Μύρων ο Άγιος
Επίσκοπος Κρήτης εγεννήθη εν τινι πόλει της Κρήτης, Αυρακία ονομαζομένη,
πλησίον της Κνωσού, στολίζων το γένος του με την κατά Θεόν ευσέβειαν. Ενήλιξ
συνεζεύχθη νομίμως και εκαλλιέργει την γην, δια δε της καρποφορίας και εσοδείας
των γεννημάτων του ηλέει τους πτωχούς, όσον δε αυτός ηλέει, τόσον και οι καρποί
των αγρών του ηύξανον. Η συμπάθεια δε και ευσπλαγχνία, την οποίαν ησθάνετο ο
Άγιος υπέρ των πτωχών, ήτο υπέρ άνθρωπον. Λέγουσιν επί παραδείγματι ότι ούτος συνέλαβέ
ποτε εις το αλώνιόν του δέκα ανθρώπους κλέπτοντας σίτον και οι οποίοι ως εκ της
μεγάλης αυτών πλεονεξίας εγέμισαν τους σάκκους των τόσον, ώστε δεν ηδύναντο
ένεκα του βάρους να τους σηκώσωσιν, αλλ’ ούτε ήθελον να αδειάσωσιν εξ αυτών
ολίγον σίτον, ίνα δυνηθώσιν ούτως ελευθέρους να τους κινήσωσι.
Τούτους λοιπόν συλλαβών επ’ αυτοφώρω ο Άγιος, αντί να δείρη και τιμωρήση αυτούς δια την κλοπήν, απ’ εναντίας τους ελυπήθη ο αοίδιμος, και με τας ιδίας του χείρας εβοήθησεν έκαστον αυτών και εφορτώθησαν τους σάκκους εις τους ώμους των όχι δε μόνον τούτο, αλλά και παρήγγειλεν εις αυτούς να μη φανερώσωσι το τοιούτον εις ουδένα, ίνα μη χάση τον μισθόν της ελεημοσύνης και ανεξικακίας του. Δια τας αρετάς του λοιπόν ταύτας εχειροτονήθη Ιερεύς εις την Εκκλησίαν του Θεού· αφού δε έπαυσεν ο κατά των Χριστιανών διωγμός, ανέβη εις τον θρόνον της Επισκοπής, γενόμενος Αρχιερεύς της Κρήτης. Όθεν πολλάς δυνάμεις και θαύματα εποίησε, διότι εδίωξε δράκοντα ο οποίος έβλαπτε τον τόπον εις τον οποίον ενεφώλευεν, ημπόδισε την ροήν ποταμού, ο οποίος ωνομάζετο Τρίτων, επειδή επλημμύρισεν ότε έμελλεν ο Άγιος να διέλθη δι’ αυτού. Ο ποταμός δε ούτος, αναχαιτισθείσης της ροής του κατά την προσταγήν του Αγίου, δεν έτρεξε πλέον, καθώς πρότερον, αλλ’ έμενεν ούτω στάσιμος μέχρις ου επέστρεψεν ο Άγιος και διήλθε πάλιν δι’ αυτού· αφού δε επανήλθεν ο Άγιος εις τον οίκον του, έστειλε την ράβδον του με ανθρώπους τινάς, οι οποίοι, ταράξαντες το ύδωρ του ποταμού με την ράβδον του Αγίου, έκαμαν τον ποταμόν να επαναλάβη την φυσικήν του ροήν. Ταύτα και άλλα περισσότερα θαύματα ποιήσας ο μακάριος Μύρων, και το επίλοιπον διάστημα της ζωής του διελθών θεοφιλώς και οσίως, και πανηγυρίσας λαμπρώς εις τας εορτάς των Αγίων Μαρτύρων, προς Κύριον εξεδήμησεν, ήδη γέρων εκατοντούτης.
Τούτους λοιπόν συλλαβών επ’ αυτοφώρω ο Άγιος, αντί να δείρη και τιμωρήση αυτούς δια την κλοπήν, απ’ εναντίας τους ελυπήθη ο αοίδιμος, και με τας ιδίας του χείρας εβοήθησεν έκαστον αυτών και εφορτώθησαν τους σάκκους εις τους ώμους των όχι δε μόνον τούτο, αλλά και παρήγγειλεν εις αυτούς να μη φανερώσωσι το τοιούτον εις ουδένα, ίνα μη χάση τον μισθόν της ελεημοσύνης και ανεξικακίας του. Δια τας αρετάς του λοιπόν ταύτας εχειροτονήθη Ιερεύς εις την Εκκλησίαν του Θεού· αφού δε έπαυσεν ο κατά των Χριστιανών διωγμός, ανέβη εις τον θρόνον της Επισκοπής, γενόμενος Αρχιερεύς της Κρήτης. Όθεν πολλάς δυνάμεις και θαύματα εποίησε, διότι εδίωξε δράκοντα ο οποίος έβλαπτε τον τόπον εις τον οποίον ενεφώλευεν, ημπόδισε την ροήν ποταμού, ο οποίος ωνομάζετο Τρίτων, επειδή επλημμύρισεν ότε έμελλεν ο Άγιος να διέλθη δι’ αυτού. Ο ποταμός δε ούτος, αναχαιτισθείσης της ροής του κατά την προσταγήν του Αγίου, δεν έτρεξε πλέον, καθώς πρότερον, αλλ’ έμενεν ούτω στάσιμος μέχρις ου επέστρεψεν ο Άγιος και διήλθε πάλιν δι’ αυτού· αφού δε επανήλθεν ο Άγιος εις τον οίκον του, έστειλε την ράβδον του με ανθρώπους τινάς, οι οποίοι, ταράξαντες το ύδωρ του ποταμού με την ράβδον του Αγίου, έκαμαν τον ποταμόν να επαναλάβη την φυσικήν του ροήν. Ταύτα και άλλα περισσότερα θαύματα ποιήσας ο μακάριος Μύρων, και το επίλοιπον διάστημα της ζωής του διελθών θεοφιλώς και οσίως, και πανηγυρίσας λαμπρώς εις τας εορτάς των Αγίων Μαρτύρων, προς Κύριον εξεδήμησεν, ήδη γέρων εκατοντούτης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου