Γνήσια Ορθοδοξη Φωνη

Γνήσια Ορθοδοξη Φωνη

Δευτέρα 3 Ιανουαρίου 2022

Τη Δ΄ (4η) Ιανουαρίου, μνήμη του Αγίου Νέου Οσιομάρτυρος ΟΝΟΥΦΡΙΟΥ του εν Χίω μαρτυρήσαντος κατά το έτος αωιη΄ (1818).

Ονούφριος ο Νέος του Χριστού Οσιομάρτυς υπήρξεν εξ εκείνων οι οποίοι κατά τους εσχάτους τούτους χρόνους εκίνησαν δια της ανδρείας των τον θαυμασμόν παντός ευσεβούς Χριστιανού. Πάντοτε βέβαια αξιοθαύμαστος υπήρξεν η ανδρεία, η μεγαλοψυχία και η καρτερία των Αγίων Μαρτύρων και ο προς τον Χριστόν διάπυρος έρως και η ασύγκριτος αγάπη των προς αυτόν (τις δεν το ομολογεί και παρρησία δεν το κηρύττει; ), κατ’ εξοχήν όμως και κατ’ εξαίρετον τρόπον θαυμαστή φαίνεται και είναι η μεγαλοψυχία και η προς τον Χριστόν θερμοτάτη αγάπη των νέων τούτων του καιρού μας ενδόξων Μαρτύρων. Αλλά διατί τάχα φαίνεται τοιαύτη, έξοχος και εξαίρετος;

Τη Δ΄ (4η) Ιανουαρίου, οι μετά του Οσίου Ευθυμίου ΔΩΔΕΚΑ ΜΟΝΑΧΟΙ Βατοπαιδινοί, οι τους λατινόφρονας, βασιλέα Μιχαήλ και Βέκκον τον Πατριάρχην ελέγξαντες, αγχόνη τελειούνται.

Ευθύμιος ο Οσιομάρτυς και οι μετ’ αυτού αθλήσαντες Πατέρες ήσαν κατά το έτος ασπ΄ (1280), ότε οι λατινόφρονες βασιλεύς και Πατριάρχης περιήρχοντο τα διάφορα Μοναστήρια του Αγίου Όρους, ίνα πείσουν τους Μοναχούς να ακολουθήσουν την πλάνην των· μη γενόμενοι δε δεκτοί υπ’ αυτών, εκακοποίησαν πολλούς Μοναχούς, οίτινες δια μαρτυρικού θανάτου απέθανον. Τότε ήλθον και εις την Μονήν του Βατοπαιδίου και αφού ουδέ εκεί έγιναν δεκτοί, ήρχισαν να κακοποιούν τους Μοναχούς, όσους συνέλαβον, διότι και πολλοί έφυγον. Συλλαβόντες δε εκεί τον προηγούμενον Άγιον Ευθύμιον και δώδεκα άλλους Μοναχούς, μετά διαφόρους κακώσεις και τυραννίας, τελευταίον απηγχόνισαν προς εκδίκησιν δήθεν της απειθείας την οποίαν έδειξαν εις το να μη ασπασθούν τα ξένα και αλλότρια δόγματα τα δια την Ορθόδοξον Εκκλησίαν όλως απαράδεκτα. Ούτοι οι λατινόφρονες ελθόντες και εις την Λαύραν εγένοντο δια τον φόβον της καταδίκης του θανάτου δεκτοί υπό τινων Μοναχών αυτής, εις τους οποίους και έδωσαν πολλά ιερά σκεύη, δηλαδή Άγια Ποτήρια, Ευαγγέλια, θυμιατήρια και λοιπά, άτινα εξ άλλων ιερών Μονών ως λησταί εσύλησαν εκείνοι δε οίτινες συνεκοινώνησαν μετά των ανωτέρω λατινοφρόνων μετά θάνατον έμειναν τυμπανιαίοι και τα άθλια αυτών σώματα, μαύρα όντα και αποπνέοντα οσμήν δυσώδη, δεν ετάφησαν εν τω κοινώ κοιμητηρίω, αλλ’ εκτός αυτού εις εν υπόγειον σπήλαιον το οποίον περιέφραξαν, ως αλλότρια και ξένα της Αγίας Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας και των ορθών δογμάτων αυτής.

Τη Δ΄ (4η) Ιανουαρίου, μνήμη της Οσίας ΑΠΟΛΛΙΝΑΡΙΑΣ της Συγκλητικής.

Απολλιναρία η αοίδιμος μήτηρ ημών ήτο κατά τους χρόνους Λέοντος του μεγάλου, του επονομαζομένου Μακέλλη, εν έτει υνζ΄ (457), θυγάτηρ Ανθεμίου, όστις διωρίσθη παρά του βασιλέως διοικητής της Ρώμης, κατά δε το κάλλος και την σύνεσιν αύτη υπερέβαινε τας περισσοτέρας γυναίκας του τότε καιρού. Εκ νεαράς δε ηλικίας επόθησε την παρθενίαν και παρεκάλει τον Θεόν νυχθημερόν να επιτύχη του ποθουμένου, ήτοι να μείνη παρθένος έως θανάτου. Δια τούτο παρεκάλεσε τους γονείς της να της επιτρέψωσι να μεταβή εις τα Ιεροσόλυμα· αφού δε έλαβε προς τούτο την άδειαν, συμπαραλαβούσα η μακαρία δούλους και δούλας, ως επίσης χρυσίον και αργύριον και πολύτιμα ιμάτια, ήλθεν εις την αγίαν πόλιν και εκεί διένειμεν όλα εις τους πτωχούς.

Τη Δ΄ (4η) Ιανουαρίου, μνήμη των Αγίων Μαρτύρων ΖΩΣΙΜΟΥ Μοναχού και ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ κομενταρησίου.

Ζώσιμος ο Άγιος Μάρτυς ήτο εκ της Κιλικίας, κατώκει δε εις την έρημον μετά των θηρίων. Συλληφθείς λοιπόν υπό του άρχοντος Δομετιανού και ομολογήσας ότι ο Χριστός είναι Θεός αληθινός, κατακαίεται εις τα ώτα με πεπυρωμένα σίδηρα και βάλλεται εντός λέβητος πλήρους ζέοντος βορβόρου· έπειτα κρεμάται κατακέφαλα και παραδόξως φυλάττεται από όλα αβλαβής. Εφάνη δε λέων τις εν τω θεάτρω, όστις ελάλησε περί της θεότητος του Χριστού· όθεν εκ τούτου επέστρεψεν εις τον Χριστιανισμόν τον κομενταρήσιον Αθανάσιον. Λαβών δε ο Άγιος ελευθερίαν από τον τύραννον, επέστρεψε πάλιν εις την έρημον και εις τα όρη, όπου πρότερον διέτριβε και κατηχεί και βαπτίζει τον ρηθέντα Αθανάσιον. Εκεί λοιπόν ευρισκομένων, εσχίσθη παραδόξως μία πέτρα, ένδον της οποίας εμβάντες και οι δύο παρέδωκαν τας ψυχάς των εις χείρας Θεού.

Τη Δ΄ (4η) Ιανουαρίου, η Σύναξις των Αγίων ενδόξων ΕΒΔΟΜΗΚΟΝΤΑ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ.

Εβδομήκοντα Μαθηταί και Απόστολοι του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού είναι εκείνοι τους οποίους αυτός ούτος ο Σωτήρ ημών επί πλέον των Δώδεκα, τους οποίους είχε προεκλέξει, εξέλεξε και εξαπέστειλεν εις το κήρυγμα και εις προετοιμασίαν του ιδικού του κηρύγματος. Εις τούτους, συν τη παρόδω του χρόνου, προσετέθησαν και άλλοι εκλεγέντες υπό των Αγίων Αποστόλων, οίτινες και αυτοί εκήρυττον το Ευαγγέλιον του Χριστού εις διαφόρους τόπους και χώρας, είτε ακολουθούντες τους πρώτους των Αποστόλων, είτε παντοιοτρόπως βοηθούντες αυτούς εις το έργον του κηρύγματος. Πάντες ούτοι, αν και ηυξήθησαν εις πολύ περισσοτέρους των εβδομήκοντα, ωνομάζοντο όμως όλοι Εβδομήκοντα, χάριν σεβασμού του αριθμού των Αποστόλων τους οποίους εξέλεξεν ο Κύριος, και των οποίων ο αριθμός άλλοτε μεν εμειούτο εκ του μαρτυρικού τέλους, το οποίον ούτοι ελάμβανον παρά των τυράννων, άλλοτε δε ηυξάνετο, διότι άλλοι εξελέγοντο υπό των Αγίων Αποστόλων προς συνέχισιν του έργου του κηρύγματος. Ο θείος Απόστολος και Ευαγγελιστής Λουκάς ούτω πως περιγράφει εν τω Ευαγγελίω αυτού (κεφ. ι: 1-16) τα της εκλογής και αποστολής των Εβδομήκοντα υπό του Κυρίου: