Φιλόσοφος, ο μέγας Μάρτυς του Χριστού, είχε μεν πατρίδα την Αλεξάνδρειαν, καθώς διηγήθη περί αυτού ο μέγας εν Ασκηταίς Αντώνιος, ετελείωσε δε το Μαρτύριον με τον ακόλουθον τρόπον: Εις Αλεξάνδρειαν ήτο κήπος τις ωραιότατος, πλήρης πάσης αισθητής χάριτος και εντός αυτού προσέταξεν ο τότε τύραννος να στρωθή κλίνη κεκαλλωπισμένη, επί της οποίας εξήπλωσαν ύπτιον τον Άγιον τούτον Φιλόσοφον, δέσαντες αυτού τας χείρας και τους πόδας.
Τότε έφεραν πόρνην τινά, η οποία εστάθη άνωθεν του Αγίου και όχι μόνον δι’ ασέμνων λόγων παρεκίνει τον Άγιον εις αισχράν πράξιν, αλλά και προς τούτοις ενηγκαλίζετο αυτόν δια των μιαρών χειρών της και τον κατεφίλει και ασυστόλως τον ήγγιζεν. Όθεν ο γενναιότατος του Κυρίου αγωνιστής, καίτοι δεδεμένος, εύρεν όμως τρόπον να λυτρωθή εκ των βρόχων της πόρνης. Πρώτον λοιπόν έκλεισεν ο Άγιος τους οφθαλμούς του, δια να μη βλέπη την πόρνην, έπειτα δε δαγκάσας την γλώσσαν δια των οδόντων, με τους ανυποφόρους πόνους, ους εδοκίμαζε, κατέστησε τας αισθήσεις του σώματος αναισθήτους εις την ηδονήν. Κατόπιν, ενώ το στόμα του ήτο πλήρες αίματος, έπτυσεν εις το πρόσωπον και εις τα φορέματα της ακαθάρτου και μιαράς πόρνης, ήτις βλέπουσα το αίμα ρέον ποταμηδόν εφοβήθη και συνεστάλη. Με τούτον τον τρόπον αγωνισθείς ο μεγαλόψυχος και μη νικηθείς, αλλά νικήσας, απαθής διεφυλάχθη, Χάριτι Χριστού· όθεν αποκεφαλισθείς ύστερον απήλθε στεφανηφόρος εις τα ουράνια και χαίρει χαράν αιώνιον και ανεκλάλητον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου