Θεοδοσία η ιερά και παναγία κόρη κατήγετο εκ της Τύρου της εν Φοινίκη,
φθάσασα δε εις το δέκατον όγδοον έτος της ηλικίας της συνελήφθη κατά το έτος
τη΄ (308) υπό των ειδωλολατρών εν Καισαρεία της Παλαιστίνης και ερρίφθη δεσμία
εις τας φυλακάς. Όταν δε εκάθισαν οι κριταί και άρχοντες των Ελλήνων, όπως
κρίνωσι Χριστιανούς τινάς Ομολογητάς της του Χριστού Πίστεως και καταδικάσωσιν
αυτούς, τότε και η Αγία αύτη Θεοδοσία εφέρθη δέσμιος ενώπιον του άρχοντος
Ουρβανού, όστις διέταξεν αυτήν να θυσιάση εις τα είδωλα.
Επειδή δε η Αγία δεν επείσθη, δια τούτο ο θηριώδης ηγεμών τόσας φοβεράς πληγάς προυξένησεν εις τας πλευράς και τους μαστούς της Μάρτυρος, ώστε ούτε τα οστά, ούτε αυτά τα εντόσθια και σπλάγχνα της ο απάνθρωπος αφήκεν αβασάνιστα· αλλ’ η Αγία μετά μεγάλης ανδρείας και άκρας σιωπής όλας τας τιμωρίας ταύτας υπέμεινεν. Ευρισκομένης δε της Αγίας ακόμη εν τη ζωή, ηρώτησε και πάλιν αυτήν ο ηγεμών, εάν θα δεχθή να θυσιάση εις τα είδωλα, παρεκίνει δε αυτήν εις τούτο. Η δε Μάρτυς, βλέπουσα τον ηγεμόνα προσεκτικώς, εμειδίασε και του είπε· «Μη πλανάσαι, ω άνθρωπε, μη πλανάσαι, αλλά γνώριζε, ότι ηξιώθην και εγώ να γίνω συγκοινωνός των του Θεού Αγίων Μαρτύρων». Ο ηγεμών λοιπόν, θεωρήσας τους λόγους τούτους της κόρης προσβλητικούς, εβασάνισεν αυτήν περισσότερον από την πρώτην φοράν, είτα δε έρριψεν αυτήν εις τον βυθόν της θαλάσσης, εκεί δε παρέδωκεν η μακαρία την ψυχήν της εις χείρας Θεού, και ούτως έλαβε παρ’ Αυτού τον αμάραντον στέφανον της αθλήσεως.
Επειδή δε η Αγία δεν επείσθη, δια τούτο ο θηριώδης ηγεμών τόσας φοβεράς πληγάς προυξένησεν εις τας πλευράς και τους μαστούς της Μάρτυρος, ώστε ούτε τα οστά, ούτε αυτά τα εντόσθια και σπλάγχνα της ο απάνθρωπος αφήκεν αβασάνιστα· αλλ’ η Αγία μετά μεγάλης ανδρείας και άκρας σιωπής όλας τας τιμωρίας ταύτας υπέμεινεν. Ευρισκομένης δε της Αγίας ακόμη εν τη ζωή, ηρώτησε και πάλιν αυτήν ο ηγεμών, εάν θα δεχθή να θυσιάση εις τα είδωλα, παρεκίνει δε αυτήν εις τούτο. Η δε Μάρτυς, βλέπουσα τον ηγεμόνα προσεκτικώς, εμειδίασε και του είπε· «Μη πλανάσαι, ω άνθρωπε, μη πλανάσαι, αλλά γνώριζε, ότι ηξιώθην και εγώ να γίνω συγκοινωνός των του Θεού Αγίων Μαρτύρων». Ο ηγεμών λοιπόν, θεωρήσας τους λόγους τούτους της κόρης προσβλητικούς, εβασάνισεν αυτήν περισσότερον από την πρώτην φοράν, είτα δε έρριψεν αυτήν εις τον βυθόν της θαλάσσης, εκεί δε παρέδωκεν η μακαρία την ψυχήν της εις χείρας Θεού, και ούτως έλαβε παρ’ Αυτού τον αμάραντον στέφανον της αθλήσεως.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου