Συμεών ο Όσιος Πατήρ ημών, ο αποκληθείς Μεταφραστής πατρίδα είχε την Κωνσταντινούπολιν, ακμάσας κατά τους χρόνους του ευσεβεστάτου βασιλέως Λέοντος ΣΤ΄ του Σοφού, του εν έτει ωπστ΄ (886) βασιλεύσαντος (886-912), ωνομάζετο δε πρότερον Νικήτας Παφλαγών, δια δε την αρετήν και σοφίαν αυτού υψώθη εις το αξίωμα του Μαγίστρου και Λογοθέτου, και απελάμβανε μεγάλας τιμάς παρά του βασιλέως.
Όταν δε επήγαν εις την Κρήτην οι Άραβες με πλοία και ελεηλάτουν διαφόρους πόλεις και κώμας, τότε ο βασιλεύς εξέλεξεν άρχοντα τον μέγαν και στρατηγικώτατον Ημέριον, μετά του οποίου απέστειλε και τον Νικήταν τούτον τον Παφλαγόνα πρέσβυν προς τους Άραβας, τους τυραννούντας την Κρήτην, δώσας πληρεξουσιότητα εις τους δύο τούτους ή να υποτάξωσιν αυτούς ειρηνικώς εις την βασιλείαν ή να τους εξολοθρεύσωσι δια του πολέμου, καθώς ταύτα διηγείται ο ίδιος ούτος ο Μεταφραστής εις τον Βίον της προρρηθείσης Οσίας Θεοκτίστης της Λεσβίας, της κατά την ημέραν ταύτην εορταζομένης. Καίτοι δε ο βασιλεύς υπερηγάπα και ετίμα πολύ τον Όσιον, τόσον δια την σοφίαν και αρετήν του, όσον και δια την φυσικήν ανδρείαν και επιτηδειότητα και εμπειρίαν εις τους πολέμους, μολοντούτο ο αοίδιμος Νικήτας δεν προσηλούτο εις τα μάταια ταύτα, αλλ΄ εμελέτα προ πολλού να παραιτήση τα κοσμικά πράγματα και να γίνη Μοναχός. Όθεν είπε προς τον βασιλέα, ότι, εάν επανέλθη νικητής εκ Κρήτης, να του εκπληρώση χάριν τινά, την οποίαν μέλλει να ζητήση· ο δε βασιλεύς υπεσχέθη ότι αναμφιβόλως θέλει πραγματοποιήσει την αίτησίν του. Όθεν μεταβάς εις Κρήτην με τον Ημέριον, ελάλησεν ως απεσταλμένος ενώπιον των αρχηγών των Αράβων και τοσούτον επράϋνεν αυτούς με την σοφίαν των λόγων του, ώστε αμαχητί τους ενίκησε και κατέπεισε να πληρώνωσι φόρον εις τον βασιλέα. Επανελθών όθεν νικητής εις την Κωνσταντινούπολιν, προσεκύνησε τον βασιλέα και τον παρεκάλεσε να του δώση την υποσχεθείσαν χάριν. Ο δε βασιλεύς, μη γνωρίζων τι θα ζητήση παρ’ αυτού, έδωκε την χείρα του εις τον Νικήταν και την ησπάσθη, διότι τοιαύτη ήτο συνήθεια, νομίζων ότι θα ζητήση χρυσόν ή καμμίαν τιμήν μεγαλυτέραν, καθώς ποθούσιν οι φιλόκοσμοι. Ο δε φιλόχριστος μάλλον ή φιλόχρυσος Νικήτας δεν εζήτησεν άλλο δώρον παρά του βασιλέως, ειμή το να τον αφήση να γίνη Μοναχός. Τότε ο βασιλεύς ελυπήθη μεν διότι έμελλε να στερηθή τοιούτον σοφόν και στρατηγικώτατον άνδρα, αλλά μη δυνάμενος να παραβή την υπόσχεσίν του, ενηγκαλίσθη τον θείον Νικήταν μετά δακρύων και τον εφίλησε λέγων· «Ύπαγε, τέκνον, εις το έλεος του Θεού, τον οποίον παρεκάλει και δια τας ιδικάς μου αμαρτίας», απελθών δε ο Άγιος εις Μονήν εκάρη Μοναχός και μετωνομάσθη Συμεών. Αφού λοιπόν έγινεν ο Όσιος Μοναχός και ελυτρώθη από την σύγχυσιν του κόσμου, τότε συνεκέντρωσεν εκάθηρε και λόγω εκαλλώπισεν όσους Βίους Αγίων εύρε μέχρι τότε γνωστούς. Έπειτα, καθό πλούσιος ων και έχων δύναμιν και μέσα, έστειλεν ανθρώπους εις διαφόρους πόλεις και τόπους και έφεραν εις αυτόν όσους Βίους Αγίων ηδυνήθησαν να εύρουν, τους οποίους αυτός πάλιν μετέφρασεν εις γλυκυτάτην φράσιν και εκ της αιτίας ταύτης επωνομάσθη Μεταφραστής. Πάντα δε όσα έγραψεν είναι αληθή και αλάνθαστα, τα οποία και αυτοί οι διδάσκαλοι των Λατίνων μετέφρασαν εις το λατινικόν· περιέχεται δε και ο Όσιος ούτος Συμεών εις τα Συναξάριά των ως Άγιος και τον εορτάζουσιν, επειδή εμόχθησε τόσον δια τον Κύριον και δια τους Αγίους του. Ούτως οσίως και εναρέτως πολιτευόμενος ο Όσιος και πλείστους όσους ωφελήσας και ωφελών καθ’ εκάστην δια του λίαν διδακτικού και γλαφυρωτάτου περιεχομένου των υπ’ αυτού συγγραφέντων Βίων των Αγίων, απήλθε προς Κύριον, ίνα συναγάλλεται αιωνίως μετά των Αγίων Αυτού, πρεσβεύων απαύστως υπέρ πάντων ημών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου