Αντώνιος ο Άγιος Μάρτυς ήτο από την χώραν των Σύρων, λιθοξόος την τέχνην. Βλέπων δε τους Έλληνας συνεβούλευσεν αυτούς να αφήσωσι την πλάνην ταύτην. Επειδή όμως δεν εισηκούετο, ανεχώρησεν εις έρημον τόπον, ένθα εύρεν Αναχωρητήν τινα και δούλον του Θεού, Τιμόθεον ονομαζόμενον, και μετ’ αυτού συνέζησε τρία έτη. Έπειτα λαβών τας ευχάς του, κατέβη πάλιν εις το χωρίον του, εις το οποίον κατώκει ο πεπλανημένος εκείνος λαός των Ελλήνων. Ευρών λοιπόν αυτούς εορτάζοντας τους δαίμονας, εισήλθεν εντός του ναού των και κατέθραυσεν όλα τα είδωλα· διο και συλληφθείς υπ’ αυτών εδάρη δυνατά. Έπειτα επήγεν εις την Απάμειαν της Συρίας και παρακαλέσας τον Επίσκοπον, ονόματι Όσιον, έλαβε από αυτόν εξουσίαν να κτίση Ναόν εις το όνομα της Αγίας Τριάδος. Όταν λοιπόν ήρχισε την οικοδομήν, έμαθον τούτο οι ομοχώριοί του Έλληνες, οίτινες ελθόντες δια νυκτός με ξύλα ασπλάγχνος αυτόν εθανάτωσαν και ούτω παρέδωκε την ψυχήν του εις χείρας Θεού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου