Κλήμης ο μέγας πατήρ ημών και της Βουλγαρίας φωστήρ λαμπρότατος και κήρυξ μεγαλοφωνότατος ήκμασε κατά τους χρόνους του βασιλέως του Βυζαντίου Μιχαήλ του Γ΄, υιού του Θεοφίλου, του εν έτει ωμβ΄ (842) βασιλεύσαντος, κατήγετο δε εκ της εν τη Ευρώπη Μοισίας, την οποίαν τώρα ονομάζουσι Βουλγαρίαν, ως κατοικηθείσαν υπό των Βουλγάρων. Εκ του γένους τούτου των Βουλγάρων κατήγετο ο Όσιος ούτος Κλήμης, ήτο δε εκ κοιλίας μητρός του εκλελεγμένος παρά Θεού, ως ο Σαμουήλ, και από της βρεφικής του ηλικίας ηγάπησε την φιλόθεον και ενάρετον πολιτείαν, την οποίαν και ηκολούθησε.
Πρώτος δε αυτός μετά των Οσίων Ναούμ, Αγγελαρίου και Γοράσδου εδιδάχθη με επιμέλειαν την θείαν Γραφήν, η οποία μετεγλωττίσθη, με την συνεργίαν του Θεού, εις την γλώσσαν των Βουλγάρων παρά του θείου Κυρίλλου, όστις ήτο αληθώς θεόσοφος και ισαπόστολος πατήρ, και εχρημάτισε πρώτος διδάσκαλος της θεοσεβείας και της Ορθοδόξου πίστεως εις το Βουλγαρικόν έθνος, ομού με τον θείον Μεθόδιον. Επειδή δε ο Άγιος ούτος Κλήμης ήτο γη γόνιμος και αγαθή, δια τούτο, δεχθείς εις την καρδίαν του τον ευαγγελικόν σπόρον της αληθείας και των θείων Γραφών, εκαρποφόρησε πολύν τον καρπόν εις εξήκοντα και εις εκατόν, κατά την φωνήν του Κυρίου, καθώς δια των έργων και των πραγμάτων απέδειξε τούτο αληθές. Αγαπήσας ούτος την παρθενικήν ζωήν των Μοναχών, ποίον είδος αρετής δεν μετεχειρίσθη; Ή ποίαν τέχνην δεν επενόησε δια να νικήση τα πάθη; Διότι δια μεν της ησυχίας απέφυγε τον πόλεμον, ο οποίος έρχεται έξωθεν από τας πέντε αισθήσεις, δια της νηστείας δε και σκληραγωγίας του σώματος απεμάρανε τας φιληδόνους ορμάς και επιθυμίας και δια της συνεχούς προσοχής και προσευχής εξήλειψεν από της ψυχής τας εμπαθείς φαντασίας και τους πονηρούς λογισμούς. Τα χαρακτηριστικά δε σημεία της ψυχής του μακαρίου Κλήμεντος ήσαν ταύτα τα δύο: αγάπη αδιάκοπος και ταπείνωσις ανυπόκριτος. Με τοιούτον λοιπόν τρόπον στοιχειωθείς ο ιερός Κλήμης δια του θείου νόμου εκ νεαράς του ηλικίας και την κατά το Ευαγγέλιον πολιτείαν ακριβώς μεταχειριζόμενος, κατά μεν το παρόν κατέστη συνεργός με τους ανωτέρω διδασκάλους του Κύριλλον και Μεθόδιον και έγινεν οδηγός της ευσεβείας εις το έθνος των Βουλγάρων, υπομένων και αυτός τους ιδίους εκείνους πειρασμούς, τους οποίους υπέμειναν και οι ανωτέρω διδάσκαλοί του από την δυναστείαν των αιρετικών, οι οποίοι εξουσίαζον κατά τον καιρόν εκείνον, καθώς αναφέρει τους πειρασμούς αυτούς ο κατά πλάτος Βίος των ανωτέρω Αγίων. Αφ’ ου δε ο μεν θεσπέσιος Κύριλλος απήλθεν εις την άνω ζωήν, ο δε Μεθόδιος εγένετο Αρχιεπίσκοπος Μοράβου και Βουλγαρίας, τότε ο θείος ούτος Κλήμης εχειροτονήθη από τον Μεθόδιον Επίσκοπος όλης της Ιλλυρίας, και του την Ιλλυρίαν εξουσιάζοντος έθνους των Βουλγάρων και της Λυχνιδών πόλεως, ήτοι της Αχρίδος και της Γλαβινίτσας, εις τας οποίας ταύτας πόλεις και επαρχίας αφήκεν ο Άγιος υπομνήματα και σημεία της αρετής αυτού και αγιότητος. Εις την Αχρίδα έκτισεν ο Άγιος εκ θεμελίων Ιερόν Ναόν και Μοναστήριον του Αγίου Παντελεήμονος, όπου διήγε ζωήν ασκητικήν ο αοίδιμος και από του Μοναστηρίου τούτου, ως από λυχνίας υψηλής, διέχεεν εις όλον το ποίμνιόν του τας ακτίνας της αρετής και της θείας Χάριτος. Αφ’ ου απήλθεν εις την ουράνιον ζωήν, αφήκεν εις αυτό το ίδιον Μοναστήριον το ιερόν του λείψανον, ως πολύτιμον θησαυρόν και απόκτημα όλου του κόσμου αντάξιον, υπό του οποίου καθ’ εκάστην θεραπεύεται κάθε πάθος και ασθένεια. Όθεν το Ιερόν εκείνο Μοναστήριον εχαρίσθη παρά Θεού εις τους εκεί προστρέχοντας Χριστιανούς ως εν κοινόν και άμισθον ιατρείον. Εκτός δε των άλλων κειμηλίων, τα οποία αφήκεν εις την Αχρίδα ο τρισόλβιος Κλήμης, απεθησαύρισεν εις αυτήν και βιβλία ιερά, γεννήματα της ιδικής του υψηλής διανοίας και πονήματα της αγίας χειρός του, τα οποία τιμώνται και σέβονται υφ’ όλου του Βουλγαρικού έθνους όχι ολιγώτερον από τας θεογράφους πλάκας του Μωϋσέως. Αλλά εις την ρηθείσαν Γλαβινίτσαν φαίνονται στύλοι πέτρινοι, οι οποίοι σώζονται έως την σήμερον, επ’ αυτών δε είναι κεχαραγμένα γράμματα, τα οποία διαλαμβάνουσιν ότι υπέστρεψεν εκ του Αγίου Κλήμεντος εις την πίστιν και επίγνωσιν του Χριστού όλον το έθνος των Βουλγάρων. Επειδή δε όλον το έθνος των δεν επίστευσεν ευθύς τον Χριστόν, ούτε όλον εφωτίσθη δια του αγίου Βαπτίσματος, αλλ’ έμεινεν ακόμη πολύ μέρος αυτού έχον βαρβαρικήν θηριότητα, τούτου ένεκα ο θεσπέσιος Κλήμης, με τας καθημερινάς θεοπνεύστους διδαχάς του, ωδήγησεν εις θεογνωσίαν όλον το έθνος και την αγριότητα της γνώμης αυτών μετέβαλεν εις ημερότητα και χρηστότητα τρόπων, ώστε μετεχειρίζοντο εις το εξής έννομον και σώφρονα πολιτείαν. Μάλιστα δε κατ’ εξαίρετον λόγον κατώρθωσε τούτο ο μακάριος Κλήμης, επειδή επέτυχε να βαπτίση τον άρχοντα των Βουλγάρων, επειδή επέτυχε να βαπτίση τον άρχοντα των Βουλγάρων, Βόριδα μετονομάσας αυτόν Μιχαήλ, ο οποίος έγινε πρώτος βασιλεύς των Βουλγάρων και ακολούθως έπεισεν αυτόν και τον υιόν του Συμεών να πολιτεύωνται κατά τους νόμους των Χριστιανών· όθεν δι’ αυτών υπέταξεν εις το Ευαγγέλιον ως ένα άνθρωπον όλον το έθνος των Βουλγάρων. Είλκυσε προσέτι ο Άγιος τους Βουλγάρους εις την στενήν και ανωφερή οδόν της κατά Θεόν ζωής, όχι μόνον δια των γλυκυτάτων αυτού λόγων και διδασκαλιών, αλλά μάλλον δια των πολλών θαυμάτων, τα οποία δι’ αυτού ενήργει