Γνήσια Ορθοδοξη Φωνη

Γνήσια Ορθοδοξη Φωνη

Σάββατο 11 Μαρτίου 2017

Μέρος Γ΄ . Η εξορία του Ιωάννου και η εν Πάτμω δράσις αυτού.

κα΄  Περί της συγγραφής του Ιερού Ευαγγελίου.                                                                            

Δια της Χάριτος και βοηθείας του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και δια των θεοπνεύστων λόγων του Ιωάννου και των μεγίστων σημείων και τεράτων, τα οποία εποίησεν ο Θεός δι’ αυτού, επίστευσαν πάντες σχεδόν οι κάτοικοι της νήσου Πάτμου· αφού δε απέθανεν ο βασιλεύς εκείνος, ο οποίος εξώρισεν ημάς εις την νήσον ταύτην, έγινεν άλλος βασιλεύς, ο οποίος δεν ημπόδιζε την περί του Χριστού διδαχήν, ουδέ ηνώχλει τους πιστεύοντας εις το όνομα αυτού. Ούτος λοιπόν ο νέος βασιλεύς, έχων αγαθάς πληροφορίας περί του Ιωάννου, διέταξεν ίνα απολυθή ούτος εκ της εξορίας και να μεταβή όπου αν θέλη· *  ιδών δε ο Ιωάννης, ότι πάντες σχεδόν οι εν Πάτμω επίστευσαν εις τον Χριστόν, απεφάσισεν ίνα επιστρέψη εις την Έφεσον. Τούτο μαθόντες οι πιστεύσαντες αδελφοί, συνελθόντες πάντες ομού, παρεκάλουν μετά θερμών δακρύων αυτόν λέγοντες: «Μη εγκαταλίπης ημάς ορφανούς, Πάτερ παρακαλούμεν την αγιότητά σου, αλλά να μένης δια παντός μετά των τέκνων σου»· ο δε Ιωάννης συνεβούλευσεν αυτούς, λέγων: «Μη κάμητε ούτω, τέκνα μου, και κλαίοντες λυπείτε την ψυχήν μου, μη φροντίζοντες και δια το συμφέρον των άλλων· διότι ο Χριστός, εις τον οποίον επιστεύσατε, αυτός εμφανισθείς εις εμέ διέταξεν όπως επιστρέψω εις την Έφεσον, ίνα παρηγορήσω και τους εκεί αδελφούς». Ιδόντες οι αδελφοί ότι δεν πείθεται εις τους λόγους αυτών, προσέπεσον εις τους πόδας αυτού παρακαλούντες και λέγοντες: «Εάν , ω Πάτερ και διδάσκαλε, απεφάσισες ίνα αφήσης ημάς ορφανούς, παρακαλούμεν σε θερμώς όπως παραδώσης εις ημάς εγγράφως τα περί της ενσαρκώσεως και της λοιπής οικονομίας του Θεού, δια να μελετώμεν αυτά πάντοτε και ούτω μένωμεν σταθεροί και αμετακίνητοι εις την πίστιν, μήποτε κανείς εκ των αδελφών αμελήσας πλανηθή υπό του σατανά και ακολουθήση οπίσω αυτού». Απεκρίθη προς αυτούς ο Ιωάννης: «Πολλάκις, τέκνα μου, ηκούσατε παρ’ εμού περί των σημείων τα οποία εποίησεν ο Υιός του Θεού ενώπιόν μου, και πάντας τους λόγους της οικονομίας αυτού εγνώρισα προς σας· αρκείσθε όθεν εις ταύτα φυλάττοντες αυτά, και θα δώση εις σας Κύριος ο Θεός την αιώνιον ζωήν». Ταύτα ακούσαντες οι δελφοί παρεκάλουν μετά περισσοτέρων δακρύων, λέγοντες ότι δεν ανίστανται εκ του εδάφους, εάν δεν παπαχωρήση εις αυτούς το ζήτημα τούτο· λυπηθείς δε αυτούς ο Απόστολος δια τα πολλά δάκρυά των είπεν: «Υπάγετε, τέκνα μου, εις τους οίκους σας, και δια της προσταγής του Κυρίου και τούτο το ευσεβές ζήτημα θα γίνη εις σας». Και ευλογήσας αυτούς επορεύθησαν έκαστος εις τον οίκον αυτού. Τότε παραλαβών εμέ ο Ιωάννης εξήλθομεν της πόλεως μακράν έως ενός μιλίου διάστημα εις τόπον ήσυχον λεγόμενον «Κατάπαυσις», ανήλθομεν δε εις το εκεί πλησίον ευρισκόμενον υψηλόν όρος, μείναντες επ’ αυτού τρεις ημέρας· διετέλεσε δε καθ’ όλας τας τρεις ημέρας ο Ιωάννης νήστις άνευ ουδεμιάς τροφής προσευχόμενος και παρακαλών τον Θεόν όπως δώση το Ευαγγέλιον εις τους ζητούντας αυτό πιστούς αδελφούς. Την τρίτην λοιπόν ημέραν λέγει προς με: «Τέκνον Πρόχορε, είσελθε εις την πόλιν και λάβε μελάνην και χάρτην και φέρε ταύτα προς με ενταύθα»· εισελθών δε εγώ εις την πόλιν και εκτελέσας την παραγγελίαν, επέστρεψα προς αυτόν, ο οποίος μοι είπεν: «Άφες, τέκνον, ενταύθα τον χάρτην και την μελάνην, και επίστρεψον εις την πόλιν, μετά δε δύο ημέρας ελθέ πάλιν ενταύθα», και εποίησα ούτως. Επανελθών μετά δύο ημέρας συμφώνως προς την εντολήν, εύρον τον Ιωάννην ιστάμενον όρθιον και προσευχόμενον· είπε δε προς με: «Λάβε, τέκνον, τον χάρτην και την μελάνην, και στήθι εκ δεξιών μου»· εποίησα δε καθώς διετάχθην. Και αίφνης εγένετο αστραπή μεγάλη και βροντή τοιαύτη, ώστε εσαλεύθη το όρος ολόκληρον· εγώ δε εκ του φόβου έπεσον κατά γης ωσεί νεκρός· εκτείνας όμως ο Ιωάννης την χείρα, με ήγειρε λέγων: «Κάθου εκ δεξιών μου»· και πάλιν προσηύξατο· μετά δε την ευχήν είπε: «Τέκνον Πρόχορε, εκείνα τα οποία θα ακούης εκ του στόματός μου, γράφε εις τους χάρτας». Και ανοίξας το στόμα αυτού, καθώς ίστατο όρθιος και άνω βλέπων προς τον ουρανόν, ήρχισε να λέγη: «Εν αρχή ην ο Λόγος και ο Λόγος ην προς τον Θεόν και Θεός ην ο Λόγος…» και ούτω καθεξής, εκείνος ιστάμενος έλεγε και εγώ καθεζόμενος έγραφον· εποιήσαμεν δε δύο ημέρας και εξ ώρας, εκείνος μεν ιστάμενος και λέγων, εγώ δε καθεζόμενος και γράφων. Και αφού συνεπληρώθησαν οι θείοι λόγοι του Ευαγγελίου, εποίησεν ευχήν και ούτω κατήλθομεν εκ του όρους μεταβάντες εις την οικίαν του Σωσιπάτρου, όστις παρέθηκεν εις ημάς τράπεζαν και φαγόντες ανεπαύθημεν. Την επομένην ημέραν είπεν ο Ιωάννης προς τον Σωσίπατρον: «Τέκνον, φρόντισον να εύρης καλάς μεμβράνας δια την  καθαρογράφησιν του Αγίου Ευαγγελίου»· και ότε έφερεν ο Σωσίπατρος τας μεμβράνας, λέγει προς με ο Απόστολος: «Κάθου, τέκνον, ενταύθα και καλλιγράφησον εις αυτάς το Ευαγγέλιον»·  εγώ δε καθίσας εις τον οίκον του Σωσιπάτρου, μετά πολλής της επιμελείας εκαθαρόγραψα αυτό. Ο δε Ιωάννης κατά το διάστημα τούτο εδίδασκε και καθίστα Επισκόπους και Πρεσβυτέρους εις τας Εκκλησίας· αφού δε ετελείωσεν η καθαρογράφησις του Ευαγγελίου, έφερον αυτό εις την Εκκλησίαν και κατά διαταγήν του Ιωάννου συνήχθησαν πάντες οι αδελφοί, προς τους οποίους ανεγνώσθη και εγένετο χαρά και αγαλλίασις δια την Χάριν αυτού· είτα διέταξεν όπως το μεν εις την μεμβράνην γραφέν Ευαγγέλιον παραμείνη εις την Πάτμον, εκ του οποίου να αντιγράψωσιν ακριβώς και να εφοδιασθώσιν πάσαι αι Εκκλησίαι, το δε εις τους χάρτας γεγραμμένον να μεταφέρωμεν εις την Έφεσον, το οποίον και εγένετο· μετά δε την λειτουργίαν και την θείαν κοινωνίαν απέλυσε τον λαόν. 

* (Κατά τον Όσιον Νικόδημον, εις Πάτμον ευρισκομένου του μεγάλου Ιωάννου, στέλλει προς αυτόν επιστολήν ο μακάριος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, ων τότε ενενήκοντα ετών γέρων, εν η εγκωμιάζει τον μέγαν τούτον Απόστολον, λέγων: «Προσαγορεύω σε την ιεράν ψυχήν, ηγαπημένε. Και έστι μοι τούτο προς σε παρά τους πολλούς ιδιαίτερον. Χαίρε αληθώς, ηγαπημένε, τω όντως εραστώ και εφετώ και αγαπητώ λίαν ηγαπημένε. Τι θαυμαστόν, ει Χριστός αληθεύει, και τους μαθητάς οι άδικοι των πόλεων εξελαύνουσιν, αυτοί τα κατ’ αξίαν εαυτοίς απονέμοντες, και των Αγίων οι εναγείς αποδιαστελλόμενοι και αποφοιτώντες»; Προσθέτων δε και άλλα πολλά εγκώμια, και ήλιον ονομάζων του Ευαγγελίου τον μέγαν Θεολόγον, προφητεύει εις το τέλος της επιστολής, ότι μέλλει να λυτρωθή από την εξορίαν και θα επιστρέψη πάλιν εις τον τόπον της Μικράς Ασίας· και ότι εκεί μέλλει να παραδώση πολλά αγαθά, λέγων αυτολεξεί: «Αξιόπιστος δε πάντως ειμί τα προεγνωσμένα σοι, και μαθών εκ Θεού και λέγων, ότι και της εν Πάτμω φυλακής αφεθήση, και εις την ασιάτιδα γην επανήξεις, και δράσεως εκεί του αγαθού μιμήματα και τοις μετά σε παραδώσεις». Κατά την πρόρρησιν λοιπόν ταύτην του θείου Διονυσίου, ότε ο βασιλεύς Τραϊανός εβασίλευσε μετά τον Νερούαν εν έτει 98, εστάλησαν γράμματα βασιλικά εις την Πάτμον, τα οποία ανεκάλουν τον μέγαν Ιωάννην από την εξορίαν. )

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου