Γνήσια Ορθοδοξη Φωνη

Γνήσια Ορθοδοξη Φωνη

Παρασκευή 10 Δεκεμβρίου 2021

Τη ΙΑ΄ (11η) του Δεκεμβρίου, ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΡΟΠΑΤΟΡΩΝ.

Αβραάμ του μακαρίου Προπάτορος αι υποθέσεις είναι γνωσταί τόσον εις τους σοφούς, όσον και εις τους ιδιώτας Χριστιανούς, καθ΄ ότι η Βίβλος της Γενέσεως, την οποίαν συνέγραψεν ο Προφήτης Μωϋσής και ήτις περιέχει ταύτας αναγινώσκεται εις επήκοον πάντων των Χριστιανών εις την Εκκλησίαν, κατά τας νηστευσίμους ημέρας της Αγίας και μεγάλης Τεσσαρακοστής. Όθεν εκ της Βίβλου εκείνης μανθάνουσιν όλοι, ότι ο Προπάτωρ ημών Αβραάμ κατήγετο από την χώραν των Χαλδαίων και ήτο εθνικός (του έθνους των Χαλδαίων όντος προγενεστέρου του των Ιουδαίων), έχων πατέρα ειδωλολάτρην, τον Θάρραν. Πλην καίτοι εκ τοιούτου ειδωλολάτρου καταγόμενος ο θείος Αβραάμ, δεν έλαβεν όμως εκ τούτου κανέν εμπόδιον εις διάγνωσιν του αληθούς Θεού· αλλ΄ εάν είναι πρέπον να είπωμεν και κάτι το παράδοξον, ο μέγας Αβραάμ και εξ αυτής ακόμη της ειδωλολατρίας ωδηγήθη εις το να γνωρίση τον αληθή Θεόν.

Τη ΙΑ΄ (11η) του Δεκεμβρίου, μνήμη του Οσίου Πατρός ημών ΛΕΟΝΤΙΟΥ του εν τη Αχαϊα.

Λεόντιος ο Όσιος Πατήρ ημών έζη κατά τους χρόνους των τελευταίων Παλαιολόγων (Κωνσταντίνος ΙΑ΄ 1449-1453) και τους μετέπειτα χρόνους, ήτο δε από την Πελοπόννησον, εκ της πόλεως Μονεμβασίας. Οι γονείς του ήσαν πλούσιοι, θεοφιλείς και επίσημοι της πατρίδος των, μάλιστα δε ο πατήρ αυτού, Ανδρέας ονόματι, ήτο εξουσιαστής όλης της Πελοποννήσου, της οποίας την εξουσίαν είχεν εμπιστευθή εις αυτόν ο ευσεβής βασιλεύς Ανδρόνικος· ήτο δε και εις την πατρίδα του λαμπρός και εις τους βασιλείς αγαπητός.

Τη ΙΑ΄ (11η) του Δεκεμβρίου, ο Άγιος Μάρτυς ΒΑΡΣΑΒΑΣ ξίφει τελειούται.

ΒΑΡΣΑΒΑΣ ο Άγιος Μάρτυς εν Περσία παρρησία ομολογήσας τον Χριστόν αληθή Θεόν, απετμήθη την κεφαλήν από τον άρχοντα της Περσίας και έλαβε του Μαρτυρίου τον στέφανον.

Τη ΙΑ΄ (11η) του Δεκεμβρίου, μνήμη του Αγίου Μάρτυρος ΜΕΙΡΑΚΟΣ και διήγησις πάνυ ωφέλιμος.

Μείραξ ο μακάριος Μάρτυς του Χριστού ήτο Αιγύπτιος, γεννηθείς εκ γονέων Χριστιανών εις πόλιν ονομαζομένην Τενεσή, βαπτισθείς δε ανετρέφετο και εξεπαιδεύετο υπό των γονέων του με την αμώμητον και καθαράν πίστιν του Χριστού. Ύστερον όμως, από μικρόνοιαν και κουφότητα, ηπατήθη υπό του διαβόλου και προσελθών εις τον εκεί Αμιράν, ηρνήθη, φεύ! την πίστιν του Χριστού· και όχι μόνον τούτο, αλλά και την ζώνην του κόψας και τον Σταυρόν πατήσας, έλαβε την μάχαιραν εις τας χείρας και ηλάλαζε την ελεεινήν εκείνην φωνήν· «Από σήμερον είμαι πλέον Αγαρηνός και όχι Χριστιανός». Όθεν επί έτη τινά έχαιρε τιμάς και δόξαν, πλησίον εις τον Αμιράν και τους μετ΄ αυτού, χωρίς να φροντίζη τελείως δια την σωτηρίαν του. Οι δε γονείς του, τούτο μαθόντες, δεν έπαυον παρακαλούντες τον Θεόν ίνα μεταβάλη την γνώμην του υιού των. Όθεν βλέπων ο Θεός την αγαθήν προαίρεσιν και επίμονον αυτών παράκλησιν, εκίνησε την καρδίαν του υιού αυτών εις μετάνοιαν. Δια τούτο αυτός ο ίδιος ο Μείραξ παρουσιασθείς εις τους γονείς του, λέγει·

Τη ΙΑ΄ (11η) του Δεκεμβρίου, οι Άγιοι Μάρτυρες ΑΕΙΘΑΛΑΣ και ΑΚΕΨΕΗΣ ξίφει τελειούνται.

Αειθαλάς και Ακεψεής οι Άγιοι Μάρτυρες κατήγοντο εκ της Περσίας εκ πόλεως καλουμένης Αρβήλ. Και ο μεν Αειθαλάς ήτο ιερεύς των ειδώλων, εγένετο δε κοινωνός της εις Χριστόν πίστεως δια τον λόγον ότι και μόνον ως εσκέφθη να υπάγη εις τον Επίσκοπον των Χριστιανών, ευθύς ιατρεύθη εκ της ασθενείας, από την οποίαν έπασχεν, ήτις ήτο ρύσις αίματος. Μαθών λοιπόν και κατηχηθείς υπό του Επισκόπου την εις Χριστόν πίστιν, επανήλθεν εις την ιδικήν του πόλιν, ίνα γίνη και εις τους άλλους διδάσκαλος της ευσεβείας. Επειδή δε διεβλήθη ως Χριστιανός εις τον της πόλεως άρχοντα και ωμολόγησε τον Χριστόν, έκοψαν το ωτίον του και έρριψαν αυτόν εις την φυλακήν. Ο δε Άγιος Ακεψεής ήτο Διάκονος και συλληφθείς ωμολόγησε την ευσέβειαν. Όθεν δέρεται ανηλεώς και στέλλεται ομού με τον Αειθαλάν εις τον αρχιμάγειρον του βασιλέως (ήτο δε ο αρχιμάγειρος αξίωμα μέγα παρά Πέρσαις)· ο δε αρχιμάγειρος παρουσιάζει αυτούς εις τον βασιλέα, έμπροσθεν του οποίου, κηρύξαντες τον Χριστόν, αμφότεροι απεκεφαλίσθησαν και ούτως έλαβον οι μακάριοι τους στεφάνους του Μαρτυρίου.

Τη ΙΑ΄ (11η) του Δεκεμβρίου, μνήμη του Οσίου Πατρός ημών ΛΟΥΚΑ του Νέου Στυλίτου

Λουκάς ο θαυμάσιος ούτος Πατήρ ημών ήτο κατά τους χρόνους των βασιλέων Ρωμανού Α΄ του Λεκαπηνού (920-944) και Κωνσταντίνου Ζ΄ του Πορφυρογεννήτου (913-959), υιού Λέοντος ΣΤ΄ του Σοφού, γαμβρού δε του Ρωμανού. Επατριάρχευε δε τότε ο Θεοφύλακτος (931-956), υιός γνήσιος του αυτού βασιλέως Ρωμανού. Κατήγετο δε ο Όσιος εκ της Ανατολής υιός ων Χριστοφόρου και Καλής. Ότε λοιπόν εκινήθη κατά τον καιρόν εκείνον ο κατά των Βουλγάρων πόλεμος, τότε η προσταγή των βασιλέων εβίασε και τον Όσιον τούτον να υπάγη εις τον πόλεμον· όθεν συγκροτηθέντος του πολέμου και πολλών μυριάδων ανθρώπων πεσόντων, ούτος ελυτρώθη υπό της θείας Προνοίας. Μετά την θαυμαστήν εκείνην σωτηρίαν του έγινεν ο Όσιος Μοναχός· επειδή δε προέκοψεν εις την άσκησιν, εχειροτονήθη Πρεσβύτερος, εφόρεσε δε και σίδηρα βαρέα δια να καταδαμάζη το σώμα του.

Τη ΙΑ΄ (11η) του Δεκεμβρίου, μνήμη του Οσίου Πατρός ημών ΔΑΝΙΗΛ του Στυλίτου.

 Δανιήλ ο Όσιος Πατήρ ημών ούτος έζη κατά τους χρόνους του βασιλέως Λέοντος Α΄ του μεγάλου του επικαλουμένου Μακέλλη του βασιλεύσαντος κατά τα έτη (457- 474), κατήγετο δε από την Μεσοποταμίαν της Συρίας, εκ της περιφερείας Σαμοσάτων. Τούτου τον θαυμάσιον και μελίρρυτον Βίον θέλομεν διηγηθή ενταύθα, ελπίζοντες ότι μεγάλως εκ τούτου θέλετε ωφεληθή. Διότι καθώς όταν ομιλή τις προς ανδρείους στρατιώτας περί των διακριθέντων εις πολεμικούς άθλους και τρόπαια διεγείρεται η ψυχή αυτών προς τους πολέμους και γίνονται προθυμότεροι και όσον μάλλον τας ανδραγαθίας των αηττήτων και ισχυρών εκείνων ακούουσι, τοσούτον και αυτοί προθυμοποιούνται και επιθυμούσι να δείξουν ομοίαν ανδρείαν και δύναμιν, τοιουτοτρόπως και όταν διδάσκαλος τις διηγήται τους ασκητικούς Βίους, τους θαυμαστούς αγώνας και τα ένθεα κατορθώματα των εναρέτων ανδρών, προθυμοποιούνται οι ευλαβείς και φιλόχριστοι ακροαταί και παρακινούνται να μιμηθώσι τον επαινούμενον. Ο δε Βίος του θαυμασίου τούτου Δανιήλ είναι ικανός και μόνος αυτός να εγείρη εις πλείονα ζήλον πάσαν ψυχήν ενάρετον και να την παρακινήση εις αγώνας πνευματικούς, να ποθήση με πολλήν ηδονήν τους γλυκυτάτους πόνους της ασκήσεως.