ο Κύριος· διότι δια του Αγίου τούτου εχάριζεν ο Θεός εις τους τυφλούς την όρασιν, εις τους βωβούς την ομιλίαν και εις τους παραλύτους την ενέργειαν. Αλλά και τους δαιμονισμένους ιάτρευεν ο Θεός δια της προσευχής του Αγίου και με ένα λόγον παντός πάθους και ασθενείας ήτο ο Άγιος ταχύτατος ιατρός· όθεν και νεκρόν παιδίον δια προσευχής του ανέστησε. Τον δε βασιλέα των Βουλγάρων παρεκίνει ο Άγιος να κτίση Ναούς ιερούς και ο βασιλεύς, υπακούων εις τους λόγους του, ευθύς εξετέλει εκείνα τα οποία έλεγεν εις αυτόν ο Άγιος· δια την τοιαύτην δε υπακοήν και γνησίαν αγάπην του προς τον Άγιον επρόκοπτεν εις την αρετήν και έγινε καλλίτερος αφ’ ό,τι ήτο πρότερον. Επειδή δε ο Άγιος εμελέτα να παραιτήση μεν τας φροντίδας της αρχιερωσύνης, να καταφύγη δε εις την ησυχίαν (διότι ήτο υπέργηρως και ασθενής), ο βασιλεύς Μιχαήλ δεν αφήκεν αυτόν να τελειώση το μελετώμενον, αλλά παρακαλέσας θερμώς, μόλις μετά δυσκολίας τον κατέπεισε να μένη εις το ποίμνιόν του έως τέλους της ζωής του. Και λοιπόν, καίτοι έπασχεν ο Άγιος από ασθένειαν και γήρας, όμως πάντα τρόπον μετεχειρίζετο ο αοίδιμος και ωδήγει το ποίμνιόν του εις την της ψυχής σωτηρίαν. Ούτος ο Άγιος εσοφίσθη αφ’ εαυτού και εύρεν άλλους χαρακτήρας γραμμάτων Σλαβονικών, σαφεστέρους και καθαρωτέρους και δι’ αυτών έγραψεν όλην την Αγίαν Γραφήν και τους πανηγυρικούς λόγους των εορτών και τους Βίους των Μαρτύρων και Οσίων και τους ασματικούς Κανόνας. Ταύτα δε τα γράμματα εδίδαξεν εις τα νουνεχέστατα τέκνα των Χριστιανών, εκ των οποίων τα άξια εχειροτόνησεν Ιερείς και το πρώην βάρβαρον και ωμόν Βουλγαρικόν έθνος κατέστησεν ο θείος πατήρ ήμερον και άγιον δια της σπουδής αυτού και προθυμίας και ούτως ετέλεσεν αληθώς έργον Αποστολικόν, διο και ηξιώθη να λάβη περά Θεού και Αποστολικήν Χάριν. Όταν δε ήλθε ο καιρός της αποβιώσεώς του, τότε ο Άγιος απεχαιρέτησεν όλους και συνεβούλευσεν αυτούς· παρακαλέσας έπειτα τον Θεόν δια το ποίμνιόν του (το οποίον ελυπείτο και εθρήνει απαρηγόρητα, μη υποφέρον την ζημίαν και στέρησιν του καλού ποιμένος), ούτως απήλθε προς ον επόθει Χριστόν, χαίρων και αγαλλόμενος. Αλλά και μετά θάνατον εδόξασεν ούτος τον δοξάσαντα αυτόν Κύριον με τας ιατρείας, τας οποίας ενεργεί καθ’ εκάστην εις όσους προστρέχουσιν εις αυτόν μετά πίστεως. Και τώρα συγχορεύει μετά των Αποστόλων, ως κήρυξ της αληθείας και Ισαπόστολος και μετά των Μαρτύρων, ως πολλάκις υπομείνας δεσμά και τιμωρίας δια τον λόγον της αληθείας, μετά των Ιεραρχών δε και Οσίων πρεσβεύει προς Κύριον δια το ποίμνιόν του και δι’ όλον τον κόσμον, ως Ιεράρχης άμα και Όσιος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου