερον δε εξελθών του λάκκου, ενεκλείσθη εις τι στενώτατον κελλίον, σκεπόμενος από δερμάτινον υποκάμισον. Πληρών δε ύδατος πίθον μέγαν, ο οποίος ευρίσκετο εις τον κήπον, εξέβαλλε την νύκτα το υποκάμισόν του και εμβαίνων εις τον πίθον, εκεί ανεγίγνωσκεν όλον το ψαλτήριον· όταν δε αυτό ετελείωνε, τότε εξήρχετο, και τούτο εποίει καθ’ όλας τας ημέρας της ζωής του. Με τοιούτους λοιπόν αγώνας καλώς αγωνιζόμενος ο μακάριος παρέδωκε την ψυχήν του εις χείρας Θεού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου