Γνήσια Ορθοδοξη Φωνη

Γνήσια Ορθοδοξη Φωνη

Σάββατο 16 Ιανουαρίου 2016

ΑΝΤΩΝΙΟΣ Ο ΜΕΓΑΣ

  
Γεννήθηκε το 251 στην πόλη Κόμα κατά τη νότια Μέμφιδα κοντά στην Ηρακλεόπολη της Μέσης Αιγύπτου. Οι γονείς του ήσαν Αιγυπτιώτες χριστιανοί. Η ανατροφή του ήτο βέβαια χριστιανική, αλλά κατά περίεργο τρόπο δεν μορφώθηκε σχολικά, αν και ήταν εύπορος. Ο Μ. Αθανάσιος, ο και βιογράφος του, μας πληροφορεί, ότι «γράμματα μαθείν ουκ ηνέσχετο… θεοδίδακτος γενόμενος ο μακάριος και φρόνιμος ην λίαν· και το θαυμαστόν ότι, γράμματα μη μαθών, αγχίνους ην και συνετός άνθρωπος». Αργότερα σε κάποιους ειδωλολάτρες ο Αντώνιος θα ειπή: «μη μαθόντες ημείς γράμματα πιστεύομεν εις τον Θεόν». Ύστερα από τον θάνατο των γονέων του, όταν ήταν περίπου 20 ετών, άκουσε στον ιερό ναό την περικοπή του Ευαγγελίου, που είπεν ο Χριστός στον πλούσιο νεανίσκον· «ει θέλεις τέλειος είναι, ύπαγε πώλησον πάντα τα υπάρχοντά σοι και δος πτωχοίς και δεύρο ακολούθει μοι». Πράγματι· μόλις ετελείωσε η θεία λειτουργία, ο Αντώνιος άρχισε να σκορπάη στους φτωχούς και καταφρονεμένους τη σημαντική περιουσία του. δεν βάσταξε για τον εαυτό του και την αδελφή του που προστάτευε, παρά μόνο ελάχιστα χρήματα. Αλλά όταν άκουσε και πάλι κατά τη θεία λειτουργία το λόγο του Χριστού, «μη μεριμνήσητε εις την αύριον», τότε διανέμει στους απόρους ό,τι είχεν απομείνει. Με σύμφωνη γνώμη οδηγεί την μεν αδελφή του σε παρθενώνα, υποτυπώδες μοναστήρι της εποχής, αυτός δε παραμένει μόνος στο σπίτι του ασκούμενος. Η άσκησή του συνίστατο στην νηστεία, την αγρυπνία και την προσευχή. Η τροφή του ήταν ψωμί και νερό μετά τη δύση του ηλίου στην αρχή κι΄ αργότερα έτρωγε κάθε δύο ημέρες και μετά ανά τέσσερες. Αργότερα εγκατέλειψε το σπίτι του και εγκαταστάθηκε σε ησυχαστικό τόπο έξω από την Ηρακλεόπολη. Εκεί ανεύρε και κάποιον γέροντα ασκητή που ζούσε ησυχαστικά από την νεότητά του. Πλησίον του παρέμεινε μικρό διάστημα μετά το οποίο ανεχώρησε για περισσότερη ησυχία. Βρήκε ένα τάφο που τον μετέβαλε σε παλαίστρα. Εκεί παρέμεινε αρκετά χρόνια παλεύοντας με το διάβολο, για να αναχωρήση και πάλι σε βαθύτερη έρημο. Αφού διαπέρασε τον Νείλο, προχώρησε προς τα όρη της δεξιάς όχθης, που εκτείνονται προς την Αραβία και εγκατεστάθη σε κάποια ερείπια κοντά σε πηγή στη λιβυκή έρημο Πισπίρ. Στην έρημο αυτή παρέμεινεν ως είκοσι χρόνια ασκούμενος μέσα σε αδιάλειπτο πόλεμο με τους δαίμονες. Η φήμη του άρχισε να απλώνεται μεταξύ μοναχών και λαϊκών. Ο Αντώνιος εδέχετο τους προσερχομένους σ΄ αυτόν και τους εδίδασκε περί σωτηρίας ψυχής. «Ταύτα διαλεγομένου του Αντωνίου πάντες έχαιρον και των μεν ο έρως της αρετής ηύξανε, των δε η ολιγωρία περεκβάλλετο και άλλων η οίησις επαύετο· πάντες τε επείθοντο καταφρονείν της δαιμονικής επιβουλής, θαυμάζοντες την δοθείσαν παρά του Κυρίου Αντωνίω χάριν, εις διάκρισιν των πνευμάτων». Η διδασκαλία του θείου Αντωνίου, γεμάτη από τη χάρη του Θεού, ασκούσε τέτοιαν έλξη, ώστε «γέγονε και εν τοις όρεσι μοναστήρια και η έρημος επολίσθη μοναχών», που εφαίνοντο σαν σκηνές από αγγελικές ομάδες. Ο ασκητής Αντώνιος, όταν έμαθε για το διωγμό που σήκωσε κατά των χριστιανών ο Μαξιμίνος το 311, κατέβηκε και με άλλους μοναχούς στην Αλεξάνδρεια με σκοπό να μαρτυρήση. Αλλά παρά τις προκλήσεις του προς τους εθνικούς δεν επέτυχε το σκοπό του. Έτσι περιορίστηκε να προσφέρη τις υπηρεσίες του και την αγάπη του προς τους μάρτυρες με την ηθική ενίσχυσή του, τόσο στα δικαστήρια όσο και μέχρι τον τόπο του μαρτυρίου των. Μετά δε το τέλος του διωγμού επέστρεψε στο ασκητήριό του στην έρημο Πισπίρ, αφού στους χριστιανούς της Αλεξάνδρειας άφησε τύπο και παράδειγμα «φιλοσοφίας» προς μίμηση. Μετά την επιστροφή του και θέλων, ο άγιος Πατήρ, να απομακρυνθή περισσότερο από τις μοναστικές κοινότητες που είχε δημιουργήσει, αλλά και για να αποφεύγη τον ανθρώπινον έπαινον, άφησε την έρημο Πισπίρ μυστικά και έφθασε στο έρημο όρος Κολζίμ προς την Ερυθρά Θάλασσα.

Είναι το ευλογημένο φραγγέλιο με το οποίο η Εκκλησία απεμάκρυνε πάντοτε ό,τι νόθο υπήρχε μέσα Της.

Αν κοιτάξουμε βαθύτερα τα γεγονότα, θα δούμε ότι η αντίδραση των χριστιανών εναντίων του Οικουμενισμού, είναι ό,τι ωραιότερο, ζωντανό, ορθόδοξο, παραδοσιακό, αν θέλετε ό,τι έχει μείνει όρθιο μέσα εις την Εκκλησία. Είναι η γλυκειά ελπίδα δια το ξεκαθάρισμα των γνησίων από των νόθων, των λειτουργών από των επαγγελματιών, των χριστοφόρων από των χριστεμπόρων, των φιλοθέων από των φιλοδόξων, των ποιμένων από των λυκοποιμένων. Είναι η φωνή του Θεού, δια την οποία δεν ιδρώνει το αυτί των Οικουμενιστών. Είναι το ευλογημένο φραγγέλιο με το οποίο η Εκκλησία απεμάκρυνε πάντοτε ό,τι νόθο υπήρχε μέσα Της.