Ελεάζαρος ο ευσεβέστατος διδάσκαλος
και οι επτά Μακκαβαίοι μαθηταί αυτού Αβείρ, Αντώνιος, Γουρίας, Ελεάζαρος,
Ευσεβωνάς, Αχείμ (Εν δε τω χειρογράφω Συναξαριστή γράφεται Ευλάλου· εν άλλω δε
Συναξαριστή γράφεται Μάρκου.) και Μάρκελλος και η μήτηρ αυτών Σολομονή ήκμασαν
κατά τους χρόνους του βασιλέως Αντιόχου, υιού Σελεύκου, εν έτει από μεν κτίσεως
κόσμου ετκη΄ (5328), προ Χριστού δε ρογ΄ (173).
Αναγκασθέντες δε οι Άγιοι ούτοι υπό του βασιλέως Αντιόχου (όστις εξώντωσε και ηχμαλώτισεν άπαν το γένος των Εβραίων) να αρνηθώσι τας συνηθείας και διατάξεις τας παραδεδομένας υπό του νόμου και των προγόνων των, τρώγοντες χοιρινά κρέατα, δεν επείσυησαν εις τούτο, φυλάττοντες την παραγγελίαν του θείου νόμου την λέγουσαν· «Τον υν, ότι διχηλεί οπλήν τούτο, και ονυχίζει όνυχας οπλής, και τούτο ουκ ανάγει μηρυκισμόν, ακάθαρτον τούτο υμίν· από των κρεάτων αυτών ου φάγεσθε και των θνησιμαίων αυτών ουχ άψεσθε, ακάθαρτα ταύτα υμίν» (Λευϊτ. ια: 7- 8). Τουτέστι, μη φάγητε τον χοίρον, διότι αυτός έχει μεν τους όνυχας εσχισμένους εις δύο, δεν μηρυκάζει δε, ήτοι δεν αναμασά την τροφήν του· διο εκ των κρεάτων του χοίρου μη φάγητε, και το νεκρόν σώμα αυτού μη εγγίσετε, διότι είναι ακάθαρτα. Τούτου ένεκα του μεν Ελεαζάρου έδεσαν οπίσω τας χείρας, και αφού εμαστίγωσαν αυτόν ισχυρώς, έχυσαν εντός της ρινός του υγρά τινα δυσώδη και δριμέα· είτα έρριψαν αυτόν εις πυράν, εις την οποίαν προσευχηθείς να γίνη το αίμα και ο θάνατός του λύτρωσις και ελευθερία όλου του γένους του, ούτω παρέδωκεν ο αοίδιμος την ψυχήν του εις χείρας Θεού. Τους δε Αγίους επτά Παίδας έφερεν ενώπιόν του ο τύραννος και ετιμώρησεν αυτούς, έκαστον κατά τους χρόνους της ηλικίας του, με τροχούς, με ακόντια, με πυρ και με άλλα όργανα τιμωρητικά, τα οποία ενεπήγοντο εις τας αρθρώσεις του σώματος. Όθεν οι μακάριοι Παίδες, αποθανόντες εν μέσω των τοιούτων βασάνων, απέδειξαν, ότι ο λογισμός είναι κύριος και αυτοκράτωρ των παθών, και δεν νικάται υπ’ αυτών χωρίς να θέλη· (Ως τούτο αποδεικνύει ο Εβραίος Ιώσηπος εις τον ολόκληρον λόγον ον συνέγραψε περί αυτοκράτορος λογισμού, ός τις άρχεται ούτω: «Φιλοσοφώτατον λόγον επιδεικνύεσθαι μέλλων»)· ούτω δε έλαβον παρά Κυρίου τους στεφάνους της αθλήσεως. Μετά ταύτα η μήτηρ αυτών Σολομονή, βλέπουσα τους επτά υιούς της ανδρείως τελειωθέντας, εχάρη και χωρίς ουδείς να επιθέση χείρα επ’ αυτής, προσήλθε μόνη και ερρίφθη εντός της ανημμένης πυράς, και ούτω παρέδωκε την ψυχήν της εις χείρας Θεού. Τελείται δε η αυτών σύναξις εις τον μαρτυρικόν αυτών Ναόν, τον ευρισκόμενον εις το έμβασμα το λεγόμενον του Δομινίκου και πέραν εις την Ελαίαν. (Σημείωσε, ότι ο μεν Θεολόγος Γρηγόριος ένα εγκωμιαστικόν λόγον πλέκει εις τας μαρτυρικάς κεφαλάς των Αγίων τούτων Μακκαβαίων, ου η αρχή: «Τι δε οι Μακκαβαίοι;» ο δε Χρυσόστομος τρεις λόγους συνέγραψε, περιεχομένους εν τω πέμπτω τόμω της εν Ετώνη εκδόσεως και πεντηκοστώ της εκδόσεως Migne, ων του μεν πρώτου η αρχή: «Ως φαιδρά και περιχαρής ημίν», του δευτέρου: «Άπαντας μεν ουν εγκωμιάσαι», ον και παραθέτομεν ανωτέρω· του δε τρίτου· «Και τοις Μάρτυσιν ορών». Αξιόλογον δε είναι εκείνο, το οποίον γράφει περί αυτών ο ρηθείς Γρηγόριος· «Οι προ των Χριστού παθών μαρτυρήσαντες, τι ποτε δράσειν έμελλον μετά Χριστόν διωκόμενοι, και τον εκείνου υπέρ ημών μιμούμενοι θάνατον. Ει γαρ χωρίς υποδείγματος τοιούτοι και τοσούτοι την αρετήν, πως ουκ αν ώφθησαν γενναιότεροι μετά του υποδείγματος κινδυνεύοντες; Και άμα μυστικός τις και απόρρητος ούτος ο λόγος, σφόδρα πιθανός εμοί γουν και πάσι τοις φιλοθέοις, μηδένα των προ της Χριστού παρουσίας τελειωθέντων δίχα της εις Χριστόν πίστεως τούτου τυχείν· ο γαρ Λόγος επαρρησιάσθη μεν ύστερον καιροίς ιδίοις, εγνωρίσθη δε και πρότερον τοις καθαροίς την διάνοιαν». Σημείωσαι, ότι το λείψανον της Αγίας Σολομονής σώζεται ολόκληρον εν τω Πατριαρχείω της Κωνσταντινουπόλεως. Εις το Μαρτύριον τούτων λόγων συνέγραψεν ο Ιώσηπος, ου η αρχή: «Φιλοσοφώτατον λόγον επιδείκνυσθαι μέλλων». Ευρίσκεται δε εν τη Μεγίστη Λαύρα και έτερος λόγος συντομώτερος προς αυτούς, ου η αρχή· «Ότι των παθών αυτοκράτωρ ο λογισμός»).
Αναγκασθέντες δε οι Άγιοι ούτοι υπό του βασιλέως Αντιόχου (όστις εξώντωσε και ηχμαλώτισεν άπαν το γένος των Εβραίων) να αρνηθώσι τας συνηθείας και διατάξεις τας παραδεδομένας υπό του νόμου και των προγόνων των, τρώγοντες χοιρινά κρέατα, δεν επείσυησαν εις τούτο, φυλάττοντες την παραγγελίαν του θείου νόμου την λέγουσαν· «Τον υν, ότι διχηλεί οπλήν τούτο, και ονυχίζει όνυχας οπλής, και τούτο ουκ ανάγει μηρυκισμόν, ακάθαρτον τούτο υμίν· από των κρεάτων αυτών ου φάγεσθε και των θνησιμαίων αυτών ουχ άψεσθε, ακάθαρτα ταύτα υμίν» (Λευϊτ. ια: 7- 8). Τουτέστι, μη φάγητε τον χοίρον, διότι αυτός έχει μεν τους όνυχας εσχισμένους εις δύο, δεν μηρυκάζει δε, ήτοι δεν αναμασά την τροφήν του· διο εκ των κρεάτων του χοίρου μη φάγητε, και το νεκρόν σώμα αυτού μη εγγίσετε, διότι είναι ακάθαρτα. Τούτου ένεκα του μεν Ελεαζάρου έδεσαν οπίσω τας χείρας, και αφού εμαστίγωσαν αυτόν ισχυρώς, έχυσαν εντός της ρινός του υγρά τινα δυσώδη και δριμέα· είτα έρριψαν αυτόν εις πυράν, εις την οποίαν προσευχηθείς να γίνη το αίμα και ο θάνατός του λύτρωσις και ελευθερία όλου του γένους του, ούτω παρέδωκεν ο αοίδιμος την ψυχήν του εις χείρας Θεού. Τους δε Αγίους επτά Παίδας έφερεν ενώπιόν του ο τύραννος και ετιμώρησεν αυτούς, έκαστον κατά τους χρόνους της ηλικίας του, με τροχούς, με ακόντια, με πυρ και με άλλα όργανα τιμωρητικά, τα οποία ενεπήγοντο εις τας αρθρώσεις του σώματος. Όθεν οι μακάριοι Παίδες, αποθανόντες εν μέσω των τοιούτων βασάνων, απέδειξαν, ότι ο λογισμός είναι κύριος και αυτοκράτωρ των παθών, και δεν νικάται υπ’ αυτών χωρίς να θέλη· (Ως τούτο αποδεικνύει ο Εβραίος Ιώσηπος εις τον ολόκληρον λόγον ον συνέγραψε περί αυτοκράτορος λογισμού, ός τις άρχεται ούτω: «Φιλοσοφώτατον λόγον επιδεικνύεσθαι μέλλων»)· ούτω δε έλαβον παρά Κυρίου τους στεφάνους της αθλήσεως. Μετά ταύτα η μήτηρ αυτών Σολομονή, βλέπουσα τους επτά υιούς της ανδρείως τελειωθέντας, εχάρη και χωρίς ουδείς να επιθέση χείρα επ’ αυτής, προσήλθε μόνη και ερρίφθη εντός της ανημμένης πυράς, και ούτω παρέδωκε την ψυχήν της εις χείρας Θεού. Τελείται δε η αυτών σύναξις εις τον μαρτυρικόν αυτών Ναόν, τον ευρισκόμενον εις το έμβασμα το λεγόμενον του Δομινίκου και πέραν εις την Ελαίαν. (Σημείωσε, ότι ο μεν Θεολόγος Γρηγόριος ένα εγκωμιαστικόν λόγον πλέκει εις τας μαρτυρικάς κεφαλάς των Αγίων τούτων Μακκαβαίων, ου η αρχή: «Τι δε οι Μακκαβαίοι;» ο δε Χρυσόστομος τρεις λόγους συνέγραψε, περιεχομένους εν τω πέμπτω τόμω της εν Ετώνη εκδόσεως και πεντηκοστώ της εκδόσεως Migne, ων του μεν πρώτου η αρχή: «Ως φαιδρά και περιχαρής ημίν», του δευτέρου: «Άπαντας μεν ουν εγκωμιάσαι», ον και παραθέτομεν ανωτέρω· του δε τρίτου· «Και τοις Μάρτυσιν ορών». Αξιόλογον δε είναι εκείνο, το οποίον γράφει περί αυτών ο ρηθείς Γρηγόριος· «Οι προ των Χριστού παθών μαρτυρήσαντες, τι ποτε δράσειν έμελλον μετά Χριστόν διωκόμενοι, και τον εκείνου υπέρ ημών μιμούμενοι θάνατον. Ει γαρ χωρίς υποδείγματος τοιούτοι και τοσούτοι την αρετήν, πως ουκ αν ώφθησαν γενναιότεροι μετά του υποδείγματος κινδυνεύοντες; Και άμα μυστικός τις και απόρρητος ούτος ο λόγος, σφόδρα πιθανός εμοί γουν και πάσι τοις φιλοθέοις, μηδένα των προ της Χριστού παρουσίας τελειωθέντων δίχα της εις Χριστόν πίστεως τούτου τυχείν· ο γαρ Λόγος επαρρησιάσθη μεν ύστερον καιροίς ιδίοις, εγνωρίσθη δε και πρότερον τοις καθαροίς την διάνοιαν». Σημείωσαι, ότι το λείψανον της Αγίας Σολομονής σώζεται ολόκληρον εν τω Πατριαρχείω της Κωνσταντινουπόλεως. Εις το Μαρτύριον τούτων λόγων συνέγραψεν ο Ιώσηπος, ου η αρχή: «Φιλοσοφώτατον λόγον επιδείκνυσθαι μέλλων». Ευρίσκεται δε εν τη Μεγίστη Λαύρα και έτερος λόγος συντομώτερος προς αυτούς, ου η αρχή· «Ότι των παθών αυτοκράτωρ ο λογισμός»).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου